Απόψεις

Ζωή ψευδεπίγραφη, του Αλέξανδρου Μπέμπη

Spread the love

 

Αλέξανδρος Μπέμπης

 

 

 

 

 

Στη φύση λειτουργεί η επονομαζόμενη ”Αρχή της φυγής προ της βίας”.

Είναι η ενστικτώδης κίνηση που κάνουμε σωματικά και διανοητικά για να αποφύγουμε μία αναπάντεχη ορατή ή και αόρατη βίαιη ενέργεια.

Για παράδειγμα όπως τραβιόμαστε αν κάποιος ξαφνικά σηκώσει το χέρι του να μας χτυπήσει (ορατή) ή
όπως οι αντιλόπες διαισθάνονται (αόρατη) την επερχόμενη λέαινα και το βάζουν στα πόδια.

Αυτή η Αρχή λειτουργεί και στην κοινωνική ζωή του ανθρώπου, τις περισσότερες φορές μάλιστα χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε…

Πολλές από τις καθημερινές μας ενέργειες, διέπονται από αυτή την Αρχή.

Αυτό που διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αντίδρασης, κλάσμα χρόνου μετά την εκδήλωση της βίαιης ενέργειας.

Πάλι για παράδειγμα ”πάταξον μεν, άκουσον δε” ή ”ίσα, ρε μαλάκα, μη σου γαμήσω”.

Επίσης, σαν βίαιη σε βάρος μας ενέργεια, μπορεί να είναι και κάτι που μας ανατρέπει τα στερεότυπα ή τις συνήθειες. Καλές είτε κακές.

 

Μια τέτοια ανατροπή στερεοτύπων και συνηθειών, ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε φέτος το καλοκαίρι. Είμαστε προετοιμασμένοι; Πολύ αμφιβάλλω.

Τα ποιοτικά μας χαρακτηριστικά, άλλο μαρτυρούν.

Edw sto Ellada αν δεν ξοδέψουμε χρήμα στις διακοπές, δεν το ευχαριστιόμαστε. Δεν είναι διακοπές. Δεν ολοκληρώνουμε.

Φέρνω την εικόνα από τα μεσημεριανάδικα με τα κοριτσόπουλα των 400 ευρώ να λικνίζονται στα in μπαράκια της Μύκονος, ανάμεσα στις μοντέλες και ανατριχιάζω.

Την εικόνα των ”καγιένε” και ”ντισκόβερι” να μποτιλιάρονται για κοκακόλες και μπύρες στα στενάκια της Κασσάνδρας και λέω αχ.

Την εικόνα δεκάχρονα ελληνόπουλα με ντεκαπάζ γονείς στα μπιτσόμπαρα στις 11.00 αγουροξυπνημένα με απλανές βλέμμα,με κρουασάν και αμίτες στο χέρι, λιγδιασμένα με πιτόγυρα και παγωτά το μεσημέρι, αποχαυνωμένα με πίτσες και ξαναμανά παγωτά το βράδυ, (αλλά και τα βυζιά και τους πατσάδες τους να κρέμονται σκεπάζοντας μυαλό και μαγιώ και να λαχανιάζουν με δυό βουτιές) και αναρωτιέμαι.

Αυτός ο κακομαθημένος και καλοζωισμένος λαός, ξέρει τι να κάνει άμα πέσει αφραγκία ή θα έχουμε υστερίες;

Αν συνεχιστεί το capital control ή ακόμη χειρότερα αν δεν πληρωθούμε καν, θα θελήσουμε να αλλάξουμε συνήθειες ή θα σπάζουμε τα ΑΤΜ με βαριοπούλες;

Δεν αποστρέφομαι τον πρωτογονισμό, αλλά δεν ζούμε και στη ζούγκλα του Αμαζονίου ούτε στις στέπες της Μογγολίας. Αν και οι ιθαγενείς πρέπει να είναι πιο συγκροτημένοι.

 

Πριν πολλά χρόνια, κάτω από συγκυρίες και από δική μου ευθύνη – το τονίζω δική μου ευθύνη – βρέθηκα να είμαι ρέστος.

Τα παιδιά στη κατασκήνωση με έξοδα του ΙΚΑ, η συμβία με την αδελφή της κάπου στο Αιγαίο και εγώ μπακούρι(ν) στο σπίτι. Αραχτός μια βδομάδα.

Κατακαλόκαιρο στην έρημη Θεσσαλονίκη. Άφραγκος.

 

Έκρυψα το ρολόι. Δεν άνοιγα τηλεόραση ούτε λαθροδιάβαζα εφημερίδα.

Διάβασα όσα βιβλία δεν είχα διαβάσει όλο το χρόνο. Ξαναδιάβασα και διαχρονικές αξίες (ΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ του Καζαντζάκη).

Απόλαυσα τη μαγεία του θερινού σινεμά με Αυγουστιάτικο φεγγάρι (με κάτι ψιλά που βρήκα σε βάζο, πήγα και ξαναείδα το έξοχο Η ΚΥΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΑΥΤΗΣ της Λίνα Βερτμύλερ).

Άκουσα και ξανάκουσα όση μουσική δεν είχα ακούσει για καιρό. Από Ζαγοραίο μέχρι Μπετόβεν.

Μαγείρεψα όποια απίθανη συνταγή μου κατέβαινε με αυγά, ζυμαρικά και λαχανικά που είχαν ξεμείνει σε ψυγείο και ντουλάπι (στραπατσάδα με μανέστρα να γλείφεις δάχτυλα).

Περπάτησα στην άδεια πόλη,στις γειτονιές που γεννήθηκα και μεγάλωσα, στις πλατείες που ερωτεύτηκα και χώρισα, σεργιάνησα στα καφενεία που συμφώνησα και μάλωσα.

Παγκάτος στην παραλία, έκλεισα μάτια και ονειρεύτηκα.

Ξεφτιλίστηκα στον ύπνο.

Ξεφτιλίστηκα σε καμάκι στο Λευκό τον Πύργο. Αφού δεν είχα μία. Ευτυχώς…

Μαλακίστηκα-στα γεμάτα, όχι ξεπέτα-φωνάζοντας χωρίς να μ’ ακούει κανείς.

 

Εξαγνίστηκα.

Αυτοαναβαφτίστηκα.

Θύμωσα μπροστά στον καθρέφτη, όταν ένα πρωί αντί για τη μουτσούνα μου αντίκρισα το σκυλί του Παυλόφ να μου δείχνει δόντια.

”Τασάκι κι’ αποτσίγαρα φλιτζάνι κατακάθι, όλα μαζί στον τενεκέ κι’ απάνω το καπάκι.”

Πέταξα τις εξαρτήσεις της ψευδεπίγραφης ζωής και ζώστηκα τις άλλες. Τις παλάσκες της αυτοεκτίμησής μου, δίνοντας περιεχόμενο στη λέξη ”διακοπές”.

Σε το λέω πρέπει να κάνεις κι’ εσύ το ίδιο αφού. (Σαλονικιώτικη σύνταξη).

 

 

[iframe width=”560″ height=”315″ src=”https://www.youtube.com/embed/baWIMhjchco” frameborder=”0″ allowfullscreen ]
SHARE
RELATED POSTS
Τι να ψηφίσω;, του Στάθη Παναγιωτόπουλου
Αναλαμπές, της Αλεξάνδρας Καρακοπούλου-Τσίσσερ
Βαρέθηκα, της Τζίνας Δαβιλά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.