Πόρτα στην Πολιτική

Πτωχοί, νεόπτωχοι και πτωχοί τω πνεύματι, του Πάνου Μπιτσαξή

Spread the love

Πάνος Μπιτσαξής

Ο Μουχαμάντ Γιουνούζ ανήκει στους σημαντικότερους ανθρώπους της εποχής μας, όχι για το Νόμπελ που του έχει απονεμηθεί αλλά για το τεράστιο πρακτικό έργο το οποίο έχει επιτελέσει. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τσιτακόνγκ του Μπαγκλαντές. Γόνος πολύτεκνης οικογένειας με μητέρα με πολλά προβλήματα υγείας και πατέρα, έναν εύπορο για τα μέτρα του τόπου αυτού, έμπορο στο κεντρικό παζάρι της πόλης. Ήταν προικισμένο παιδί. Με εξαιρετική απόδοση στο σχολείο, ποιος ξέρει ποιο ήταν το χέρι της μοίρας, όταν ο πατέρας του βρήκε έναν δίαυλο και τον έστειλε να σπουδάσει στην Αμερική με υποτροφία. Ήταν τέτοια η επίδοσή του στην μακροοικονομική ανάλυση που όταν γύρισε στην πατρίδα του στην δεκαετία του ’70 έγινε σχεδόν αμέσως σε νεαρή ηλικία πρύτανης της Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Τσιτακόνγκ.

Από το σημείο αυτό αρχίζει η μαγεία της ανθρώπινης δημιουργικότητας και του ριζοσπαστικού νοός. Ήταν η εποχή που ο λιμός του Μπαγκλαντές έστειλε στον θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Πέθαιναν απαθείς, παράδοξα και αδιαμαρτύρητα στην άκρη του δρόμου από πείνα. Ήταν τότε που ο Μουχαμάντ Γιουνούζ δήλωσε πως δεν έχει κανένα νόημα να ασχολείται με τις μακροοικονομικές θεωρίες σε μια χώρα που στον 20ο αιώνα οι άνθρωποι πέθαιναν μαζικά από πείνα. Έτσι αποφάσισε μαζί με φωτισμένους συνεργάτες του να ασχοληθεί με την φτώχεια. Την πραγματική φτώχεια. Όχι την ψευδεπίγραφη φτώχεια, την δήθεν για την οποία μιλούν τα δικά μας κανάλια. Ίδρυσε την Τράπεζα Grameen και έδινε μικροδάνεια σε πάμπτωχους ανθρώπους χωρίς καμία εγγύηση για να αποκτήσουν ένα στοιχειώδες παραγωγικό εργαλείο, μια πλεκτομηχανή, ένα γαϊδούρι και να αποκτήσουν εισόδημα που θα τους βοηθούσε να ξεπεράσουν την ακραία εξαθλίωση. Το πείραμα αυτό, οδήγησε στην υπέρβαση της εξαθλίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων στο Μπαγκλαντές. Ο Μουχαμάντ Γιουνούζ έγινε ήρωας. Το ποσοστό επανείσπραξης των ανεγγύων αυτών μικροδανείων και η ανακύκλωσή τους σε άλλους φτωχούς έφτασε το 95% όταν ο επίσημος τραπεζικός τομέας του Μπαγκλαντές είχε ποσοστό επανείσπραξης 30%. Οι φτωχοί του Μπαγκλαντές ήταν περήφανοι άνθρωποι και επέστρεφαν το δάνειο που πήραν από το εισόδημά τους δεκάρα τη δεκάρα. Όταν ρώτησαν τον Γιουνούζ πως είναι δυνατόν να δίνει δάνεια χωρίς καμία εγγύηση, ενώ όλες οι Τράπεζες ζητούν εγγυήσεις, απάντησε αφοπλιστικά: «Μελέτησα με πολύ προσοχή την παγκόσμια τραπεζική πρακτική στο θέμα των εγγυήσεων και έκανα ακριβώς το αντίθετο». Ο καρπός όλης αυτής της εμπειρίας που έσωσε με καπιταλιστικό τρόπο εκατομμύρια ανθρώπους από τον θάνατο από πείνα, ήταν το βιβλίο του Μουχαμάντ Γιουνούζ «Για έναν κόσμο χωρίς φτώχεια».

Το υπέροχο αυτό βιβλίο δεν έχει ούτε ίχνος επιστημονικής ή φιλοσοφικής στρυφνότητας. Είναι μια απλή περιγραφή της εμπειρίας. Η περιγραφή της υπέροχης αυτής καινοτομίας. Καταλήγει σε έναν ορισμό των έξι στρωμάτων που συνθέτουν τον όρο «φτώχεια», από τις θερμίδες που καταναλώνει κάποιος, το εάν διαθέτει κατάλυμα, τι κατάλυμα διαθέτει και αλλά επί μέρους κριτήρια διαστρωμάτωσης της φτώχειας. Γιατί τον Μουχαμάντ Γιουνούζ, τον ενδιέφερε όχι μόνο η υπέρβαση της φτώχειας αλλά ακόμα και το πέρασμα από το ένα στρώμα σε ένα κάπως καλύτερο στρώμα στην κατάταξη την οποία είχε κάνει. Όταν ο Μπιλ Κλίντον Κυβερνήτης τότε της Πολιτείας Αρκάνσας, κάλεσε τον Γιουνούζ να ιδρύσει υποκατάστημα της Grameen στην Πολιτεία αυτή, ο Γιουνούζ μετά από σύντομη έρευνα αρνήθηκε την πρόταση λέγοντας στον Κλίντον: «είδα αποτυχημένους επιχειρηματίες αλλά ούτε ένα φτωχό». Το περιβάλλον στο οποίο έδρασε ο Γιουνούζ το τριτοκοσμικό και τρισάθλιο Μπαγκλαντές, πολίτες του οποίου αποτελούν ευάριθμη μεταναστευτική κοινότητα στην χώρα μας, είναι ασφαλώς πολύ διαφορετικό από το ευρωπαϊκό περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Η ιστορία του όμως είναι πάρα πολύ διδακτική για όλους μας. Πλούσιους, πτωχούς, νεόπτωχους και πτωχούς τω πνεύματι.

Από την έναρξη της κρίσης τον Μάιο του 2010, την μνημονιακή εποχή όπως μάθαμε να λέμε, ζούμε την φρενίτιδα εννοιών που μας επιβάλλονται ως αυτονόητες στερούνται όμως συγκεκριμένου περιεχομένου και οδηγούν στη σύγχυση και την αδυναμία χάραξης ουσιαστικής πολιτικής. Πολιτικής επί των υπαρκτών προβλημάτων και όχι ανύπαρκτων αυτοεκπληρούμενων προφητειών. Οι μισοί Έλληνες «ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας». Η Ελλάδα βιώνει «ανθρωπιστική κρίση». «Παιδιά πεθαίνουν στα σχολεία από ασιτία». «Ψάχνουν στα σκουπίδια να βρουν τροφή». Οι ατάκες αυτές μπήκαν στο DNA μας, θεωρούνται αυτονόητες επειδή έτσι το θέλησαν τα δελτία ειδήσεων και η ρητορική των αντιμνημονιακών κομμάτων, στην περίοδο που πολιορκούσαν την εξουσία. Η διαστρέβλωση της πραγματικότητας είναι ο τρόπος με τον οποίο με εφαλτήριο κάποιο στοιχείο αλήθειας κρύβεις την αλήθεια. Πρόκειται για μία γνωστή τεχνική και στην ποινική δικηγορία την οποία συχνά έχω υπηρετήσει με πάθος. Άλλο όμως η δικηγορία και άλλο η πολιτική. Τα πραγματικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στην χώρα από τα μνημόνια συγκαλύπτονται από το στρεβλωτικό φακό, από το ψέμα των παραπάνω στερεοτύπων. Στην Ελλάδα έχουμε φτώχεια αλλά δεν ξέρουμε ούτε πόσοι είναι, ούτε που βρίσκονται. Γιατί εκτός από τους πραγματικά φτωχούς υπάρχουν και πάρα πολλοί που το παίζουν φτωχοί. Όλοι αυτοί που μεγαλούργησαν στην εποχή της αστακομακαρονάδας, των στόλων με τα Cayenne έξω από τα ξενυχτάδικα της παραλίας, με τις βλοσυρές «πόρτες» που έκαναν face control, που ντύνονταν στο life style του Πέτρου Κωστόπουλου και του Click, που πήγαιναν διακοπές στη Μύκονο και στο Saint Moritz με διακοποδάνεια. Που είχαν στα σπίτια τους μια φιλιππινέζα ανά εξήντα τετραγωνικά, που από τις παραλίες έψαχναν τα άκοπα λεφτά μέσω του κινητού τους στο Χρηματιστήριο. Όλοι αυτοί σήμερα το παίζουν φτωχοί και παραπονεμένοι. Διαμαρτύρονται γιατί πληρώνουν φόρους. Μολονότι δεν μ’ αρέσει η γραπτή αθυροστομία, δεν αντέχω να μην αναφέρω ένα χαριτωμένο που μου λέει ένας φίλος μου: «στην κρίση άλλους πηδάνε και άλλοι σκούζουν».

Για να χαραχτεί κοινωνική πολιτική με αληθινή στόχευση πρέπει να ξεφύγουμε από τις ψευδεπίγραφες στατιστικές και τους διαστρεβλωτικούς φακούς τους και να απογράψουμε ποιους πραγματικά εξουθενώνει η κρίση και ποιους όχι. Η κρίση δεν χτυπάει γραμμικά. Χτυπάει ασύμμετρα. Πλήττει στο διάβα της πολίτες από κάθε κοινωνική τάξη και από κάθε κοινωνικό στρώμα. Συχνά τα θύματα της κρίσης δεν έχουν ούτε φωνή ούτε συνδικάτο για να ακουστούν. Ποιος θα ακούσει τη φωνή μιας κατάκοιτης γραίας που ζει χάρη στη βοήθεια της γειτόνισσας, όταν ακούει την φωνασκία ενός αγρότη που έμαθε να ζει με μαύρα και να μην πληρώνει ούτε ένα ευρώ φόρο. Είμαστε χώρα μικρή και σε κάθε πόλη, κάθε χωριό και κάθε περιοχή μπορούμε να εντοπίσουμε με την σύγχρονη μεθοδολογία, ποιοι πραγματικά έχουν ανάγκη κοινωνικής στήριξης. Αλλιώς τα κοινωνικά κονδύλια θα διαχέονται άναρχα και θα απομυζώνται από ανθρώπους που δεν έχουν ανάγκη ή έχουν μικρότερη ανάγκη από τους άλλους. Η ίση μεταχείριση άνισων είναι η πιο βαριά ανισότητα, έλεγε ο Μαρξ.

Χρειαζόμαστε έναν σαφέστατο λειτουργικό ορισμό του τι εννοούμε φτώχεια. Μόνο έτσι μπορεί το κράτος να αντιμετωπίσει την φτώχεια. Αλλιώς θα πελαγοδρομεί στις πελατειακές ανάγκες των ψηφοφόρων της εκάστοτε κυβέρνησης.

Αλλιώς όπου φτωχός και η μοίρα του και σίγουρα για τους σχεδιαστές της κοινωνικής πολιτικής «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι».

SHARE
RELATED POSTS
Τα 500 χλδ ευρώ στο ΕΚΠΑ και 13 ερωτήματα που θα απαντήσω αύριο στο Άλμα, του Σταύρου Θεοδωράκη
Κούλογλου: ο κ. Σημίτης έχει δίκιο, όταν δεν σιωπά…
Giannis Sideris
Δυσφορία στο Μαξίμου για τη δημοσκόπηση της Αυγής, του Γιάννη Σιδέρη
1 Comment
  • Φιλάρετος
    1 Νοεμβρίου 2015 at 23:09

    Εξαιρετική η αναφορά στον Γιουνούς και η συσχέτισή του με τα δρώμενα στην Ελλάδα. Αξίζει να επισημανθεί η τεράστια καινοτομία του να συμπεριλάβει τον ανθρώπινο παράγοντα στην οικονομική ανάλυση που προηγήθηκε της ανθρωπιστικής του δράσης. Η τυπική δυτική προσέγγιση της οικονομίας συνεχίζει να παραβλέπει ότι ο άνθρωπος αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της οικονομίας, είτε ως υποκείμενο, όπως στην περίπτωση του Μπαγκλαντές, είτε ως αντικείμενο, όπως στην περίπτωση της τωρινής
    Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι εταιρείες όπως η Google ή η Microsoft αποτιμώνται όπως π.χ. η Colgate, ενώ προφανώς η δυναμική τους δεν οφείλεται στα κεφάλαια και τις εγκαταστάσεις τους, αλλά στους ανθρώπους τους. Αντίθετα με τα κρατούντα, ο Γιουνούς ήταν ο πρώτος οραματιστής που επένδυσε κυριολεκτικά πάνω στα ανθρώπινα χαρακτηριστικά και πέτυχε με τον τρόπο αυτό εκπληκτικά αποτελέσματα.

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.