Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Αγουροξυπνημένος κι άκεφος, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Ο παππούς ήταν τσίφτης, τζέντλεμαν και ατσαλάκωτος στις κουστουμιές του αλλά και σε όλους προσηνής, καλοκάγαθος και πάντα με τη γλυκιά κουβέντα για τον κάθε έναν στο στόμα. Από τις λαϊκές αγορές που πωλούσε πότε τα ζαρζαβατικά του και τα μέλια του μέχρι τα τοπικά πανηγύρια, τα συνοικέσια και τους γάμους. Πρώτος στο χορό, στα τραγούδια της τάβλας αλλά και στο ψαλτήρι καθώς και στους θανάτους πάντα έβρισκε λόγο παρηγοριάς για τους πικραμένους. Ήταν από τους πρώτους στο χωριό που αγόρασε μηχανάκι (μοτοσακό το έλεγε) αφότου διανοίχτηκε ο δρόμος για το χωριό εκεί γύρω στα 1968 και τελειοποιήθηκε την επομένη χρονιά με επιχωμάτωση. Ένα δίχρονο μηχανάκι (έκαιγε δηλαδή βενζίνη με λάδι ανάμεικτα) μεταχειρισμένο, το οποίο χρησιμοποιούσε για τις απογευματινές του εργασίες ενώ από το πρωί και μέχρι το μεσημέρι εργαζόταν στην διάνοιξη του υδροφόρου αγωγού που θα μετέφερε νερό σε περισσότερους από δέκα δήμους, καταλήγοντας στους Γαργαλιάνους. Προς το απόγευμα ασχολιόταν με το πότισμα των καλαμποκιών και του μπαξέ, τον έλεγχο της ροής του νερού στο αυλάκι, την επίσκεψη στα σταφιδάμπελα και τέλος εάν του περίσσευε χρόνος συναντιόταν με φίλους του για κάνα κρασάκι στο καφενείο του χωριού.

Το μηχανάκι (μοτοσακό) πάντως το πρόσεχε σαν τα μάτια του, λες και είχε διαθέσει ολόκληρη περιουσία για την απόκτησή του. Τα καλοκαίρια το έλυνε, το έκανε βίδες στην κυριολεξία. Με πετρέλαιο, βενζίνη και ένα πινέλο λίπαινε κάθε εξάρτημά του. Τέλος, του έκανε και ένα βάψιμο με λαδομπογιά και επειδή – ως συνήθως – έχανε λάδια και μαύριζε το χώρο της αυλής, το πάρκαρε μερικά μέτρα έξω από το σπίτι, στον κεντρικό δρόμο του χωριού.

Την βραδιά εκείνη άρχισε από νωρίς το απόγευμα να ψιλοβρέχει. Ειδοποιήθηκε ότι αύριο δεν θα έχουν εργασία στον υδροφόρο αγωγό.   Ετοίμασέ μου τον φακό και το φανάρι είπε στην γιαγιά μου, νωρίς το πρωί και καμιά ώρα πριν το ξημέρωμα θα ανέβω απέναντι στις ραχούλες, στις μάντρες και στα σπαρτά για να μαζέψω σαλιγκάρια. Βγαίνει στο δρόμο, κοιτάζει για το μηχανάκι, πουθενά. Άφαντο. Το ‘μοτοσακό’ του είχε κάνει ‘φτερά’. Άρχισε να καταριέται τη στιγμή και την ώρα που το έβαζε εκεί, με αυστηρό ύφος κοιτάζει την γιαγιά μου σαν να της έλεγε: ‘Εσύ είσαι η υπεύθυνη για το κλέψιμο γιατί φαγώθηκες μη σου λερώσει την αυλή με μια στάλα λάδι που τρέχει’. Ακύρωσε και το μάζεμα των σαλιγκαριών ψάχνοντας παντού ολόγυρα με τον φακό και το φανάρι, ακόμα και στο διπλανό χωράφι έκανε έλεγχο αλλά άκαρπες οι έρευνές του. Μουρμουρίζοντας πήρε το δρόμο ψάχνοντας αναστατωμένος. Λίγο πιο κάτω ακούει θόρυβο. Του θυμίζει τον ήχο της δικής του εξάτμισης. Σε λίγα μόλις λεπτά βλέπει το ‘μοτοσακό’ του με άλλον καβαλάρη-οδηγό. Θυμωμένος αλλά με σταθερή φωνή και ολίγον περιπαικτική του λέει: ‘Πώς το βρήκες φίλε μου το μοτοσακό μου; Σε έβγαλε ‘ασπροπρόσωπο’; Σου παραπονέθηκε σε καμιά ανηφόρα;’. Όχι κύριε Μήτσο, μια χαρά το βρίσκω δυο χρόνια τώρα που το χρησιμοποιώ τα πρωινά ενώ εσύ λείπεις, και είμαι διατεθειμένος να βάζω και την βενζίνα του ακόμα, του απαντά ο Μάρκος ο χωριανός. Γέλασε ο παππούς, αγκαλιάστηκαν. Το ότι μένεις στην άλλη άκρη του χωριού και δεν μου δόθηκε η ευκαιρία ως τώρα να σε γνωρίσω γιατί κι εσύ για την φαμελιά σου αγωνίζεσαι, από τώρα και στο εξής σε υπαγάγω στο κλαμπ των φίλων μου, είπε ο παππούς κι ένα δάκρυ κύλισε στο μάγουλό του.

Υγ: Περαιώνοντας αυτό μου το σημείωμα, η μικρή μου Deema έτρεξε με ένα τάμπλετ δίπλα μου υποδεικνύοντάς μου το τραγούδι που ακολουθεί στη μνήμη του προπάππου της, όπως μου είπε αλλά και σε όλους όσους ζουν ακόμα τους περιορισμούς της καραντίνας καθώς οι φωτογραφίες που το συνοδεύουν την αντιπροσωπεύουν πλήρως, θυμίζοντάς της τους χώρους όπου ζει και αυτή, και το περιβάλλον στο οποίο κινείται. Της υποσχέθηκα ότι θα το προσαρτήσω, ανεξάρτητα εάν είναι συμβατό με το περιεχόμενο του σημειώματος ή όχι. Αδυναμίες, βλέπετε!

SHARE
RELATED POSTS
Οι Paratheristas, τα Mamakoita και Σια, της Λουσίλ Πετρίδου
Το χάλι (μας) κάτω απ’ το χαλί…, του Νότη Μαυρουδή
Ένοχο το καλαμπόκι…, του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.