Εβδομάδα 3η
Δευτέρα 6 – Σάββατο 11 Ιουλίου 2015
Επίκαιρα και ανεπίκαιρα. Η επικαιρότητα εγκλωβίζει τον συναισθηματισμό μας. Προσδοκίες, ελπίδες, θυμός κι οργή, φόβος και θάρρος, όλα αυτά τα έντονα συναισθήματα αναδύονται από τη διαδοχή των γεγονότων. Μια άσκηση του θυμικού μας. Και μπλεγμένοι στα γρανάζια της επικαιρότητας εκλαμβάνουμε τη κάθε εξέλιξη που έρχεται ως μόνιμη και καθοριστική για το μέλλον. Χαμένοι σε δηλώσεις, εκτιμήσεις, υπονοήσεις, ερμηνείες, ακόμα και για τη πιο ελάχιστη μεταβολή. Αυτή την εβδομάδα στο κέντρο της επικαιρότητας ήταν η συνεδρίαση της Βουλής. Όταν τελείωσε η ψηφοφορία για την εξουσιοδότηση της κυβέρνησης, πολλοί υπέθεσαν ότι οι δύσκολες μέρες τέλειωσαν. Σε ότι αφορά την επικαιρότητα πράγματι έτσι είναι. Η ανεπίκαιρη ματιά όμως καταλαβαίνει ότι είναι μακρύς ο δρόμος.
Σύγχυση κι όχι διχασμός. Πολλοί αντιμετώπισαν το δημοψήφισμα ως αιτία διχασμού. Έτσι ερμήνευσαν τις σκληρές αντεγκλήσεις της προηγούμενης εβδομάδας. Αυτό που συνέβη όμως ήταν μια ακόμα τυπική νεοελληνική σκιαμαχία. Ένα συνηθισμένο σκηνικό όπου όλοι μιλάνε χωρίς να ακούνε. Από τη μια η αγωνία των υποστηρικτών του «ναι» κι από την άλλη η αυτοπεποίθηση και ένα αλαζονικό αίσθημα δικαίου των υποστηρικτών του «όχι». Και όλοι αντιμετώπιζαν το δημοψήφισμα σαν ήταν το οριστικό και αμετάκλητο τέλος μιας διαδρομής. Σαν όλα να εξαρτιόνταν από το «ναι» ή το «όχι». Ενώ στη πραγματικότητα ήταν ένα δημοψήφισμα που δεν μπορούσε να αποφασίσει απολύτως τίποτα. Ένα ενδιάμεσο μετέωρο βήμα. Κι όταν ήρθε το απρόσμενο αποτέλεσμα, του 62%, που κανείς δεν το περίμενε, τότε όλα αμέσως καταλάγιασαν. Οι ευρωπαϊστές αιφνιδιασμένοι απολογούνταν για το μικρό ποσοστό και οι υπερασπιστές της εθνικής υπερηφάνειας απολάμβαναν τον προσωρινό τους θρίαμβο. Κι όλοι έμοιαζαν σα φιγούρες από το παρελθόν. Κανένας διχασμός. Μόνο ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση.
Εκεί που συναντήθηκαν όλοι. Τη μοιραία μεταμεσονύχτια συνεδρίαση της Βουλής, τα ξημερώματα της 10ης Ιουλίου, όλοι την αντιμετώπισαν με ανακούφιση. 251 βουλευτές είπαν «ναι» στη συμφωνία. Ένας παράξενος συγχρωτισμός ανθρώπων που τα τελευταία χρόνια συγκρούστηκαν μεταξύ τους για λάθος λόγους και με περίσσιο πάθος. Και παρ’ όλη την αμηχανία, όλα έμοιαζαν με εθνική συνεννόηση. Μια συνεννόηση όμως που θα είναι σίγουρα πρόσκαιρη. Αλλά εκείνο το σημαδιακό ξημέρωμα έκρυβε κι ένα άλλο νόημα, που κανείς δε ήταν πρόθυμος να το προσέξει. Μπροστά στα μάτια μας ξετυλιγόταν η τρίτη και τελευταία μέρα της μαρμότας. Πέντε χρόνια πορευθήκαμε με το ίδιο έργο και τώρα έπεφταν οι τίτλοι του τέλους. Την οριστική αυλαία την έριξε η κυβέρνηση της Αριστεράς, γιατί αυτή ήταν και η τελευταία αντιμνημονιακή εφεδρεία που απέμεινε. Η κυβέρνηση ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με τις κυβερνήσεις Παπανδρέου και Σαμαρά. Απ’ το αντιμνημόνιο στο μνημόνιο και από τις παροχές στις περικοπές. Έτσι λοιπόν σ’ εκείνο το ξημέρωμα, στη Βουλή των Ελλήνων, σε εκείνη την ψηφοφορία του εξαναγκασμού, συναντήθηκαν όλοι, μ’ ένα παράξενο συναίσθημα. Όλοι με τις δικές τους ενοχές. Όλοι με το ίδιο παρελθόν. Πρώτα αντίσταση και μετά συνθηκολόγηση για τη σωτηρία της πατρίδας. Ο καθένας στον καιρό του κι ο καθένας με τον τρόπο του. Και τώρα όλοι μαζί. Τις τελευταίες πύρινες αντεγκλήσεις εκείνης της αξέχαστης συνεδρίασης, τις συνόδευε μια υπόκωφη σιωπή.
Όλοι μαζί σε λάθος μονοπάτι. Γιατί όμως αυτή η χώρα επί πέντε ολόκληρα χρόνια σώζεται και κάθε φορά στο χείλος του γκρεμού τη βρίσκουμε; Όλοι πριν υπογράψουν, μας διαβεβαίωναν ότι κατέχουν τον τρόπο να μας βγάλουν στο ξέφωτο. Και μόλις υπέγραφαν προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι το δίλημμα «μνημόνιο-ρήξη» είναι πλαστό. Υπονοώντας ότι δεν υπάρχει δίλημμα παρά μόνο η λύση του μνημονίου. Στο τέλος ο καθένας θεωρούσε το δικό του μνημόνιο καλύτερο απ’ το προηγούμενο. Εν τω μεταξύ και οι τρεις κυβερνήσεις της πενταετίας μιλούσαν με πάθος για μεταρρυθμίσεις, αλλά στη πράξη τίποτα. Όχι γιατί έλεγαν ψέματα και κορόιδευαν τους πολίτες. Απλά δε μπορούσαν. Απλά δεν ήξεραν τον τρόπο. Γιατί όλοι έψαχναν εκείνο το παράξενο είδος των μεταρρυθμίσεων που τελικά δεν αλλάζει τίποτα. Όλοι τους μιλούσαν για μεταρρυθμίσεις, υπηρετώντας όμως την απόλυτη ακινησία. Και ξέπεφταν στη μόνη εναλλακτική λύση. Μέτρα και κόντρα μέτρα και μέτρα πάνω στα μέτρα. Δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν τεράστιο όγκο ασύνδετης νομοθεσίας. Ένα νέο σύνολο κανόνων, διατάξεων και εγκυκλίων, που προστέθηκε στον λαβύρινθο που ήδη υπήρχε και πιο πριν. Κι όλα αυτά σχημάτισαν έναν ζουρλομανδύα, που μας κρατάει ακίνητους και ανήμπορους. Γι’ αυτό κι ο δρόμος είναι μακρύς και μοιάζει ατελείωτος.
Αυτό που μας ενώνει δεν οδηγεί πουθενά. Αυτό που μας ενώνει, άσχετα από «ιδεολογίες» και πολιτικές τοποθετήσεις, είναι δυστυχώς μια συλλογική τύφλωση. Ότι δηλαδή είμαστε οι μόνιμα αδικημένοι. Κι αυτοί που μας αδικούν σε όλη τη διάρκεια της κρίσης είναι πρώτα απ’ όλα το ΔΝΤ κι έπειτα μια σκληρή συμμαχία Ευρωπαίων εταίρων που θέλει να μας πετάξει έξω από το ευρώ κι έξω από την ΕΕ. Αυτό συζητάμε συνέχεια και μ’ αυτό τρεφόμαστε όλοι χωρίς εξαίρεση. Και ένα ισχυρό επιχείρημα, που ήρθε για να συντηρήσει αυτή τη πλάνη, είναι οι λάθος πολλαπλασιαστές του ΔΝΤ. Βιαστικά και χωρίς δεύτερη σκέψη υιοθετήσαμε το υποτιθέμενο λάθος του ΔΝΤ. Για μια ακόμα φορά αναζητήσαμε το δίκιο μας στο λάθος κάποιου άλλου. Και δυστυχώς όλοι υποδεχθήκαμε με ανακούφιση αυτό το νέο, γιατί μας βοήθησε να αθωωθούμε. Αλλά όπως πάντα επαναπαυτήκαμε στην επικεφαλίδα, ενώ το περιεχόμενο για άλλα μας πληροφορούσε. Ότι δηλαδή οι πολλαπλασιαστές δεν επιβεβαιώθηκαν για τον απλούστατο λόγο ότι εμποδίσαμε όλες ανεξαιρέτως τις μεταρρυθμίσεις, που θα οδηγούσαν στην ανάπτυξη. Και χωρίς ανάπτυξη κανένας πολλαπλασιαστής δεν έχει νόημα. Σε άλλες χώρες με μνημόνιο οι πολλαπλασιαστές επαληθεύτηκαν και μάλιστα γρηγορότερα απ’ ότι υπολογίζονταν. Τελικά αυτό που μας ενώνει είναι η βεβαιότητα ότι πορευόμαστε ανάμεσα σε εχθρούς. Αντί να μας ενώνει το μόνο αίτημα που έχει νόημα: Ανάπτυξη, ανάπτυξη, ανάπτυξη.
Το πιο ισχυρό νόμισμα του κόσμου. Άλλοι λένε ότι είναι το δολάριο, άλλοι η στερλίνα. Άλλοι μιλάνε για το γιεν κι άλλοι για το γουάν. Και φυσικά πάντα υπάρχει και το ευρώ. Όμως όχι. Το ισχυρότερο νόμισμα του κόσμου είναι η εμπιστοσύνη. Όλα τα χρηματικά αποθέματα από κάθε γωνιά της γης ψάχνουν ασφαλείς προορισμούς για να επενδυθούν. Δεν προσδοκούν μεγάλα και γρήγορα κέρδη. Αλλά ασφαλές περιβάλλον. Μια χώρα είναι πλούσια αν την εμπιστεύεται το παγκόσμιο χρήμα. Αν την επιλέγει. Κι ας τελειώνουμε πια με την εμμονή ότι στις αγορές κρύβονται όλοι οι κλέφτες του κόσμου. Αγορές είναι και τα ασφαλιστικά ταμεία των κρατών που δίνουν συντάξεις. Κι ας καταλάβουμε πια ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης μπορεί να γονατίσει γιγάντιες εταιρίες ή – όπως καλά το ξέρουμε – και κράτη ολόκληρα. Και δυστυχώς η χώρα μας δεν έχει παρά ελάχιστα αποθέματα από αυτό το ισχυρό νόμισμα.
Και πάλι ο ακατανόητος καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός ήταν πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος στη χώρα μας. Αναποδογυρίζοντας την πραγματικότητα, οι περισσότεροι πιστεύουμε ότι η διαφθορά είναι προϊόν του καπιταλισμού κι ότι το κράτος και οι λειτουργοί του είναι τα θύματα. Πιστεύουμε οι περισσότεροι ότι ο ανταγωνισμός φθείρει την ανθρωπιά μας. Πιστεύουμε γενικά ότι ο καπιταλισμός γεννήθηκε για τη καταστροφή. Και φυσικά ποτέ δεν έχουμε συζητήσει τη διαφορά του αναπτυξιακού καπιταλισμού με τον παρασιτικό. Χωρίς να το καταλάβουμε όμως επιλέξαμε τον δεύτερο που μας βόλευε και τον αναμίξαμε με ένα υπέρογκο και ευάλωτο κράτος. Θεσμοθετήσαμε ένα πλήθος παροχών κι όταν έκλεισαν οι κάνουλες που τις χρηματοδοτούσαν, πάλι κατηγορήσαμε τις ληστρικές αγορές και τον ασύδοτο καπιταλισμό. Στον οποίον πλέον προσδίδουμε ηθικά κι όχι οικονομικά χαρακτηριστικά. Είναι καλός όταν μας προσφέρει ευμάρεια και είναι τέκνο του διαβόλου όταν μας την αφαιρεί.
Είναι μακρύς ο δρόμος. Μπορεί οι 10 εβδομάδες να συγκλονίσουν τη χώρα. Το πιθανότερο είναι να έχουμε και μία συμφωνία. Καλή, κακή, αδιάφορο. Γιατί δεν είναι αυτό το κυρίως θέμα μας. Το κυρίως θέμα μας είναι να βρούμε μιαν απάντηση. Στο μόνο ερώτημα που έπρεπε να μας απασχολεί. Τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε για να μετακινηθούμε από τη στασιμότητα και την ηττοπάθεια, στην ανάπτυξη και στην πρόοδο. Για την ώρα όμως αρνούμαστε καν να διατυπώσουμε το ερώτημα. Γι’ αυτό και ο δρόμος θα είναι μακρύς. Γιατί θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να κατανοήσουμε ότι η Ευρώπη μάς αντιμετωπίζει μόνο με αλληλεγγύη και χωρίς κανενός είδους τιμωριτική διάθεση. Γιατί θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να κατανοήσουμε ότι αν δεν υπήρχε αυτή η αλληλεγγύη οι τράπεζες θα είχαν εξαερωθεί κι εκεί έξω θα βρίσκαμε μόνο τοκογλυφικά δάνεια. Γιατί θα περάσει πάρα πολύς καιρός μέχρι να κατανοήσουμε ότι καμιά ανάπτυξη δε θα πετύχουμε, όσα αναπτυξιακά πακέτα κι αν μας δώσουν, αν δεν αλλάξουμε ριζικά τις δομές του κράτους. Γιατί θα περάσει πάρα πολύς καιρός μέχρι να κατανοήσουμε ότι η διαφάνεια δεν είναι ένα ηθικό θέμα, αλλά εξαρτάται από το πόσο καλά είναι οργανωμένη η κοινωνία μας. Είναι μακρύς ο δρόμος. Και οι 10 εβδομάδες δε φτάνουν ούτε για αρχή.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr
3 Σχόλια
Ο αρθρογραφος κλεινει το κειμενο του με τη φραση οτι ο δρομος ειναι μακρυς…αρα το φως στο τουνελ αργει δραματικα…
Ο αρθρογραφος κλεινει το κειμενο του με τη φραση οτι ο δρομος ειναι μακρυς…αρα το φως στο τουνελ αργει δραματικα…
Οι αλήθειες σου, επιβεβαιώνουν τα γεγονότα. Οργή, θυμός. Η αγωνία στο αποκορύφωμα. Το πόκερ της πολιτικής στο τραπέζι… Ευτυχώς, φως στο τούνελ.
Η σύμπλευση των πολιτικών παρατάξεων, στο χρόνο που πρέπει, είναι ωριμότητα. Οι πολίτες το αναγνωρίζουν.