Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Βαριά κλειδιά κι ασήκωτα αμπάρωσαν για πάντα τούτες τις πόρτες…, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Ο οικοδομικός οργασμός ο οποίος επεκράτησε έως και το πρώτο ήμισυ του 2010 – και φυσικά πριν την επέλαση των μνημονίων – φρενάρισε κάθε οικοδομική δραστηριότητα ανά την Επικράτεια, με αποτέλεσμα να περισωθούν μερικά ακίνητα τα οποία πίσω από τις βαριά σφαλισμένες πόρτες τους να ‘κοιμηθούν’ όνειρα τα οποία κανένας δεν γνωρίζει εάν ‘ξυπνήσουν’ και πότε. 

Στην προκείμενη περίπτωση θ’ αναφερθούμε σε σπίτια τα οποία ‘επέζησαν’ της λαίλαπας της ανοικοδόμησης με τον τρόπο της αντιπαροχής, όπου στη θέση τους θα είχαν ορθωθεί μεγαθήρια και πολυκατοικίες, σβήνοντας μια για πάντα την ιστορία τούτων των κτισμάτων είτε αυτά είναι διώροφα ή το πολύ τριώροφα, στην πλειοψηφία τους όμως αφορούν σε μονοκατοικίες με αυλές ή χαμοκέλες ‘πνιγμένες’ στο πράσινο και ζωσμένες από κισσούς, λεμονιές και περικοκλάδες τα οποία βρίσκονται στο Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας και των πέριξ αυτού περιοχών: Πλάκα, Γκάζι (Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων), Βοτανικός, Πετράλωνα, Θησείο, Κουκάκι.  

Κατά βάση πρόκειται για κατοικίες οι οποίες χρονολογούνται εκεί γύρω στα 1920 έως και το 1950, το αργότερο. Τότε, πού παρά την φτώχεια που επικρατούσε, το μεράκι και η τέχνη των μαστόρων ούτε στο ελάχιστο επηρέασε το μυστρί, το σφυρί και την φαντασία τους προκειμένου να αναδείξουν τη δεξιοτεχνία και τις ικανότητές τους, ορθώνοντας πραγματικά κομψοτεχνήματα. Σε μερικά από τα κτίσματα αυτά λειτουργούν ακόμα τα κουδούνια στις εισόδους τους μιας και η ΔΕΗ (πιθανόν) να ξέχασε ν’ απενεργοποιήσει το ρεύμα διότι με ‘πεθαμένους’, ‘αγνώστου ιδιοκτήτη’ και ‘εγκαταλειμμένο’ δεν χαλαλίζει το χρόνο της επειδή γνωρίζει ότι ποτέ δεν πρόκειται να εισπράξει τέλη,  ενώ στα φτωχικά κατοικημένα χαμόσπιτα με τις φαμελιές και τις ανήμπορες ν’ ανταπεξέλθουν στα έξοδα της καθημερινότητας οικογένειες και στους μπατίρηδες, επεμβαίνει τάχιστα σφραγίζοντας  ή αφαιρώντας ρολόγια και μετρητές. Σε μια Ελλάδα, στην οποία το 1/3 του πληθυσμού της έχει υπαχθεί στα λεγόμενα ‘Κοινωνικά Τιμολόγια’, αντιλαμβάνεται ο καθείς και την ποιότητα της προσφερόμενης διαβίωσης καθώς και τις ασφυκτικές κι αβάσταχτες οικονομικές δυνατότητες που καλούνται να διαχειριστούν οι πολίτες της. Αλλά ας μη χαλιόμαστε με ‘μικροπράγματα τα οποία επιδέχονται μπαλώματα’, μπορεί κάποιος να αντιτάξει. Όμως, να μη μας διαφεύγει και το: ‘Τούτος ο λαός, αφέντη μου,/ δεν ξέρει πολλά λόγια,/σωπαίνει, ακούει κι όσα του λες/ τα δένει κομπολόγια’. Μακριά η νύχτα της υπομονής και της ανεκτικότητας, δεν φαίνεται να ευρίσκεται πάντως. 

Τούτα τα σπίτια τα οποία έλαχε να διατηρηθούν και μετά την μεταπολεμική περίοδο του 1950 και την ψυχροπολεμική που συνεχίζεται έως τις μέρες μας με τα κατακλυσμιαία γεγονότα και τις απειλές ένθεν και ένθεν να μας περιβάλουν – βλέπε γείτονα Αλβανία με τις αντιφάσεις της έναντι ημών σε πρώτη φάση, Τουρκία με τις παγιωμένες κατ’ αυτήν στο Αιγαίο διεκδικήσεις της, χωρίς ρούπι να κάνει πίσω – αυτά τα σπίτια λοιπόν, κουβαλούν ολόκληρες ιστορίες πίσω από τις αμπαρωμένες πόρτες τους και μοιάζουν παραπονεμένα όχι επειδή δεν σηκώθηκε το μπόι τους για να ανταγωνιστούν τις διπλανές τους πολυκατοικίες αλλά επειδή η Πολιτεία αδιαφορεί επιδεικτικά ή και περιφρονητικά στη θέα τους, αφήνοντάς τα να σκουριάζουν στα χρόνια της άπληστης τεχνολογίας που μας περικυκλώνει όλο και πιο στενά, αποσκοπώντας πού άραγε; Στην ενανθρώπιση, στην αλληλεγγύη, στην παρέα, στις χαρές της ζωής, όχι σίγουρα. 

Η φίλη μας η Μυρτώ, αυτό το υπέροχο πλάσμα κι ανήσυχο πνεύμα αλλά χαμηλών όμως τόνων, το ψαχτήρι μου – ηθοποιός γαρ και λάτρης των χαγιατιών, των χαμηλών μεν σπιτιών αλλά ψηλοτάβανων οικιών –,  φρόντισε και τούτη τη φορά να μας βουτήξει στο παρελθόν, προσφέροντάς μας αρώματα και χρώματα μιας άλλης εποχής που αντιστέκεται στο χρόνο με πείσμα, και την ελπίδα ότι κάποιοι από τους πολιτικούς μας άρχοντες θ’ ακουμπήσουν το αυτί τους για ν’ αφουγκραστούν τις φωνές που μέσα από αυτά τα χαλάσματα ακόμα …σιγοακούονται, πριν είναι πολύ αργά για την διατήρησή τους, επερχομένης της σφοδρότητας και των τυμπανοκρουσιών των …’επενδύσεων’ της σημερινής κυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη και των συν αυτώ συμπλεουμένων, μέριμνα των οποίων είναι – προς το παρό – τα μπλε, τα πράσινα και τα πορτοκαλί τιμολόγια των

παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας…

 

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.  Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.

SHARE
RELATED POSTS
Βραδιά ποίησης στην Καισαριανή, του Γιώργου Αρκουλή
Τούτο το χειμώνα ούτε θα πουντιάσουμε, θα ‘χουμε κιόλας να τρώμε, του Δημήτρη Κατσούλα
Δε με νοιάζει σου λέω…., της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.