Πρόσωπα - Αφιερώματα

Υπόκλισις Φωτός, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Spread the love

Ματίνα Ράπτη -Μιληλή

Φωτογραφία άρθρου: Ο Μίκης Θεοδωράκης  από το αρχειακό υλικό της σελίδας https://mikisguide.gr/ που εκπόνησε ο Γιώργος Αγοραστάκης.

Καθισμένη μπροστά στον υπολογιστή, έχω ένα παράθυρο πίσω μου κι ένα αριστερά,  αυτό το  δεύτερο   να κοιτά την δύση. Παράξενα που μπαίνει το φως στο σπίτι! Σαν να άλλαξαν θέση  οι σκιές.  Είναι πολύ νωρίς το πρωί. Το ραδιόφωνο ανοιχτό διακριτικά  υφαίνει  ένα όμορφο μουσικό χαλί για να πατάει η μέρα μου απαλά.  Σαν να διασχίζεις μιά αμμουδερή παραλία, εκεί που κάποτε όλοι γράψαμε το όνομά μας…

Με παρασέρνει  και μένα το κλίμα των ημερών, το ξέρω, αλλά πώς να κάνεις κι αλλιώς; Όταν σε ξεπερνάει το γεγονός σαν γεγονός και παύει να είναι ένας απλός θάνατος. Ένας θάνατος, θα μου πείτε, δεν είναι ποτέ απλός.  Ο θάνατος, ενός ανθρώπου που έζησε σχεδόν έναν αιώνα-ευλογία  σπάνια στις μέρες μας- και είχε μιά ζωή σαν παραμύθι. Κανονικό παραμύθι όμως , με δράκους, ξεκοιλιάσματα, ήρωες πάνω σε αγέρωχα άλογα, σπαθιά και τουφέκια, παλάτια και παράγκες,  νεράιδες,  μάγισσες και πολύ πολύ μουσική… Ω, ένας θάνατος δεν είναι ποτέ απλός, το ξέρω γιατί έχασα και γω ανθρώπους. Δεν το συνηθίζεις ποτέ.   Αλλά μιά μετάβαση στην αθανασία;  Δεν είναι και τόσο συνηθισμένο πράγμα. Δεν συμφωνείτε; Πόσα «δεν»  μετρήσατε; Και όλα τα «δεν» είναι στην πραγματικότητα  καταφάσεις. Καταφάσεις  που αρνείσαι να δεχτείς αλλά δεν μπορείς  να κάνεις κι αλλιώς. Ο νόμος του ανθρώπου ξεπερνάει τα πάντα.

Σήμερα όλη μέρα και χθες και προχθές, παντού, παίζει Θεοδωράκη. Γύρω μου ακούω μουρμουριστά  την Μαργαρίτα την Μαργαρώ, την Αρνηση κι άλλα, πιό αγωνιστικά, και ακούω τον Μπιθικώτση να ξεσηκώνει το Ηρώδειο, βλέπω τον κινηματογραφικό Ζορμπά  να χορεύει κάτι σαν συρτάκι , την Εντιθ Πιαφ να σπαράζει, τους  Beatles( ναι, μάλιστα, τους Beatles, καλά διαβάσατε!) να τον τραγουδάνε, να τον αγαπάνε…  Κάτω από τα γιγάντια ανοιγμένα χέρια του «τελευταίου των ορθίων», όπως τον άκουσα να αποκαλεί τον εαυτό του σε μία συνέντευξη , χώρεσε η οικουμένη όλη. Όλα τα πιστεύω έγιναν ένα κι όλες οι αλήθειες μία. Τόσο απλά.

   Είδα και άκουσα αυτές τις τελευταίες μέρες παλιές  εκπομπές, συνεντεύξεις που σίγουρα δεν τις άκουσα στον καιρό τους, είδα φωτογραφίες ασπρόμαυρες από ένα απίστευτο παρελθόν,  έμαθα  ένα κρυφό κομμάτι της ιστορίας μας, που με παράπονο βελούδινο  μοιράστηκε με τους  έκπληκτους δημοσιογράφους που είχαν την τύχη να βρεθούν απέναντι του . Είδα ένα άνθρωπο που δεν μετάνιωσε για τίποτα και έζησε όπως ήθελε.  Πόσοι άραγε από μας θα  μπορούσαν  να πουν κάτι τέτοιο  όταν θα κλείνει ο κύκλος της ζωής πίσω μας; 

  Τα ξέγνοιαστα εφηβικά μου χρόνια νόμιζα πως είχαν πολύ λίγο από το μεγαλείο του, γιατί μοιραία, ο απόηχος είναι αυτός που μας φτάνει όταν δεν έχουμε μνήμη των γεγονότων την στιγμή που  αυτά συμβαίνουν.  Αλλά μάλλον δεν είναι έτσι ακριβώς, γιατί είναι αυτό που  έχει  τελικά εντυπωθεί  βαθιά μέσα μας,  αυτό το τόσο οικείο άκουσμα, αυτή η μαυροντυμένη φιγούρα με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό, τα κλειστά μάτια και τα ανοιγμένα χέρια. Το συρτάκι που μας ενώνει μυστικά. Τα χέρια του όταν διεύθυνε  τις ορχήστρες του ανα τον κόσμο όλοι τα λένε φτερά, αλλά και πώς να τα πεις αλλιώς;  Είναι τυχαίο που έχει το όνομα του Αρχάγγελου Μιχαήλ;  Μερικές φορές η αίσθηση των πολλών είναι η απόλυτη αλήθεια και αυτό κρατώ.

Σε μια συνέντευξη από αυτές που παίζουν μέρες τώρα τον άκουσα να λέει πως κανείς δεν τον κατάλαβε. Τουλάχιστον  όχι σε όλο του το φάσμα.  Και υπο κανονικές συνθήκες μιά τέτοια δήλωση θα με νευρίαζε, αλλά από το στόμα αυτού του γιγάντιου έφηβου γέροντα όχι.  Κι αναρωτιέμαι μέρες τώρα πότε πρόλαβε να τα ζήσει όλα αυτά; Πότε πρόλαβε να σπουδάσει, να βρει την αληθινή αγάπη, να γράψει τόση μουσική, να κάνει οικογένεια, να  αγωνιστεί με τόσους εχθρούς. Θα μου πείτε ήταν και οι εποχές γεμάτες  εχθρούς, αγώνες και αίμα κι κείνος έζησε αρκετά για να προλάβει όλες τις μάχες.

Το τρίτο πρόγραμμα έχει αφιέρωμα στο συμφωνικό του έργο. Εμείς ιδέαν από όλα αυτά βέβαια. Κοίτα να δεις που πραγματικά δεν τον ξέραμε.  Ούτε τα κείμενά του ξέρουμε. Ακουσα πώς όλα είναι πια ψηφιοποιημένα, ευτυχώς, μαζί κι όλη η μουσική του από το 1943 και πέρα. Πήρε , λέει , δύο χρόνια για να γίνει το χαρτί αθάνατο , τόσε χιλιάδες σελίδες από νότες και σκέψεις. Σίγουρα αν δεν τον σταματουσε ο θάνατος θα έγραφε ακόμα. Κι αυτό δεν άντεξε μάλλον, το να μην μπορεί να γράφει.

Στον σεβασμό που του πρέπει,  σε κείνον που φίλησαν στο στόμα και οι εννιά μούσες, όπως άκουσα να λέει για τον Θεοδωράκη ο  Γιώργος Λιάνης, κλείνω τα μάτια μου και χάνομαι στην μουσική του ταπεινού μου ραδιοφώνου, σε ήχους μαγικούς, σε μελωδίες δικές του αλλά  μη αναγνωρίσιμες. Το φως αργά αργά, μπαίνει ζεστό και υπο γωνία στο δωμάτιο με τα δύο παράθυρα. Στέκομαι για λίγο με το κεφάλι χαμηλά, απολαμβάνω τη στιγμή.   Και λες σαν να το ένιωσε και ο ήλιος μας αυτό. Του δικού μας ηλιακού συστήματος το κέντρο.  Τέτοια εποχή συμβαίνει πάντα το φως του ήλιου  να διαχέεται διαφορετικά.  Αλλάζει η  τροχιά της γης, αλλάζει η εποχή,  η οπτική μας, γυρίζουμε γύρω από τον άξονα μας, ασήμαντες κουκκίδες μέσα στο απέραντο σύμπαν.   Σήμερα όμως το κατάλαβα. Το ένιωσα το φως που απλώνεται στο σπίτι πιό γλυκά.  Σαν να γέρνει το φως. Και λέω μέσα μου, δεν είναι τυχαίο.  Μοιάζει σαν  μιά υπόκλιση.

Υπόκλιση φωτός. 

«Η τέχνη είναι αυτή που μας ενώνει με την συμπαντική συμφωνία και τότε γινόμαστε άνθρωποι.» Μίκης Θεοδωράκης

SHARE
RELATED POSTS
Λούης Σορωνιάτης: ο διεθνής, της Τζίνας Δαβιλά
Το κορυφαίο, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Δυο λόγια για την Νάσια Στουραΐτη – Φωτογραφικό υλικό από την έκθεση “Πρόσωπα, ταξίδια, βήματα”

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.