Πρόσωπα - Αφιερώματα

Στάθης Παχίδης: “το ήξερα πως με περίμεναν στην γωνία”

Spread the love

Είναι μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης με καταγωγή εκ Νικομηδείας και Κωνσταντινουπόλεως. Σπούδασε Νομική, γράφει μουσική, στίχους, ερμηνεύει, έχει επωμιστεί το μουσικό κομμάτι των «Αγάμων Θυτών» για 23 χρόνια ως βασικό μέλος της εκ της συστάσεως πεντάδας, διαβάζει πολύ, έχει αδυναμία στον Σκιαθίτη (Παπαδιαμάντη), βλέπει λοξά την ζωή, είναι φύσει-θέσει αισιόδοξος και ουσιαστικά ο προφήτης καλών για τους Koza Mostra, που τους ζάλισε να ερμηνεύσουν ελληνικό στίχο. Τους έγραψε το γνωστό «Alcohol is free» και χωρίς τυμπανοκρουσίες από τον ίδιο – τα άδεια βαρέλια κάνουν θόρυβο – τους έστειλε με ένα ιδιαίτερο, αν μη τι άλλο τραγούδι ως προς την στιχουργία, στην Eurovision 2013.

Σήμερα στο www.iporta.gr ξεδιπλώνει σκέψεις και προβληματισμούς.

 

“Αν είχαμε στοιχειώδη στήριξη, ή την της παλιάς εποχής , δεν θα ήμασταν στην 6η θέση δεδομένου πως στην ψηφοφορία του κοινού ήμασταν τρίτοι και στον ημιτελικό δεύτεροι . Το ζητούμενο όμως δεν ήταν η θέση στον διαγωνισμό, αλλά το γεγονός ότι το κομμάτι ήδη ακούγεται. Όλο αυτό έγινε με την αυταπάρνηση των συγκεκριμένων ατόμων χωρίς κόστος στο ελληνικό δημόσιο ούτε ενός ευρώ. Υπήρξε παροιμιώδης η ανικανότητα του κράτους να βρει χορηγούς. Και το ακόμα πιο συγκλονιστικό είναι το εξής: το Σάββατο τα παιδιά έπαιζαν μπροστά σε τόσο κόσμο μπροστά και την Κυριακή έφτασαν Θεσσαλονίκη από Αθήνα με το ΚΤΕΛ.

Το τραγούδι απέδειξε ότι παρ’όλη την τρικυμία που έχουμε, απέχουμε από την τρικυμία. Το πιο αισιόδοξο μήνυμα είναι το ελληνόφωνο της ιστορίας. Αποδείχτηκε πως η γλώσσα δεν είναι περιορισμός. Ο τραγούδι είναι ένα συνολικό πράγμα και φάνηκε από την θέση που έφτασε.

Η πρόταση μου στον Ηλία Κόζα ήταν ο ελληνικός στίχος. Απλώς επεσήμανα πως το όλο εγχείρημα, ήθελε μια κόντρα φυσιογνωμία από τον Ηλία. Το όνομα του Αγάθωνα το έριξε ο ντράμερ.

Οι Κόζα Μόστρα είναι εξαιρετικά παιδιά και δημιουργικά. Επιλέγουν από θέση να μην ενταχθούν στην βαριά νύχτα. Στην δουλειά αυτή πας μπροστά από τα όχι που θα πεις.

Σχετικά με τον τίτλο του τραγουδιού: το ήξερα πως μας περίμεναν στην γωνία. Την γνώμη μου αναλυτικά την έθεσα σε ένα καθηγητή Μουσικής στη Βοστώνη. Κανείς δεν γίνεται αλκοολικός από ένα τραγούδι. Το τραγούδι ως «alcohol is free» έκανε ευφωνία. Μου άρεσε και το spirit, αλλά δεν τραγουδιόταν. Αν κάποιοι θεωρούν πως κάνει αναγωγές στο αλκοόλ, ας δουν τον στίχο ολόκληρο. Στων ημιμώρων ανθρώπων την γνώμη, τι να σχολιάσω; Είναι υποκρισία. Επαναλαμβάνω… μας περίμεναν στην γωνία, πρώτον γιατί ήμασταν αουτσάιντερ που μπήκαμε ως τέταρτοι στον ελληνικό τελικό, πήραμε καθαρό διπλό μες στην Αθήνα, δεν το περίμενε κανείς. Ο κόσμος το αγκάλιασε με μια αισθητική που δεν είναι της μεσημεριανάδικης λογικής, ούτε και εμείς ήμασταν οι τύποι που θα αναλωνόμασταν σε τηλεοπτικές εκπομπές, εκτός του Αγάθωνα που υιοθέτησε μια άλλη επικοινωνιακή πολιτική. Τα κανάλια έφτασαν στην πόρτα του σπιτιού μου, δεν δέχτηκα να μιλήσω. Όταν κάποιοι βλέπουν ότι χάνουν το μεροκαματάκι τους, άρχισαν να κάνουν παιχνίδι για την 16η θέση και κλπ. Δεν μιλήσαμε κάπου και περιμέναμε. Όπως απεδείχθη, δεν ήμασταν για εκεί, αλλά για παραπάνω.

Το καλοκαίρι θα κάνω λίγες εμφανίσεις με το σχήμα «Up Όλα», μετεπιθεώρηση με εμφανίσεις στην Θεσσαλονίκη και περιφερειακά. Έχω αναλάβει την καλλιτεχνική επιμέλεια μιας συναυλίας –αφιέρωμα στον σπουδαίο έλληνα Βασίλη Τσιτσάνη που διοργανώνεται με την ορχήστρα εταιρείας φίλων του Τσιτσάνη και θα γινει στην Θεσσαλονίκη.

Οι «Άγαμοι Θύται» είναι σε ανδρανάπαυση. Βρίσκονται σε δύσκολο σταυροδρόμι. Μετά από 23 χρόνια, θα δούμε αν θα υπάρξει νέος κύκλος.

Σχετικά με αυτό που βιώνουμε: γενικά είμαι αισιόδοξος. Η κρίση συνέβηκε, διότι εμείς είχαμε τις πόρτες ανοιχτές. Αυτή είναι η ευθύνη που πρέπει να αναλογιστούμε πολύ σοβαρά. Αυτό που λένε πως διάφοροι μυστήριοι έστησαν ό,τι ζούμε, δεν ισχύει. Αρέσουν οι συνωμοσιολογίες. Αυταπατάται όποιος περιμένει κάτι μαγικό για να γυρίσουμε στο 2008. Η κρίση είναι εντός μας. Πέρα από το όποιο οικονομοτεχνικό σενάριο, είναι βεβαιότητά μου πως κρίση έχουμε μέσα μας. Δεν χρειάζεται κανενός είδους γνώση για να καταλάβει κάποιος πως η χώρα δεν παρήγαγε ποτέ κάτι. Το μόνο σημείο που βλέπω σκοτεινό είναι πως κανείς δεν λέει κάτι για την επόμενη μέρα. Αυτό είναι το ζητούμενο. Η οπτική της επόμενης μέρας που θα λέγεται επανεκκίνηση, ανάπτυξη, δεν ξέρω πώς, αρκεί να ειπωθεί και να τεκμηριωθεί από κάποιον. Εκτός του Αλέκου Παπαδόπουλου του πρώην υπουργού Οικονομικών κανείς άλλος δεν έχει πει κουβέντα. Πιστεύω πολύ στο dna των ανθρώπων, που έχουν μετάσχει της ελληνικής παιδείας. Εκεί βγάζω το καπέλο σε οτιδήποτε αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του, είναι απρόβλεπτο, έχει φαντασία και ευρηματικότητα. Οι υγιείς εν υπνώσει και βολεμένοι, δεν είναι η λύση. Πρέπει να λύσουμε το πνευματικό μας κενό, την φοροδιαφυγή, τα θέματα της παιδείας, αυτά τα βασικά, αλλιώς θα παράγουμε ημιμορφωμένους. Δεν έχω διάθεση αυτομαστιγώματος, αλλά δεν μπορώ να μην έχω και στάση κριτική.

Διαβάζω πολύ. Αυτό το διάστημα θέλω κάτι ξεκουραστικό. Βρήκα ένα βιβλίο, που είχα αγοράσει πριν από 30 χρόνια, ξεχασμένο σε μια κούτα. Το «Λες κι ήταν χθες» του Αλέκου Σακελλάριου από εκδόσεις Σμυρνιωτάκη. Από τις καταπληκτικότερες πένες, τους πιο έξυπνους και παραγνωρισμένους Έλληνες, που είχε το απίστευτο χάρισμα να ξέρει πού απευθύνεται. Αυτός είναι ο Αλέκος Σακελλάριος. Έχει αίσθηση λαϊκότητας και ζωής. Τον θαύμαζα από τότε και έδινε την αίσθηση του χορτάτου. Το επί της ουσίας είναι πως αυτός ο άνθρωπος και λοιδορήθηκε από τους λεγόμενους εντός εισαγωγικών κουλτουριάρηδες και δεν έλαβε την τιμή που του άξιζε, επίσης. Ήταν φυσιογνωμία, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στο θέατρο. Ήταν εκπληκτικός στιχουργός, έχει γράψει τραγούδια που βρίσκονται στο δέντρο της εθνικής μας τραγουδοποιΐας. Βεβαίως και δεν είχε την στήριξη της Αριστεράς, η οποία έπαιξε ένα ρόλο ηγεμονικό μετά τον εμφύλιο. Ο άνθρωπος αυτός είχε κάνει την μέσα του βουτιά, είχε δοκιμαστεί παντού. Το θέμα είναι ότι περνώντας τα χρόνια ο πανδαμάτωρ χρόνος θα φέρει αυτό που πρέπει.

Δεν υπάρχει μουσική που να με ξεκουράζει. Είναι επαγγελματική άμβλυνση. Δεν έχω την χαρά να περάσω καλά σε συναυλίες γιατί όταν ακούω μουσική, ακούω μουσική, δηλαδή τι έχει κάνει ο συνθέτης, ο ηχολήπτης, ο παραγωγός κλπ. Είναι η επαγγελματική διαστροφή. Για αυτό ίσως και μου αρέσει περισσότερο να διαβάζω”.

 

 Τζίνα Δαβιλά

 

SHARE
RELATED POSTS
Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο, του Μάνου Στεφανίδη
Για τον Ντέμη, της Αλεξάνδρας Καρακοπούλου-Τσίσσερ
Αλέκος Σακελλάριος: αιώνιος έφηβος, του Άγγελου Κουτσούκη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.