Ανοιχτή πόρτα Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Η τουρκομερίτισσα (*), του Αλέξανδρου Μπέμπη

Spread the love

(* )Αντιγράφω από wiktionary: τουρκομερίτης= Έλληνας προερχόμενος από τουρκοκρατούμενες περιοχές. Σημείωση δική μου: Το γεγονός ότι ο όρος χρησιμοποιήθηκε απαξιωτικά, ρατσιστικά και εχθρικά για τους πρόσφυγες που ήρθαν ξεριζωμένοι από την Μικρασία, τον τοποθετεί στον χώρο της απύθμενης ελαφρότητας εθνική μειοδοσία. Και δεν είναι η μόνη. Όπως και το ”φάε το φαϊ” σου να μη στο πάρει ο πρόσφυγας”, που απειλούσαν οι μάνες τα παιδιά τους. Όταν ο Ιμπραήμ έμεινε σχεδόν 6 χρόνια στον Μωριά και τη Ρούμελη με 30.000 ασκέρι, με τις αναπόφευκτες επιμειξίες που συνέβησαν, ήταν επιεικώς απαράδεκτο οι κάτοικοι της Παλιάς (sic) Ελλάδας, να αποκαλούν ”τουρκομερίτες” τους πρόσφυγες της Μικρασίας. Η ιστορία που θα σας αφηγηθώ είναι αληθινή. Συνέβει το 1972-μαθητής τότε-με συγκλόνισε και διατήρησε ανεξίτηλη την οργή μου για τον τρόπο που χειριζόμαστε τα εθνικά θέματα.  Όχι στον τομέα της πολιτικής, αλλά στον τομέα της εθνικής συνείδησης. Τα λάθη που κάνουμε χωρίς να σκεφτόμαστε ποιες επιζήμιες προεκτάσεις μπορούν να πάρουν,συχνά πιο επιζήμιες από τις πολιτικές αποφάσεις. ”Διές τον, διές τον. Τα παπόπ΄λα τραβάν για τον αχαλέ και ο ”νίσος” στέκεται και τα βλεπ’. (σημ.Το ”νίσος” είναι γραμμένο ηχητικά). Κοιταχτήκαμε με απορία. Καθισμένοι στην καθαρή αυλή με την φρεσκοασβεστωμένη ξερολιθιά, πίνοντας οι μεγάλοι τον καφέ και εγώ την πορτοκαλάδα που μας είχε τρατάρει η κ.Ευδοξία, στο χωριουδάκι πριν την Έδεσα, που καλόκαρδα μας πρόσφερε την λιγόωρη φιλοξενία της. (Έτυχε να σταματήσουμε μπροστά στο σπίτι της, περιμένοντας την υπόλοιπη παρέα με το δεύτερο αυτοκίνητο). Μια ξερακιανή ευγενική φυσιογνωμία, γλυκομίλητη και καλοντυμένη με την κεντημένη μαντήλα στα μαλλιά και την πολύχρωμη φρεσκοσιδερωμένη ποδιά. Στα παράθυρα του χαμόσπιτου, όλες οι κουρτίνες ”πλεγμένες με βελονάκι”, όπως σχολίασαν χαμηλόφωνα οι γυναίκες τις παρέας. ”Τι ψάρια είναι αυτά μεσ’ στη στέρνα κ.Ευδοξία”, την ρώτησα. ”Γιε μ’ γριβάδια”, αποκρίθηκε. ”Και το νερό που τρέχει από το συντριβανάκι πού πάει;” ρώτησε ο πατέρας μου. ”Πίσω, στον λαχανόκηπο…κόπιασε να σου δώσω”, του είπε με πλατύ χαμόγελο. Αργούσε να έρθει η υπόλοιπη παρέα μας και η ερώτηση που ακολούθησε ήταν η πιο συνηθισμένη. ”Από πού είσαι κ.Ευδοξία;”. ”Αααχ, πού να ηξεύρετε τι θα πει ξεριζωμός…από την επαρχία της Σμύρνης…δεκαεφτάχρονο κορίτσι με πέντε μηνώ παιδί στην αγκαλιά…τρέχαμε, τρέχαμε… μπροστά ο πατέρας μου, πίσω εγώ με το μωρό και στο κατόπι μας οι τσέτες…μας κοντοζύγωναν… ”άσε το παιδί και φύγε να σωθείς”, με φώναξε ο πατέρας μου… ”θα τους εμποδίσω εγώ”…και σώθηκα...και τους έχασα όλους για πάντα…το παιδί, τον πατέρα και τον στρατιώτη που είχα ερωτευθεί… ”πάμε για την Άγκυρα και μόλις γυρίσω θα παντρευτούμε” τα λόγια του…ακόμα έχω το φιλί του στο στόμα μου…και έφτασα με χίλια βάσανα στον Πειραιά… γράμματα ήξευρα και βιολί αλλά πού δουλειά…ευτυχώς ήξευρα νοικοκυριό…κέντημα, ράψιμο…πήγα σε σπίτια ξενοδουλεύτρα...αγάπησα ένα πλουσιόπαιδο της γειτονίας… όταν το ‘μαθε η μάνα του έπεσε να τον φάει…”όχι με την τουρκομερίτισσα. Πάνω απ’ το πτώμα μου μ’ αυτήν”…και μας έφαγε, μας χώρισε…κι’ ας περίμενα το παιδί του...είχα κάτι λίγες οικονομίες μαζεμένες, φεύγω…έπλενα σκάλες…γέννησα το παιδί…το άφησα στην Πρόνοια (σημ. μετέπειτα ΠΙΚΠΑ)…ύστερα από χρόνια κατάφερε και με βρήκε το παλικάρι...είχε κάνει οικογένεια…η μάνα του είχε πεθάνει…μου έδωσε πολλά λεφτά με αντάλλαγμα να πάρω το παιδί και να φύγω όσο πιο μακρυά γίνεται…και ήρθα εδώ…έκτισα με τα χέρια μου αυτό το σπίτι…δεν παντρεύτηκα…ήμουν η τουρκομερίτισσα με το μπάσταρδο… δούλεψα στα βαμπάκια και τα καπνά…μεγάλωσε η κόρη μου…την προίκισα ζει στη Σαλονίκη…έχω και τρία εγγόνια…δε βαριέστε ο Θεός είναι μεγάλος. Κοντοστάθηκε για ανάσα. Σταυροκοπήθηκε, με το πρόσωπο της να έχει μια απίστευτη λάμψη, γεμάτη υπερηφάνεια σκουπίζοντας με τρόπο το δάκρυ στο ”Άγιος Ο Θεός”. ‘‘Αχαλές θεία τι είναι…και παπόπ’λα που είπες,πριν λίγο;”, βρήκα την ευκαιρία να ρωτήσω.”Α χαλές γιε μ’ είναι το φρέαρ της καταβόθρας”, μου απάντησε χαϊδεύοντας με στο κεφάλι. ”Χαβούζα”, μουρμούρησε ο θείος μου, σε ”άπταιστα” ελληνικά. ”Και νίσος τι είναι;”, συνέχισα με παιδική περιέργεια.”Αχ γιέ μ’,δεν ξεύρεις τι είναι νίσος; Νήσσος είναι η αρσενική πάπια και παπόπ’λα τα παιδιά του που δεν τα προστατεύει από τους κινδύνους”. Αυτόν τον νήσσο σου φέρνω στα μάτια μου θειά Ευδοξία,όταν μια φορά το χρόνο θυμόμαστε τη Μικρασιατική καταστροφή, χωρίς ίχνος συνειδησιακής αυτοκριτικής. Εκεί που είχατε ονόματα αρχαίων και μιλούσατε αυτές τις περίεργες λέξεις προσπαθώντας να κρατήσετε άσβεστο στη καρδιά και την ψυχή τον ελληνισμό.  Κάθε φορά που γίνεται κουβέντα για εθνικές μειοδοσίες και ποιοι τις προκάλεσαν, εσένα, άξια μου, θυμάμαι κι’ ας περάσαν δυο γενιές από το ’72. Όπως για τους Πομάκους και τους υπόλοιπους μουσουλμάνους της Θράκης που ανεγκέφαλες πολιτικές δεκαετιών τους έριξαν στην αγκαλιά της Τουρκίας. Όπως για τις ίδιες πολιτικές που έγιναν αιτία να κατακρεουργηθεί η Κύπρος και να πουληθεί το ”μακεδονικό” πιο πρόσφατα πριν 25 χρόνια. Είναι οι ίδιες μειοδοτικές νοοτροπίες που μιλούν σήμερα για προδοσία. Σήμερα που προσπαθούμε να συμμαζέψουμε τα ασυμμάζευτα που οι ίδιες προκάλεσαν. Οι εγκληματικοί, ρατσιστικοί, φασιστικοί εθνικισμοί με το τάχαμου πατριωτικό προσωπείο.

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

 

SHARE
RELATED POSTS
Αφήνει η Πανδημία χώρο για …αστεράκια;, του Γιάννη Πανούση
Τα «Γλομπάκια» της ΔΕΗ! – Con Ed consumer “black-out”!, του Γιώργου Σαράφογλου, by George Sarafoglou
Να μας χαιρόμαστε, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.