Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Μακριά, όσο πιο μακριά κι ακόμα παραπέρα γίνεται, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Και έρχεται η ώρα κάποτε, και φθάνει η στιγμή που όλα σε μπουχτίζουν και γίνονται ένας αχταρμάς που άκρη δεν βρίσκεις, γιατί έτσι τους συμφέρει να θολώνουν τα νερά με φούμο – εδώ θα μου πεις σε θέλω να σταθείς στα δύσκολα και τα πολύπλοκα και να τα βγάλεις πέρα – αλλά αναρωτιέσαι αν αξίζει να συνεχίσει κανείς να γράψει πλέον. Μήπως τάχα για τα αμείλικτα ερωτηματικά που τίθενται εμπρός σου, μήπως για τη ζωή (θεός να την κάνει ζωή και αξιοπρεπή καθημερινή διαβίωση), μήπως για το θάνατο που πρόβαλε σε καθημερινή βάση κατάμαυρος, ή την αναζήτηση της ευτυχίας(δικαίωμα του κάθε ανθρώπου) και την ελαφρότητα του έρωτα που σιγά σιγά με τρόπους και μεθόδους αναζητούν να τον απαξιώσουν;

Από παντού επιχειρείται και βομβαρδίζεται νυχθημερόν μια έκπτωση αξιών  εσκεμμένη που βιώνουμε καθώς και τον παραλογισμό, το θράσος και την αναλγησία του κράτους και συγκεκριμένα κάποιων κουρδισμένων πολιτικών παραγόντων οι οποίοι είναι ‘’μανούλες’’ στο να διασπείρουν την αβεβαιότητα συνυφασμένη με την απελπισία και τον μαρασμό από κάτι χείλη και πρόσωπα παγερά έτοιμα να σπείρουν το φόβο και τον πανικό σε φιλήσυχους πολίτες.

Και έρχεται η ώρα κάποτε, και φθάνει η στιγμή που αναρωτιέσαι αν αξίζει να ασχοληθείς με τα παραπάνω ή μόνο με τη βροχή και τις διαδρομές μέσα στην πόλη για να πιείς ένα ποτήρι κρασί με κάποιο φίλο ακούγοντας ταυτόχρονα με τον ήχο της και τον ήχο ενός τραγουδιού αγνοώντας επί τούτοις όλα αυτά που σχεδιάζουν για πάρτι σου διότι νομίζουν οι άθλιοι ότι οι ώμοι σου είναι ικανοί να σηκώνουν τα πάντα, χωρίς να έχουν υπόψη τους το ‘’Κάποια ξημερώματα σε μακρύ τραπέζι

θάρθουν να καθήσουνε μάνες και παιδιά

μέρα αναστάσιμη κι ο λαός θα παίζει

τα πολλά τραγούδια του για τη λευτεριά ‘’

δεν είναι ούτε υπερβολή μα ούτε και μακριά να ακουστεί. Γι’ αυτά, και για όλα τα άλλα που επιφορτιζόμαστε καθημερινά, για τις γελοιότητες που βιώνουμε για το σήμερα και για ένα ξεγυμνωμένο αύριο, για το πάθος, τη δίψα και τη λύσσα μας που προσβλέπουμε σε ένα καλύτερο αύριο, ας αφήσουμε καλύτερα να μιλήσουν τα τραγούδια μας στέλνοντας όλους τους παντογνώστες, φωστήρες, επαΐοντες κι αυτά τα τρομαγμένα ανθρωπάρια στο διάολο κι ακόμα παραπέρα.

SHARE
RELATED POSTS
Σενέ κενενέ, του Αλέξανδρου Κανταρτζή (Μπέμπης)
Μέσα στο studio: οι πρωινοί τραγουδιστές, του Γιάννη Παπαϊωάννου
Πεθαίνουν οι λέξεις;, του Μάνου Στεφανίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.