Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Παρανυφάκι εν αποστρατεία, της Ματίνας Ράπτη-Μιλήλη

Spread the love

Ματίνα Ράπτη -Μιληλή

 

Να ΄μαι λοιπόν, ένα παρανυφάκι που βγήκε στην σύνταξη! Και τί σύνταξη να πάρεις δηλαδή; Να’χουμε να θυμόμαστε που φωτογραφιζόμαστε!

Ας πούμε καλύτερα “παρανυφάκι εν αποστρατεία”. Παρέδωσα τα τούλια μου, τα λευκά μου σκαρπινάκια και τα καλτσάκια με την δαντελίτσα, το καλαθάκι μου για τα ρύζια και τα ροδοπέταλα και να΄μαι, όλο νάζι, μια ασπρόμαυρη φωτογραφία σε ασημένια κορνίζα .

Και τώρα παρακαλώ κάντε με εικόνα.

Το μαλλί τρούλος, σαν μπαξές ολάνθιστος, με τα καρφωτά μου τα λουλουδάκια τα υφασμάτινα και όση λακ περίσεψε από τον ψεκασμό συμπεθέρας, νύφης και φιλενάδων που μαζεύτηκαν στο πατρικό της νύφης για να την ντύσουν…μαντέψτε τί!

Μάλιστα, σωστά μαντέψατε! Νύφη! Twelve points !

Αλλά εγώ πιστεύω πως οι κολλητές ήρθαν για να βεβαιωθούν πως το όνομά τους έχει γραφτεί στο σωστό σημείο της νυφικής γόβας…Το πιο σουρνάμενο.

Αϊντε, καλά, ήρθαν και για να της τραγουδήσουν το “σήμερα γά, σήμερα γάμος γίνεται σ΄ωραίο περιβόλι” και στο σημείο που ο αητός έχει γραπώσει την περιστέρα και η μάνα αποχωρίζεται απ΄την κόρη, πάρτην κάτω την συμπεθέρα! Και να, το δάκρυ κορόμηλο ΚΑΙ η νύφη! Ευτυχώς την έχουν βάψει με αδιάβροχο στόκο και δεν λεκιάστηκε ποτέ κανένα νυφικό από κλάματα…Κλάματα χαράς τα έλεγαν οι μεγάλοι…

Εγώ τα έλεγα μεγάαααλη βλακεία…Αντί εκεί να χαρεί που γλίτωσε το πρωινό ξύπνημα για το σχολείο και τα λαδερά…αμ’ που θα μπορεί να κοιμάται ό,τι ώρα θέλει;! Σε τόσους γάμους ήμουν παρανυφάκι…όλες οι νύφες έκλαιγαν! Μα όλες. Μυστήριο πράμα!

Και επιστρέφουμε σε μέεεενα. Το φορεματάκι μου ήταν λευκό.

Εκτός από κείνη την φορά στον γάμο της μεγάλης μας της εξαδέρφης που είμασταν επτά και για να μην μοιάζουμε με μαρέγκες σε παράταξη μας ντύσανε σομπρέ!

Δύο σομπρέ φυστίκι (η αδερφή μου και γω), δύο σομπρέ μανταρίνι (οι κόρες του θείου Βαγγέλη), και τρείς σομπρέ λεμόνι (οι κόρες του θείου Ευλάμπιου) !

Κοριτσόσογο! Ενα σας λέω μόνο αχ “Καημένε παππού”. Μόνον αυτό.

Σας έλεγα λοιπόν για κείνο το φορεματάκι με το μανικάκι φούσκα που είχε για την τσαχπινιά του πατρόν, γύρω γύρω φιόγκους, φιόγκους, φιόγκους και στο τελείωμα…φιογκάαακια!

Απαραίτητο αξεσουάρ που έπρεπε να έχει κάθε σοβαρό παρανυφάκι ήταν το καλαθάκι για το ρύζι, τύπου “Πάρτε καλοί μου καλεσμένοι λίγο ρυζάκι από το ταλαίπωρο (και πιθανά άυπνο) παρανυφάκι”. (Άυπνο βέβαια, γιατί πού να κοιμηθώ εκείνο το μεσημέρι! Εγώ περίμενα πως και πως να έρθει η ώρα να φορέσω το πριγκιπικό μου φουστανάκι και να αρχίσω τις φούρλες).

Α! εκείνα τα χρόνια! Εκείνα τα χρόνια, τα επαναστατημένα, που πετούσανε τα ρύζια ΕΝΤΟΣ του ναού! Μάλιστα! Χωρίς να παθαίνουν παροξισμό οι παπάδες που τους έκαναν, λέει, το οίκο του Θεού οριζώνα. Χωρίς να φριάζει ο νεοκόρος και να κάνει λες και είναι Ματατζής και οι καλεσμένοι είναι αντιεξουσιαστές που ήρθαν στον ναό να πετάξουν μολότωφ ζωσμένοι με ρύζι καρολίνα και ροδοπέταλα. Αχου είπα ροδοπέταλα και θυμήθηκα σ’ ένα γάμο που γλίστρησε αυτοκρατορικά στα ροδοπέταλα η πεθερά του γαμπρού και το ‘πιάσε η κάμερα. Και δεν φτάνει που το΄πιασε, το βάλανε και στην κασέτα του γάμου! Και το κακό πες δεν ήταν που το ‘χανε βάλει στην κασέτα του γάμου…Το κακό ήταν πως για τα επόμενα 20 χρόνια κάθε φορά που μαζεύονταν τα σόγια για την επέτειο των παιδιών έβλεπαν σε replay την τούμπα της συμπεθέρας τ΄ανάσκελα και μάλιστα σε σλόου μότιον!

-Μητέρα! Τί βλέπω ; Φοράγατε λαστεξάκι…Ευτυχώς δεν χτυπήσατε…Πέσατε στα μαλακά…Αχαχαχαχα

Η νύφη της το φύλαγε από τότε που την είχε πρωτοπάει σπίτι ο Λευτεράκης .Κέρασε όλο το σαλόνι πάστες η κυρία Φροσούλα και μόλις έφτασε σε κείνη της είπε –Εσύ δεν κάνει πουλάκι μου, εσύ πρέπει να προσέξεις λίγο…Λαστεξάκι να φοράς…Το λαστεξάκι μαζεύει τα μπόσικα …

Αγάπη ολούθε ¨μητέρα”.

Τί να λέμε…Πραγματικά άλλες εποχές. Οι γάμοι ήταν πιο απλοί, πιό σεμνοί. Μπαίναμε μαζί με την νύφη στην γυαλιστερή κούρσα που είχε ένα πελώριο κασπώ καρφωμένο στο καπώ σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμου! Η νύφη εντωμεταξύ είχε σταματήσει να κλαίει και είχε πάθει αυτό το ¨μες την ανησυχία” που δεν της έστρωνε η μπούκλα, το πέπλο, το μανίκι. Με την κούρσα-μπαξέ κάναμε πολλούς γύρους το τετράγωνο για να λαχταρήσουμε , λέει , τον γαμπρό. Δεν τον λαχταρήσαμε και πολύ.

Γιατί μετά ειχε άλλο γάμο, είπε ο συμπέθερος και θα γίνουμε ρεζίλι στους καλεσμένους. Εγω πάντως πιστεύω πως ο κυριος οδηγός έψαχνε να παρκάρει την μεγάλη γυαλιστερή κούρσα. Κι όταν πια ο κύριος που οδηγούσε βρίσκει να παρκάρει ΑΚΡΙΒΩΣ στα σκαλια της εκκλησίας, ανοίγει η πόρτα και βγαίνω εγώ! Ε, και η νύφη ..αλλά κυρίως εγώ! Τα φλας άστραφταν, η συμπεθέρα ε σταμάτησε να κλαίει αλλά τότε άρχισε ο συμπέθερος …Και γω κρατούσα με καμάρι το πέπλο της νύφης και χαμογελούσα κλεφτά στη μαμά –ατζέντισσά μου. Αυτή μου έκλεινε τους γάμους τόσα χρόνια. Καλά το πάω, μαμά;

Και ετσι συγκινητικά και καθυστερημένα άρχιζε το μυστήριο. Συγκινητικά, αλλά κυρίως ΣΕΜΝΑ.

Αυτό τώρα το λέω για τις νύφες .Γιατί σήμερα κυκλοφορούν κάτι νυφικά που γι’ αλλού ξεκίνησαν( για τα καλλιστεία του Αντ1 προφανώς) και κατέληξαν στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, μεγάλη η χάρη του. Απαπα! Αφήστε κάτι και στην φαντασία βρε κορίτσια! Αν όχι του γαμπρού… του ιερέα τουλάχιστον;! Το ίδιο ισχύει και για την κουμπάρα που α προπό, πάντα άξια, αλλά κοντέψατε να τον στείλετε αδιάβαστο τον δεξιό ψάλτη δεσποινίς! Εχασε και τα ίσα και τα στραβά του ο άνθρωπος! Σεμνάαααα …

Εγώ πάντως εκεί στο “Ησαία χόρευε” δεν θυμάμαι αν έκανα το γύρω- γύρω με την νύφη. Αν και μου είχανε πει να μην την αφήσω από τα μάτια μου. Είχα ευθύνη, καταλαβαίνετε. Θυμάμαι όμως να καταπίνω ρυζάκια και να μου κολλάνε στον ουρανίσκο, να εκεί που προσπαθώ να τα φτύσω να βλέπω την μαμά μου απο απέναντι να μου κάνει νοήματα να χαμογελάω , αλλά με κλειστό στόμα και να μην καμπουριάζω. Αυτό με το καμπούριασμα μεγάλη ταλαιπωρία. Με χτυπούσαν τα λουστρίνια μου φρικτά και δεν ένιωθα το μισό μου κρανίο απο τα τσιμπιδάκια στο μαλλί-τρούλος. Ευτυχώς που δεν κατουριόμουν. Κάτι ήταν κι αυτό. Πεινούσα όμως σίγουρα και είχα δει πως στον γαμπρό και στην νύφη έδωσε ο παπάς και να φάνε και να πιούνε και μένα τίποτα. Καλάαααα.

Είχα αρχίσει να κουράζομαι και αυτό το γύρω-γύρω δεν είχε τελειωμό. Τα ρύζια συνέχιζαν να πέφτουν σαν το χαλάζι …το χοντρό.

Μερικοί πετούσαν όλο το πουγκάκι με το ρύζι! (Λύστε το φιογκάκι λέμε μανδάμ. Τί δεν καταλαβαίνετε;). Ήθελα να σκαλίσω και την μυτούλα μου αλλά η μαμά μου το κατάλαβε και μου έκανε εκείνο το συνθηματικό που κουνάει το δάχτυλο πέρα δώθε. Που σημαίνει “μη τολμήσεις κακομοίρα μου” .

Αλλά κάποια στιγμή μάλλον επειδή τελείωσε το ρύζι (ευτυχώς) βγήκαμε από την εκκλησία. Και κει άρχισε ο επόμενος γύρος .

Χαιρετούρα!

Εκεί κινδύνευσα πολλές φορές να με ποδοπατήσουν. Ολοι ήθελαν να χαιδέψουν το κεφάλι μου. Ταπ ταπ και σε κάθε ταπ έχανα κι από ένα υφασμάτινο λουλουδάκι την φορά. Στο τέλος ήμουν σαν μαδημένος επιτάφιος σε σχήμα αχινού. Μόνο τσιμπιδάκια!

Δεν ήταν και πολύ καλό αυτό γιατί μετά την χαιρετούρα θα άρχιζε… η φωτογράφιση. Και έπρεπε να είμαι όμορφη. Το μεικ απ μου ήταν μια χαρά, ευτυχώς, δεδομένου ότι δεν με είχαν βάψει! Και απο τις τσιμπιές είχα κάνει μάγουλο βερύκοκο!

Η φωτογράφιση λοιπόν… στο προαύλιο…Πού να σας τα λέω!

Ολη η κομπανία, κάτι σαν περιοδεία ένα πράμα πηγαίναμε δώθε κείθε κατά πως ήθελε ο κύριος φωτογράφος. Που κι αυτός μου έλεγε όλη την ωρα αυτό που έλεγε και η μαμά μου. ΜΗΝ ΚΑΜΠΟΥΡΙΑΖΕΙΣ ΠΟΥΛΑΚΙ ΜΟΥ!

Πόζες δίπλα στον πεύκο της αυλής.

Με τους κουμπάρους και τα παρανυφάκια.

Τώρα με τα συμπεθέρια. Μόνο τα συμπεθέρια.

Με τους κουμπάρους, χωρίς τα παρανυφάκια.

Μέσα στην εκκλησία. Τωρα πάλι έξω.

Μόνο το ζευγάρι.

Με την γιαγιά.

Με τα αδέρφια της νύφης.

Μόνο γαμπρό.

Τώρα γαμπρός -κουμπάρα Με τον ιερέα.

Μόνη η νύφη.

Τώρα μόνη η κουμπάρα.

Μόνο παρανυφάκια.

Τώρα μόνο ο πεύκος !

Ουφ…

Κι αν ο φωτογράφος ήθελε και πιο …καλλιτεχνικές φωτογραφίες, μέρος του θιάσου μεταφερόταν στο στούντιο του για να δούμε όλοι μαζί το πουλάκι.

Τσίου.

Ουφ είπα; Είπα.

Το μετά ήταν άλλη ιστορία. Επίσης σεμνή και ταπεινή. Γιατί εμείς τότε κτήματα με πισίνες, γιγαντοοθόνες και πυροτεχνήματα δεν ξεύραμε. Και ευτυχώς να λέμε, γιατί τα παρανυφικά ήταν με νοίκι και έπρεπε να επιστραφούν στον οίκο πάλευκα και σε καλή κατάσταση. ΄Αντε τώρα εσύ να πεις στο 5χρονο που του κλήρωσε να κάνει όλη μέρα τον bodyguard της νύφης, να μην σούρνεται στα γκαζόν και να μην κυνηγάει τα ψαράκια στο συντριβάνι αφού ετελείωσε η βάρδια του .

Το ντύσανε πριγκίπισσα και το αμόλησαν νηστικό σε έναν μπουφέ από δω μέχρι τα Γιάννενα και άντε εσυ τώρα πές του να μην λερωθεί! Οχι μόνο θα λερωθεί αλλά θα αφήσει και πεσκέσι τα μισά τούλια απ’ το φορεματάκι του στα φαναράκια του κήπου.

Αν δεν πέσει στην πισίνα να τρέχουμε, μπορεί να παίξει και τέρμα με τα καλεσμένα αγοράκια(εγώ σίγουρα θα το έκανα) για να καταλήξει να κοιμάται κατάκοπο σε μια διακοσμητική αιώρα δίπλα από το τραπέζι με το βιβλίο των ευχών και τον μπάρμαν.

Ενώ παλιά καταλήγαμε σε ένα σαλόνι-μπαλκόνι πατρικό για την κοπή της τούρτας μόνο οι στενοί συγγενείς…και γειά σας. Οι νεόνυμφοι είχαν την άλλη κιόλας μέρα το ταξίδι του μέλιτος.

Βενετία; (Σαν την Καρέζη στο Μια Τρελή Οικογένεια!) ή Ρώμη; (Σαν την Βουγιουκλάκη στην Μοντέρνα Σταχτοπούτα!) ή μήπως Ρόδος; (Σαν την Μπέτυ Αρβανίτη στο Κάτι Κουρασμένα Παλικάρια) ή και Κέρκυρα (Σαν την Βλαχοπούλου στην Κόμισσα της Κέρκυρας). Κι αν η νύφη ζαλιζούτανε στο αεροπλάνο ή στο καράβι, το Πήλιο ήταν η αμέσως επόμενη κλασική επιλογή που δεν μου έρχεται αυτη την στιγμή ελληνική ταινία που να κολλάει.

Ενημερωτικά σας λέω πως τότε το γλέντι το σωστό είχε γίνει καιρό πριν. Στον αρραβώνα, αν έχετε ακουστά. Με τα χρόνια όμως κατάλαβαν πως κάτι τέτοιο δεν ήτο καθόλου πρακτικό και είχε και τα ρίσκα του. Κυρίως οικονομικά. Διότι οι μελλόνυμφοι ίσα που γνωρίζονταν …Δεν συζούσε ο κόσμος τότε παιδιά… Hello!

Κι αν ο γαμπρός έστριβε δια του αρραβώνος; Κι αν η νύγη το ‘σκαγε;

Ο γάμος αλά Ελληνικά ήταν 50-50 να πετύχει και αυτό δεν είναι καθόλου καλό ποσοστό για να χαλάσεις ένα σωρό λεφτά σε τραπεζώματα, χορούς και νταβαντούρια. Τζάμπα τα τσάμικα συμπεθερέ μου. Και συ συμπεθέρα μου τζάμπα η μπλού ρουά νταντέλα που έραψες για τις χαρές της Ελενίτσας σου.

Και κάπως έτσι βρεθήκαμε στα κτήματα και τα λιβάδια.

Και όταν όλα πια έχουν τελειώσει, τί απομένει;

Ενα πολύ νυσταγμένο παρανυφάκι, το καμάρι της μαμάς στην αγκαλιά του μπαμπά!
Παρ΄όλη την γκρίνια μου ήμουν ένα πολύ βολικό παρανυφάκι. Με εξαίρεση το μούδιασμα στο κεφάλι από τα άπειρα τσιμπιδάκια και τα στενά σκαρπινάκια (που δεν φταίω εγώ αν το λουστρίνι “χτυπάει”) δεν με φαγούριζαν τα τούλια, δεν είχα δυσανεξία στα ροδοπέταλα, δεν με γαργάλαγαν τα ρύζια που είχαν μπει μέχρις και τα αυτιά μου και βασικό…δεν κατουριόμουν κάθε τρεις και λίγο σαν την Κατερινούλα της θείας Λίτσας. Αφήστε που ήμουν και γουρλού. Ενα διαζύγιο μόνο, στους και γω δεν ξέρω πόσους γάμους…κι αυτό γιατί η κυρία Φρόσω κάποια στιγμή πιάστηκε μαλλί με μαλλί με την νύφη της για κείνη την ιστορία με την πάστα και το λαστέξ…

Αναμενόμενον.

Είχα κάνει μεγάλη καριέρα ως παρανυφάκι αλλά κάποια στιγμή μοιραία και γω …μεγάλωσα.

Με έδιωξε το ίδιο το επάγγελμα. Σε κάποιο γάμο εκεί που μοίραζα το ρύζι μια κυρία μου είπε:

-Και στα δικά σου κοπέλα μου…με ένα καλό παιδί.

Κι εκείνη ακριβώς την στιγμή αποφάσισα πως έπρεπε να αλλάξω επαγγελματικό προσανατολισμό. Τώρα καταλαβαίνω πως νιώθουν τα παιδιά θαύματα στο Χόλιγουντ …Καημένη Μάιλι Σάιρους…

Αλλαξα πόστο και με πήγαν στις μπομπονιέρες. Αλλά δεν ήταν το ίδιο. Σαν παρανυφάκι είχα πάντα την καλύτερη θέση…Μπροστά μπροστά. Αν και στην πραγματικότητα την καλύτερη θέση την είχε η νύφη και ο γαμπρός.

Κι επειδή η θέση του γαμπρού αποκλειόταν για τεχνικούς λόγους …μια μέρα ντύθηκα και γω νύφη και ξανάζησα τον μύθο μου!

Και στα δικά σας οι ανύπαντροι… Και να ξέρετε …ό,τι γάμο και αν αποφασίσετε να κάνετε, ένα παρανυφάκι ας το έχετε μαζί σας…

Έτσι, για το γούρι.

 

SHARE
RELATED POSTS
Κι αν δεν είσαι αυτός που είσαι;, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
Ο σελιδοδείκτης, της Τζίνας Δαβιλά
Καπνίζοντας στην παγωνιά, του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.