Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Τα μεσημέρια του φετινού καλοκαιριού να μη τα κλαις, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Γιατί ειδικά αυτό το καλοκαίρι – εύλογα μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί – θα είναι διαφορετικό από τα προηγούμενα; Κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι θα είναι αποστασιοποιημένο από τα άλλα για πολλούς και διάφορους λόγους, ο κυριότερος όμως έγκειται στην οικονομική δυσπραγία που μαστίζει σχεδόν τους πάντες με αποτέλεσμα τον αποδεκατισμό των οικογενειακών και επιχειρηματικών προϋπολογισμών. Πάντως, όπως κι αν αποτυπώνεται αυτή η οικονομική στενότητα στην κοινωνία, ανεξάρτητα από το εάν το συνολικά οφειλόμενο ποσό στην εφορία αγγίζει τα 120 δις ευρώ που αφορά σε 4 εκατομμύρια άτομα (αυτή είναι μια άλλη, σοβαρή παράμετρος, κάποιοι την ονομάζουν ως τον νέο εφιάλτη της επερχόμενης γενιάς), μετά από έναν τέτοιο εγκλεισμό δυο ετών είναι αδύνατον να συγκρατηθεί ο Έλληνας, και δικαίως, στα μεγάλα αστικά κέντρα την στιγμή μάλιστα που το φετινό καλοκαίρι διαγράφεται από τους ειδικούς ως πολύ θερμό.

Ο προορισμός για τα χωριά έρχεται ως η πλέον συμφέρουσα  λύση των πολλών, ανεξάρτητα εάν διαθέτουν σπίτι ή όχι, αρκετοί πάντως, όπως μαθαίνω είναι εκείνοι οι οποίοι θα φιλοξενηθούν από φίλους. Κι επειδή τούτη η δεκαετία που διανύουμε φαίνεται να είναι η πιο ταραχώδης όσον αφορά στον πόλεμο στην Ουκρανία με απρόβλεπτες διαστάσεις με κάποιους ειδικούς να ομιλούν για εχθροπραξίες που μπορεί να διαρκέσουν ακόμα και δεκαετίες, στην ευθεία –πλέον – διεκδίκηση του Αιγαίου από τον σουλτάνο Ερντογάν και την ακρίβεια να καταγράφει ‘κόκκινο’ παντού, τόσο στα καύσιμα όσο και στα είδη διατροφής  – ως δώρο σε συσκευασίες μικρών μπουκαλιών θα πωλείται σε λίγο η βενζίνη – τα βουνά και τα λαγκάδια ενδείκνυνται τελικά ως η καταλληλότερη επιλογή για διακοπές καλοκαιρινές στα χαμηλά και στα μικρομεσαία βαλάντια. Οι ημέρες όπου ως ‘άνετοι’ οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν το αυτοκίνητό τους για την μετακίνησή τους προς τα χωριά τους με τις τιμές των καυσίμων να κυμαίνονται από λογικά έως υποφερτά επίπεδα, φαίνεται να έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Ήδη, παλαιές μέθοδοι στην μετακίνηση ακολουθούνται όπως είναι η χρήση ενός αυτοκινήτου σε συνδυασμό με τις ανάγκες και του γείτονα – οπότε τα έξοδα μοιράζονται – καθώς και η επιλογή των λεωφορείων του ΚΤΕΛ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Ο κόσμος πάντως όπως τον ξέραμε με τις ανάγκες και τις προτεραιότητές του, τελειώνει. Τα πάντα τείνουν προς συρρίκνωση.

Παρ’ όλα αυτά, το καλοκαίρι το φετινό θα χαρακτηρίζεται από την απουσία μασκών σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητάς μας, κάτι το οποίο σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα μπορούν έστω και με μια μικρή προσοχή να έρθουν πιο κοντά, η κατάργησή τους να συμβάλει έτι περισσότερο στην αποκατάσταση τυχόν διαρραγεισών σχέσεων ως απόρροια του κορωνοϊού που είχαν επιβληθεί, εκδηλώσεις πολιτιστικές να ξαναζωντανεύουν και εν γένει οι σχέσεις οι οποίες – όσο κι αν φανεί υπερβολή, – είχαν αρχίσει ως έναν βαθμό να κλυδωνίζονται, με την επαναφορά τώρα των ελεύθερων αγκαλιών και των χειραψιών, συνήθειες οι οποίες είχαν αρχίσει να ξεχνιούνται, οι άνθρωποι έρχονται πιο κοντά χωρίς το στίγμα του εμβολιασμένου με ανεμβολίαστο να αποτελεί εμπόδιο κοινωνικό, και γιατί όχι και ρατσιστική διάκριση στην οποία είχε αναχθεί.

Οι διακοπές φέτος θα είναι τόσο περιορισμένες από πλευρά χρόνου όσο και προϊόντων επίσης. Το καρπούζι θα αγοράζεται πλέον σε φέτες ανάλογα με τα άτομα της οικογενείας, οι ντομάτες το ίδιο, καθώς και τα τεμάχια του τυριού φέτα θα περιέλθουν σε ‘δίαιτα’ μέχρι απισχάνσεως. Τα περιβόλια και οι μπαξέδες φέτος θα έχουν την τιμητική τους. Η κατάσταση, παρά τα μέτρα που εξαγγέλλονται και, είτε με καθυστέρηση υλοποιούνται είτε στην τελική τους εφαρμογή είναι λογιστικώς ‘αλλοιωμένα’ με στρογγυλοποίηση προς τα κάτω, δεν είναι πάντως ικανά να συγκρατήσουν την οικονομική αιμορραγία. Και επειδή η γκρίνια μαυρίζει τις ψυχές, θολώνει τις χαρές και πάντα οδηγεί σε καταστάσεις ‘έκνομες’, ανάγκη είναι ο καθείς να διατηρηθεί ψύχραιμος εάν πράγματι αναζητά ένα διαφορετικό καλοκαίρι, ένα καλοκαίρι γελαστό με πρωινό ξύπνημα πριν την ανατολή του ήλιου, τα μεσημέρια κάτω από τον παχύ ίσκιο των καστανιών, τα απογεύματα με μικρές πεζοπορίες προς όσα τόσα χρόνια είχαμε να επισκεφθούμε και έχουν αλλάξει όψη και μορφή, τα δε βράδια σε ταβερνάκια που επί δυο και πλέον χρόνια παρέμεναν κλειστά και τώρα μας αναμένουν με πολύ προσιτές τιμές και κορίτσια γκαρσόνια που μυρίζουν δυόσμο, μόσχο, φλισκούνι και αμάραντο. 

Μακριά λοιπόν από τις πόλεις-γκέτα όσοι μπορούμε, εάν αναζητούμε να ζήσουμε μερικές ημέρες ως άνθρωποι που μας πρέπει για να μη πεθάνουμε από την ασφυξία και την θερμοπληξία σε περιπτώσεις που τυχόν υπάρξουν διακοπές ρεύματος, για να μην υπάρξει μια νέα επανάληψη όπως εκείνο το καλοκαίρι του 1987. Γιατί τότε χωρατά και πρωτοπόρες μέθοδοι (ακολουθεί βίντεο στο τέλος του κειμένου) θα φαντάζουν πολύ… κακόγουστα.

                        

SHARE
RELATED POSTS
Βυζάντιο, ταλέντο και ΑΕΙ, του Μάνου Στεφανίδη
Δεν δέχεται ελληνικά ομόλογα η ΕΚΤ
Επένδυση με κόστος…, του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.