ΕΥ ΖΗΝ Πόρτα στη Δωδεκάνησο

Άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος: μια φλεγόμενη ψυχή, του Δημήτρη Ι.Μπρούχου

Spread the love

 

Δημήτρης Μπρούχος

“Άγιος Κωνσταντίνος, ο Νεομάρτυς, ο Υδραίος, μια φλεγόμενη ψυχή”

 Το άρθρο ανασύρεται από το αρχειακό υλικό της Πόρτας. Πρώτη δημοσίευση στις 14/11/2015

«΄Υδρα, πατρίδα μου , εσύ μ’ ανάστησες / Στης Κιάφας τα σοκάκια με περπάτησες και την καρδιά μου κράτησες / Μα η ξελογιάστρα η ζωή, μ’ αλάργεψε / Με ξέβγαλε στη Ρόδο και με πλάνεψε/ με πήρε και με τράνεψε…/ Μ’ ένα δάκρυ θολό, σαν την πέτρα κυλώ,/που ποτέ της δεν πιάνει χορτάρι / Ιδιος πάντα ο καημός / Και ο πόνος, λυγμός / είμαι νύχτα με δίχως φεγγάρι…

Οι σημαντικότερες γνωριμίες στη ζωή μας, γίνονται συγκυριακά και σε χρόνο ανύποπτο.

Κάπως έτσι, λοιπόν, στις 6 Μαΐου του 2014, την επομένη ενός τιμητικού αφιερώματος στην ταπεινότητά μου, για τα 35 χρόνια παρουσίας μου  στα Ελληνικά Γράμματα, που διοργάνωσε το Διεθνές Κέντρο Συγγραφέων και Μεταφραστών του Δημοτικού Οργανισμού Πολιτισμού-
Αθλητισμού Ρόδου, που κορυφώθηκε με την παρουσίαση του ορατορίου μου: «ΠΑΥΛΟΣ: ΤΟ ΣΚΕΥΟΣ ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΗΣ», στον κατάμεστο Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού, μέσα σε μια ατμόσφαιρα κατάνυξης και μυσταγωγίας, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρόδου κ.κ. Κύριλλος, σε μια εθιμοτυπική επίσκεψη που πραγματοποίησα στο Γραφείο του, με ρώτησε, στο πλαίσιο μιας από καρδιάς συζητήσεως:

«Γνωρίζετε τον πολιούχο μας, τον Αγιο Κωνσταντίνο τον Υδραίο;»

Και συνέχισε: «Καλό θα ήταν, να παρουσιάζαμε κάτι και γι’αυτόν…».

Ο σπόρος είχε πέσει σε εύφορο χώμα κι έτσι, μέσα σε ένα χρόνο μελέτης του βίου του Αγίου και καταγραφής συμβάντων και γεγονότων από τα παιδικάτα του, στην Υδρα, μέχρι τον επεισοδιακό ερχομό του στη Ρόδο, τις περιπλανήσεις του στα «θέλω» της καρδιάς και στα
«πρέπει» της ψυχής, στο πλάνεμά του και στην πάλη εντός του μέχρι την ηρωική μετάνοιά του και τον μαρτυρικό του θάνατο, έχοντας «εγείρει σταθερό αίτημα»-όπως συνήθως πράττω- προκειμένου να μου δοθεί ως φώτιση η χάρη να αρθρώσω λόγο, το έργο, σε ποίηση και
μουσική δική μου, είχε πλέον αποδοθεί.

Βεβαίως, μέχρι το «μακάρι…» να «…γίνει πράξη», μεσολαβούν τα γρανάζια μιας συνθλιπτικής γραφειοκρατίας, πιθανής κακοδαιμονίας (και εννοείται πως δεν υπαινίσσομαι τη μεριά της Εκκλησίας), στα οποία όμως ο γράφων, είναι αρκετά μπαρουτοκαπνισμένος κι έτσι, είμαι
βέβαιος, καθώς τίποτα δεν ευδοκιμεί τυχαία, ότι με την άκαμπτη θέλησή μου και με τις πρεσβείες του Αγίου, το έργο θα ευτυχήσει να κοινωνηθεί στο ευλαβές εκκλησίασμα του νησιού και όχι μόνον.

Το εντυπωσιακό είναι, ότι μέσα στα πηγαινέλα μου στο νησί τον τελευταίο χρόνο, μυούμενος(=διευρύνοντας τη συνείδησή μου) στο παρακολούθημα των βημάτων του, διαπίστωσα με έκπληξη ότι πολλοί ήσαν εκείνοι -και κυρίως νέοι-που αγνοούσαν την ύπαρξή του και την ιδιότητά του, αυτή του πολιούχου.

Και δεν είναι τυχαίο, αφού στο γενικότερο αποκαθήλωμα αξιών και θεσμών, ηθελημένα ή αθέλητα συμπαρασύρονται Μορφές της Χριστιανοσύνης και του Ελληνισμού, που δεν «συμφέρουν» στα αδιαφανή κέντρα λήψης των ανώτερων αποφάσεων.

Γιατί διδάσκουν με το παράδειγμα του Μαρτυρίου τους, το διαρκές «Πάσχα», τουτέστι την ηρωική έξοδο από τα λάθη που επισύρει η προσκόλληση στο ντοβλέτι και στο ρουσφέτι, τα δυό κακά της μοίρας μας, που μας εκμαυλίζουν με τα ταξίματά τους και στο τέλος, μας
οδηγούν πάντα σε συμφορές. Ο Κωνσταντής, λοιπόν, το Νυδριωτάκι, δεκαοχτώ χρονώ παιδί, τέραε στην ακρογιαλιά τα διερχόμενα καράβια, θέλοντας να μπαρκάρει, να ξεφύγει από τον μικρόκοσμο της μιζέριας και της φτώχειας του κι η επιθυμία του αυτή τον ξέβρασε στη Ρόδο, όπου μετά από ένα σωρό δουλειές του ποδαριού, που τον έριχναν περισσότερο στην εσωτερική του καταφρόνια, βρέθηκε στην αυλή του πασά και τα μάτια του θάμπωσαν από τη λάμψη του χρυσού, των χρωμάτων και της χλιδής, που όμοια δεν είχε δει ποτέ του. Κι η κάθε αναστολή του κάμφθηκε, από τον ύπουλο τρόπο που η πλάνη κυριεύει τον αδύναμο άνθρωπο και από τη μια στιγμή στην άλλη, βρέθηκε στην απέναντι όχθη, λουσμένος στα πλούτη και στα καλά. Εφίππευσε την «Εσταφέτ», το αγαπημένο πουλάρι του πασά, που του το εμπιστεύτηκε και σε μια ελεύθερη μεταφορική απόδοση ενεδύθη τον χιτώνα μιας αλαζονικής φιλανθρωπίας, εισπράττοντας τα επιχείρια από τους παλιούς του φίλους, τους συγγενείς, ακόμα και από την ίδια του την μητέρα, που τον αποκήρυξε.

Επειδή όμως το να είσαι Έλληνας, δεν είναι μια απλή έλξη καταγωγής, παρά ένα μυστικό φορτίο, ένα άγιο βάρος κι ένα βαρύ προνόμιο (όπως συνηθίζω να λέω κι όπως κατ’επανάληψη το ‘ χω γράψει), που σε ξαναφέρνει στον ίσιο δρόμο, κάθε που πας να εστρατίσεις, όπως
το να είσαι Χριστιανός, δεν είναι απλώς ένας θρησκευτικός προσδιορισμός αλλά μια διαρκής υπόμνηση της θυσίας, δηλαδή της έμπρακτης αγάπης στον Θεό και στον άνθρωπο, ήρθε η στιγμή που η ψυχή μέσα στα σίδερα του εγωισμού και της ασωτίας έρχεται στα σύγκαλά της και προβαίνει στην υπέρτατη επανάσταση: Στην Μετάνοια. Δηλαδή στην μετά παρρησίας οντολογική αλλαγή της μεταπτωτικής φύσης.

Στο σημείο αυτό ακριβώς, εδράζεται η απόφασή του και το Μαρτύριό του, που μέσα σε αυτό, κάθε κύτταρό του εμφορείται από την «υψηλή κατανόηση» και την «Επίγνωση» της Ομολογίας Χριστού.

Αυτό το γεγονός, αποτελεί την πηγή της έμπνευσής μου, όσο και τη σταθερή πεποίθησή μου ότι η επαφή όλων μας με τις Μορφές της πίστεώς μας και του Γένους μας, ιδίως για τους νέους, είναι λειμώνας και καταφυγή.

Τεμάχιο του Ιερού του λειψάνου φιλοξενείται στο Νιοχώρι, όπως περιγράφεται η περιοχή όπου και ο περικαλλής Ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, στη Ρόδο.

Εύχομαι η σημερινή Εορτή της Μνήμης του (14 Νοεμβρίου), σε συνδυασμό με την αναφορά μου στο δωρηθέν στην ταπεινότητά μου έργο, που λαξεύτηκε στη μορφή ορατορίου ή επί το ελληνικότερον, υμνωδίας, με την αντίστοιχη διαμοίραση, να αποτελέσει ένα επιπλέον
ερέθισμα για μια «καλή γνωριμία».

Για να μη δικαιωθεί ποτέ ο στίχος μου:

«Τ’ όνειρο αφύλαχτο και μου το κλέψαν / κι έγιναν θάλασσες, οι ουρανοί / Ο, τι αγάπησα, το σημαδέψαν και το κουρσέψαν Σαρακηνοί…”

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. 

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Ψυχοσάββατο, απολύτως ψυχοθεραπευτική διαδικασία των Ορθόδοξων Χριστιανών, πράξη αγάπης προς τους κεκοιμημένους – συνταγή
Νίκος Μιχαλάκης, ο Διάκονος της Ιατρικής, του Χρήστου Μαντά
Θέατρο: BABUSHKA και “ΑγάπαΣε”: τελικά, όσοι ερωτεύονται είναι τρελλοί;, της Τζίνας Δαβιλά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.