Ανοιχτή πόρτα

23 Ιουλίου 2018, της Μάρως Κερασιώτη

Spread the love

Η Μάρω Κερασιώτη*, κεραμίστρια και συγγραφέας, σπούδασε στην Αθήνα  και στην Φλωρεντία. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές και έξι μυθιστορήματα. (περισσότερα στο τέλος του άρθρου).

23 Ιουλίου 2018

Το μαύρο δεν είναι χρώμα. Είναι το όνομα της σκιάς.

Το δικό μου μαύρο είναι κατάλοιπο μιας φωτιάς.

Το  μαύρο

Στην περίπτωσή μιας καταστροφής από φωτιά, η εξέλιξη είναι γνωστή και δεδομένη: Στην αρχή εμφανίζεται μια σπίθα και λευκός καπνός. Ακολουθεί, μια φλόγα. Σε χρόνο άχρονο, ο λευκός καπνός γίνεται γκρίζος, κι ο γκρίζος γίνεται μαύρος. Μαύρος απειλητικός που τον διακόπτουν λαίμαργες κατακόκκινες, πορτοκαλί, και μπλε φλόγες. Αγωνία, πανικός, ασφυξία.

Κι ύστερα το μαύρο γίνεται οριστικό, εκτοπίζει τα ανακουφιστικά χρώματα της βλάστησης, σκοτώνει τα χρώματα των κήπων, των υψηλών διαθέσεων, των παιδικών τραγουδιών, των ερωτευμένων ζευγαριών που κρύβονται τα βράδια στα βραχάκια και στα σκίνα. Το μαύρο  πνίγει το γαλάζιο της διπλανής θάλασσας σε μια άλλη θάλασσα απουσίας και δακρύων.

Το μαύρο, το επίσημο χρώμα του πένθους και της συμφοράς, γκρεμίζει άδοξα τον χαμένο παράδεισο. Το χρώμα της μη ύπαρξης απορροφά το φως  και γίνεται  νύχτα που καταπίνει τα πάντα. Κι ο Φοίνικας, το μαγικό πουλί που ξαναγεννιέται από τη στάχτη του, ζει μόνο στο χώρο της μυθολογίας.

Στο πέρασμά της εκείνη η φωτιά δεν άφησε τίποτα όρθιο: Καμένα σπίτια, καμένα δέντρα, καμένα ζώα, καμένους ανθρώπους και τους «αλώβητους» κελύφη καμένα εσωτερικά.

Κι αν τα χρώματα δεν ανιχνεύονται με  τις άλλες αισθήσεις, το συγκεκριμένο μαύρο τις ξύπνησε: Η μυρωδιά του καμένου σταμάτησε τις ζωτικές λειτουργίες των τυχερών που δεν πέθαναν. Αλλά, έμειναν να μυρίζουν μια μόνιμη απουσία. ’Άκουσαν την παντελή έλλειψη ήχων, αυτήν που καταργεί το  χρόνο. Γεύτηκαν την πίκρα τής ολοσχερούς απώλειας. Και θυμήθηκαν την οδηγία της μαμάς: Δεν ακουμπάμε τη φωτιά. Η φωτιά καίει.

Για να πάρει μορφή το χρώμα διάφορες συχνότητες του ορατού φάσματος μεταβιβάζουν σήματα από τον εγκέφαλο σε υποδοχείς του ματιού.

Στο «Μάτι» το μάτι βλέπει μόνο μαύρα. Φυσικά αυτό το φαινόμενο δεν είναι αποτέλεσμα της φωτιάς. Είναι παράδειγμα επιλεκτικής αλλεργίας  ευαίσθητων ματιών στα χρώματα. Ωστόσο…

Το σπίτι στο Μάτι δεν ήταν σπόρος  για να ξαναφυτρώσει με τα χρόνια ως μέρος ενός νεαρού δάσους από σπίτια. Ήταν το κρεμμύδι μιας ζωής  φτιαγμένο από αλλεπάλληλους μανδύες εμπειριών, αναμνήσεων και ονείρων που όποτε το ξεφυλλίζεις κλαίς.

Πονάνε σωματικά τα θυμητάρια που χάθηκαν. Μικροπράγματα και αναμνηστικά, η πολύτιμη πατερίτσα της μνήμης, η «προίκα» χρόνων, αυτή που φύλαξες, για να σώσεις τις αναμνήσεις κοντά στην αρχική τους εκδοχή, δεν υπάρχουν πια. Σε μια εποχή πριν το θάνατο όπου ο επόμενος σου επισκέπτης μπορεί να είναι η άνοια, ήταν οι φωτογραφίες που βεβαίωναν ότι κι εσύ υπήρξες  νέος, τα παιδιά σου μωρά, η αυλή σου παράδεισος κι ο αγαπημένος σου δικός σου. Βεβαίωναν ότι μπορούσες να χαμογελάς αβίαστα με δυο χταπόδια για μαλλιά, με ένα μωρό στο βυζί, με το πρώτο φρούτο της ροδακινιάς στο στόμα, με ένα ψάρι στο χέρι και το ψαροντούφεκο «παρά πόδα», με Πασχαλινές συντροφιές, κόκκινα αυγά, συγγενείς και φίλους, κάποιους που έφυγαν νωρίς, άλλους που πια είναι αγνώριστοι κι ένα τσούρμο παιδιά να γιορτάζει τα γενέθλια των παιδιών σου.

Δεν θέλω να θυμάμαι.

Χάθηκαν οι αποδείξεις γι’ αυτό που υπήρξα. Τώρα είμαι αυτό που είμαι  κάθε μέρα, που τρώει, κοιμάται κι αφοδεύει σε τακτές ώρες χωρίς περιθώρια άλλων ερμηνειών.

Δε θέλω να σκέφτομαι.

Γιατί οι σκέψεις χάνουν την αθωότητά της καθημερινότητας  κι συνειρμοί μου  παίρνουν το δρόμο του αίματος.

Διαγράφω: Η πράξη εξάλειψης σκέψεων και δεδομένων με διάφορους ηθικούς και ανήθικους τρόπους.

Αυτοεξαπάτηση: Η δια της υποβολής μετάλλαξη κάποιων δεδομένων και η επιβολή στον εαυτό μας αυτών των διαστρεβλωμένων εικόνων, καταστάσεων, αναμνήσεων ως πραγματικών.

Και βέβαια είπα ψέματα. Δεν μπορώ να διαγράψω τίποτα. Η οργή με εμποδίζει. Είμαι ανίκανη να διαγράψω έστω και το ελάχιστο, το μηδαμινό, το άχρηστο, το φθηνό, το αμαρτωλό. Όλα είναι εδώ για να μείνουν, και παρελαύνουν τις νύχτες κορνάροντας σαν ολόφωτα φορτηγά σε χιλιοπατημένους αυτοκινητόδρομους. Λέω ψέματα όταν ισχυρίζομαι ότι ξεχνάω: Τα θυμάμαι όλα. Τα καλά και τα κακά, αυτά που έχω κάνει, αυτά που μου έχουν κάνει, αυτά  που καλώς ή κακώς δεν έκανα  κι αυτά που σκοπεύω να κάνω. Η φωτιά με ξεκίνησε από την αρχή. Διέγραψε τα χιλιόμετρά μου χωρίς να διορθώσει τα φρένα μου. Δε θα σταματήσω από μόνη μου. Θα θυμάμαι.

Αν και οι σκέψεις μου μετά από τόσα σπίτια είναι άστεγες.

Μάρω Κερασιώτη*

Ιούλιος 2022

*Έχει διδάξει κεραμική 19 χρόνια  σε σωφρονιστικά καταστήματα και 8 χρόνια σε Ιδιωτικό Κολλέγιο.

Έχει πραγματοποιήσει 19 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και έχει διακριθεί με 18 Διεθνή και Ελληνικά βραβεία. Είναι μέλος της Διεθνούς Ακαδημίας Κεραμικής ( IAC-AIC) και του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Από το 2008-2016 ήταν πρόεδρος για την Ευρώπη και την Αφρική της Διεθνούς Ομοσπονδίας Καλλιτεχνικής Κεραμικής (ICAA) με έδρα την Κϊνα.

SHARE
RELATED POSTS
Η Αγιά Σοφιά και η ιστορική ματαιοπονία της ύβρεως, του Πάνου Μπιτσαξή
Όπερ έδει δείξαι, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Υπόκωφοι ψίθυροι και εσωτερικά μουρμουρητά που κραυγάζουν, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.