Ανοιχτή πόρτα

Παρεκκλήσι Καρούσου “Εξομολόγηση προς την αγάπη για την ζωή”, του Νίκου Βασιλειάδη

llll.png
Spread the love

llll.png  

 

 Νίκος Βασιλειάδης

(Συντονιστής “Κέντρων Δια Βίου Μάθησης” Υπεύθυνος Επικοινωνίας – Δημοσιότητας)

 

  

 

pethane-o-zografos-agiografos-giannis-karousos.jpg

 

 

Παρεκκλήσι Καρούσου

«Εξομολόγηση προς την αγάπη για την ζωή

την οποία η ζωή η ίδια μας υπαγορεύει».

 

Γνώρισα την Κατερίνα Καρούσου ένα καλοκαιρινό απόγευμα στον γραφείο της που είναι και η έδρα της «Αρχειοθήκης Καρούσου». Η αλήθεια είναι πως αν και είχα ασχοληθεί με την Βυζαντινή τέχνη, ίσως αναγκαστικά λόγω των σπουδών μου στη Θεολογία, δεν ήμουν οπαδός της, ή λάτρης της. Απείχα συνειδητά από την βυζαντινολαγνεία, ή την στείρα παραδοσιοπληξία πολλών που σχετίζονταν με την Θεολογία και δη την Ορθόδοξη, ίσως επηρεασμένος αρνητικά από τα πολυάριθμα έργα, αποτελέσματα ενός εύκολου και δουλικού μιμητισμού της Βυζαντινής τέχνης. Η μόνη εξαίρεση μέσα σε αυτή την στάση μου απέναντι στην βυζαντινή ζωγραφική ήταν ο Φώτης Κόντογλου, ο Έλληνας ζωγράφος που ανακάλυψε ξανά την ελληνιστική τέχνη, τα αιγυπτικά φαγιούμ, τα πρωτοβυζαντινά ψηφιδωτά, δίνοντας στην τέχνη του ένα πρωτόγνωρο αφαιρετικό λεπτό φως, δημιουργώντας αυτό που λέω, πραγματικούς αυθόρμητους θαυμαστές της τέχνης, ανθρώπους που δεν είναι υποχρεωμένοι να εκτιμούν την τέχνη, υποκριτές και σνομπ που γεμίζουν τα κενά της ζωής τους με υποκρισία περί τέχνης αλλά καθημερινούς απλούς λάτρεις της, απλά γιατί η τέχνη μίλησε στην συνείδησή τους .

Η Κατερίνα Καρούσου το απόγευμα εκείνο μου μίλησε για την εικόνα και τον ρόλο που αυτή διαδραματίζει στην ανθρώπινη συνείδηση, για την ευλάβεια απέναντι στη ζωή, την αγάπη για τον Θεό και όλα αυτά εκφρασμένα μέσω της ζωγραφικής και των χρωμάτων. Το έργο του πατέρα της του Γιάννη Καρούσου σε συγκερασμό με τον αφηρημένο εξπρεσσιονισμό, επιφάνειες όχι με χρωματιστό φως, αλλά με χρώμα που εκπέμπει φως, ζωγραφική που αγγίζει την πεμπτουσία εννοιών όπως η αλλαγή και η σταθερότητα, η δράση και η αδράνεια. Τέχνη στην οποία μπορείς να διακρίνεις και να “διαβάσεις” αβίαστα αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις σου, επιφάνειες στις οποίες γίνεσαι μέρος του έργου, “εισχωρείς” σε αυτό και γίνεσαι ένα με την δύναμη, την μαγεία και την γοητεία του χρώματος. Μια τέχνη στην οποία μπορεί να μη δεις τίποτα απολύτως … μα και τα πάντα. Μου μίλησε και για την προσπάθειά της να δημιουργήσει ένα σύγχρονο πρότυπο σύστημα μελέτης της εικόνας μέσω της μετατόπισης της σε ένα επαυξημένο περιβάλλον μέσω των νέων τεχνολογιών με σαφείς επιρροές από την Tεχνοετική του Roy Ascott. Η δημιουργία νέων μορφών προβολής και προσβασιμότητας στην εικόνα, η αλληλεπίδραση μεταξύ του ανθρώπου με αυτήν αντί να είναι« κάτι »που έχει σταλεί από το ένα στο άλλο, η τέχνη που πλησιάζει την έννοια του τι συμβαίνει με το πρόσωπο που λαμβάνει την εικόνα. Μια πολύ δύσκολη απόφαση που πήρε θέλοντας να τεκμηριώσει επιστημονικά ότι η Βυζαντινή τέχνη είναι από τις λίγες μορφές τέχνης που συνάδει με τις καινούργιες μορφές των αναδυομένων τεχνολογιών, δημιουργώντας ένα από την αρχή, νέο επιστημονικό υπόβαθρο που να πιστοποιεί την σύγκληση αυτών των δύο μορφών τέχνης, επιστημονικά θεμελιωμένο.

 

Θεωρώ πως σας άνθρωποι πρέπει να προσπαθούμε να δούμε ­ πάντα λίγο πιο μακριά από τους άλλους. Να χαρακτηρίζει τις ιδέες και τις πράξεις μας μια εμμονή στο επερχόμενο όταν οι άλλοι εμένουν σε παλιές αντιλήψεις και συνήθειες. Έτσι αισθάνεται κανείς μπροστά στην απλότητα και τον σεβασμό απέναντι στην πραγματική ζωγραφική, στην αληθινή εικόνα κόντρα στην γενική παραδοχή των μεγάλων βεντετών ­ της μοντέρνας τέχνης οι οποίες γίνονται κάθε ημέρα και πιο απωθητικές γιατί νομίζουν ότι η τέχνη είναι μια παράσταση θεατρική και όσο περισσότερη φασαρία κάνεις τόσο πιο μεγάλη θα είναι η επιτυχία σου . Στην τέχνη υπάρχουν πάντα άνθρωποι που κάνουν κάτι ουσιαστικό, ­ μικρό ή μεγάλο ­ – δεν έχει σημασία – απεικονίζοντας τη ζωή, έτσι όπως πρέπει να τη ζει κανείς ουσιαστικά και όχι για επίδειξη και μόνο και αυτό το νοιώθεις μελετώντας την δουλειά της Κατερίνας Καρούσου.

 

Όσα ο Γιάννης Καρούσος, με το έργο του, έργο σταθμό, κληροδότησε απέναντι σε μια λάθος νοοτροπία που κατήντησε την «βυζαντινή» εικόνα μόδα, μια ευτελιστικά εμπορική, τουριστική σχεδόν τέχνη, που δεν κατόρθωνε να πείσει για την ευγένειά της αλλά και τους ζωγράφους της, τεχνίτες του συρμού, και ο τρόπος με τον οποίο η Κατερίνα αντιμετωπίζει την αγιογραφία είναι κάτι πολύ περισσότερο από ζωγραφική, γιατί εκτός από τον σεβασμό απέναντι στην τέχνη προχωρά την ζωγραφική και ένα βήμα παραπάνω σε ζητήματα πίστης και θεολογίας. Διαμορφώνει μέσα από έναν δημόσιο χώρο τον χαρακτήρα του ανθρώπου, την άνωση του θεατή πέρα από το ψυχρό και απρόσωπο τεχνολογικό πολιτισμό μας. Το Έργο της Κατερίνας, ο Θόλος ή το παρεκκλήσι Καρούσου, τοποθετεί τις ιερές μορφές μέσα σ’ ένα κόσμο φωτός έτσι ώστε να φαίνεται ότι αιωρούνται κυριολεκτικά μέσα στον αιθέρα προσφέροντας μια αξέχαστη και απόλυτα καθηλωτική εμπειρία. Μια τεράστια 360 ° τοιχογραφία που σε αγκαλιάζει και σε οδηγεί σε μια κατάσταση υπερβατικότητας. Μια απόλυτη εμπειρία που επαναπροσδιορίζει τη σχέση της τέχνης και πνευματικότητας που αναθεωρεί ολόκληρο το «πρόβλημα» της ζωγραφικής φτάνοντας σ’ έναν νέο ορισμό πιο φωτεινό γύρω απ’ την αξία των σημείων που υποδηλώνουν την κατάσταση του κόσμου. Ο θεατής αφιερωμένος στην σκιά της πνευματικότητας αφήνει μια δέσμη φωτός να πετάξει στον αέρα και να συνδεθεί με κάποιο τρόπο με το ιερό. Ίσως από την αναζήτηση αυτή να συνεχίσει να παράγεται τέχνη. Βεβαίως. Με το μεταφυσικό, με το ιερό ή με το Θείο. Το θέμα πάντα είναι είναι οι φόρμες και μορφές που θα το εκφράσουν…

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

 15003381_1347007678676709_1951350300733005937_o.jpg

SHARE
RELATED POSTS
Οι γδάρτες, πάντα θα καιροφυλαχτούν, του Δημήτρη Κατσούλα
Στο περιθώριο των «Θα»…, του Γιώργου Αρκουλή
Χειμώνας, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.