Ανοιχτή πόρτα

Άνεμος σμιλευτής και νεφεληγερέτης*, του Αννίκερι

Spread the love

 *Ο Αννίκερις ήταν φιλόσοφος ο οποίος πίστευε ότι η ηδονή εξαρτάται και από τις σχέσεις του ατόμου με το περιβάλλον του.

Η πραγματική χαρά και η απόλαυση επιτυγχάνονται μέσα στην κοινωνία με τους φίλους, τους οικείους και τους συγγενείς.

Φίλους τους οποίους θα πρέπει να επιλέγουμε όχι μόνο με βάση τις δικές μας ανάγκες αλλά εξαιτίας της αγαθότητας και της φυσικής στοργής.

Η χαρούμενη διάθεση της διδασκαλίας του αναπτύσσεται σε αντίθεση με την πεσιμιστική διάθεση άλλων φιλοσόφων.

Τέλος δεν πίστευε ότι ο «λόγος», η λογική δηλαδή από μόνη της μπορεί να μας εξασφαλίσει από το λάθος.

Σοφός είναι ο άνθρωπος, ο οποίος έχει κληρονομήσει συνήθεια σοφής δράσης.

 

nnikeris.jpg

 

*Νεφεληγερέτης: προσωνύμιο που αποδόθηκε από τον Όμηρο στο Δία και χαρακτηρίζει αυτόν που μαζεύει τα σύννεφα. 

Λατρεύω τον άνεμο των Κυκλάδων. Την αναστάτωση που προκαλεί, το αγκομαχητό του βαποριού πριν δέσει. Τους θορύβους και τους συριγμούς του. Τις ανεμοδίνες κοντά στους βραχοσχηματισμούς. Τις ριπές που σαρώνουν τα σιμούν της άμμου. Όταν ο άνεμος δείχνει τα δόντια του και αγριεύει ο αφρός. Όποιος δεν έχει αισθανθεί τον άνεμο είναι αδύνατο να απολαύσει πραγματικά την νηνεμία. Η ηδονή της νηνεμίας προέρχεται από τη γνώση του ανέμου. Όταν σε παίρνει και σε σηκώνει και νοιώθεις να κατακλύζει το είναι σου, από κορυφής μέχρις ονύχων.

Το σπίτι του Αννίκερι στην Άνδρο πέτρινο και στέρεο σαν βράχος είναι στο μάτι του βοριά. Χαμογελάει στο βοριά, όταν αντικρίζει δυο πετραετούς που πλανάρουν στο μελτέμι, κάνουν βουτιές και φιγούρες, απλώνουν και ξεκουράζουν τις φτερούγες τους, σα να πλέουν μέσα στον αγέρα, αναζητώντας μέσα από τις λόχμες την άστοχη έξοδο του λαγού, του κουναβιού και του σκαντζόχοιρου.

Ο άνεμος σμιλεύει τους κορμούς της αγριοσυκιάς, της αγριελιάς, της κυανόφυλλης, του αλμυρικιού, δημιουργώντας τα περίπλοκα ξύλινα γλυπτά της φυσικής αισθητικής. Κάνει τα σύννεφα να τρέχουν και να διαλύονται, ομιχλώνοντας τις κορφές των λοφοσειρών. Να αλλάζουν σχήματα, να ελαφραίνουν και να βαραίνουν, να ροδίζουν στη δύση, να γίνονται πορτοκαλί στην ανατολή. Γι’ αυτό ύμνησε τον άνεμο ο Ελύτης. Γι’ αυτό έψαλε στους Θεούς του, τον Αίολο και το Ζέφυρο, Άξιον Εστί, «Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής, ο Πουνέντες, η Όστρια, ο Γραίγος, η Τραμουντάνα, ο Σιρόκος». Άξιον Εστί, «στο μελτέμι ορτσάροντας με κόντρα φλόκο». Και τέλος το Άξιον Εστί του Αννίκερι, «το Ατένι, η Βόρη η Άχλα, η Πούντα Κοχύλι, ο Πισωλιμνιώνας, η Βλυχάδα, τα Πέζα, το Πόρτο Τζίγιο».

Ακολουθεί έκθεση εικόνων 

SHARE
RELATED POSTS
«Τα δύσκολα ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ κοινωνικής συμβίωσης»: 64ο, της Μαρίας Γεωργαλά
Το Κιβώτιο και οι Διανοούμενοι, του Μάνου Στεφανίδη
Ο Λόγος, η Ράβδος και ο Ελπιδοφόρος!, του Γιώργου Σαράφογλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.