Πρόσωπα-Αφιερώματα

Ένας Άγγλος ζωγράφος στην Μακεδονία του Μεγάλου Πολέμου, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Spread the love
Φίλες και φίλοι,

Ένα άρθρο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ για τον Στάνλεη Σπένσερ και το ζωγραφικό- πολεμικό του έργο, εμπνευσμένο από τη Μακεδονία μας στα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, μου κίνησε την περιέργεια και σκέφτηκα να σας δώσω κάποια στοιχεία γι’ αυτόν τον άνθρωπο που μπόρεσε μέσα από τη βία και τις φωτιές του πολέμου να βρει ειρηνικές διεξόδους, να «πιάσει» τη μαγεία της περιοχής και να δημιουργήσει έργα άξια προσοχής ως τις μέρες μας.
Ο Στάνλεη γεννήθηκε το 1891 στο Κούκχαμ της Αγγλίας, ένα μικρό χωριό του Μπερκσάϊρ, που εκείνος δεν σταμάτησε ποτέ να μιλά γι’ αυτό, ονομάζοντάς το «χωριό του παραδείσου». Τόσο το αγαπούσε, τόσο το ζητούσε, που του έβγαλαν το παρατσούκλι Κούκχαμ, το ίδιο το όνομα του χωριού του. 
Ήταν το όγδοο παιδί της οικογένειας. Ο πατέρας του, Ουίλλιαμ, ήταν δάσκαλος της μουσικής και ο αδελφός του Τζίλμπερτ έγινε γνωστός τοπιογράφος. Ο παππούς του ήταν αρχιμάστορας και έκτισε τουλάχιστον δύο σπίτια για την οικογένεια.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν ευτυχισμένα και γεμάτα από μουσική, λογοτεχνία και ατέλειωτες συζητήσεις. Ο πατέρας του συνήθιζε να διαβάζει δυνατά ένα κείμενο σε όλη την οικογένεια και μετά προκαλούσε συζητήσεις πάνω σ’ αυτό, την ώρα του φαγητού. Πολλές φορές αυτά τα κείμενα ήταν παρμένα από την Βίβλο. Η οικογένεια έκανε πολλούς περιπάτους στη γύρω εξοχή και άκουγαν πολλή μουσική. Όλα αυτά «βγήκαν» στους πίνακες του Στάνλεη.
Η πρώτη του έκθεση έγινε το 1912. Η έναρξη του πολέμου δύο χρόνια αργότερα τον παίδεψε μέχρι να αποφασίσει αν θα στρατευτεί ή όχι. Τελικά κατετάγη εθελοντής στο ιατρικό Σώμα του Βασιλικού Στρατού και άρχισε να παρέχει τις υπηρεσίες του στο Νοσοκομείο Μποφόρτ στο Μπρίστολ.
Το 1916 πήγε στη Μακεδονία. Όσα έζησε εκεί τον στιγμάτισαν για την υπόλοιπη ζωή του. Μετά το τέλος του πολέμου γύρισε στο χωριό του.
Το 1919 το Υπουργείο Πληροφοριών του ανέθεσε να φιλοτεχνήσει έναν πίνακα, που σήμερα εκτίθεται στο Αυτοκρατορικό Μουσείο Πολέμου και απεικονίζει τραυματίες που μεταφέρονται από άλογα σε κάποιον σταθμό βοήθειας στην Μακεδονία και είναι εμπνευσμένο από μάχη στην οποία ήταν παρών ο ίδιος. Ωστόσο, ο πίνακας δεν δείχνει βία, αγωνία για τη ζωή ή τρόμο, αλλά ηρεμία και λύτρωση.
Το 1923 ξεκίνησε να ζωγραφίζει την Ανάσταση, έργο που το τελείωσε το 1927, τη χρονιά που έκανε μια ατομική έκθεση στην γκαλερί Γκουπιλ, πριν φύγει για το Μπέρκλερ για να ζωγραφίσει το Σάνταμ Μεμόριαλ Τσάπελ για λογαριασμό του ζεύγους Μπέρεντ. Ήταν ένα τεράστιο έργο από 19 τεράστιους πίνακες, όλοι με πολεμικά θέματα, που το τελείωσε το 1932 για να επιστρέψει χαρούμενος στο αγαπημένο του Κούκχαμ. Ζούσε από πωλήσεις έργων του, ως επί το πλείστον τοπιογραφίες, που είχαν μεγάλη ζήτηση και παραμένουν αγαπητοί μέχρι τις μέρες μας.
Χαρακτηρίστηκε σαν μοντέρνος ζωγράφος και πολλά από τα έργα του εκφράζουν την χριστιανική του πίστη. Αρχικά προκάλεσαν μεγάλο σόκ και αντιδράσεις. Σήμερα φαντάζουν στιλιστικά και πειραματικά και τα γυμνά του είναι ομοίως ιδιαίτερα.
Πέθανε το 1959 από καρκίνο, λίγους μήνες αφού πήρε τον τίτλο του Ιππότη. Η ειρωνεία ήταν ότι εμφανίστηκε η δεύτερη σύζυγός του για να πάρει τον τίτλο της Λαίδης, ενώ δεν είχε περάσει ούτε μία μέρα κοντά του (ο γάμος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ).

SHARE
RELATED POSTS
Μάνος Ελευθερίου: Μέχρι σήμερα και για πάντα…, του Δημήτρη Ι. Μπρούχου
Νάνος Βαλαωρίτης: ο τελευταίος ποιητής μπίτνικ ;, του Δρ Πάνου Καπώνη
Γαλλοκρατούμενη Ζάκυνθος – Διαμέρισμα Αιγαίου (α μέρος), της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.