1.
Δύο πράγματα φοβόμουν στην ζωή μου απ΄όταν ήμουν μικρό κοριτσάκι.
Τα φαντάσματα και τις κατσαρίδες.Και ήρθε μια στιγμή, μια μαύρη ώρα που οι δυο αυτοί φόβοι μου συγχωνεύτηκαν, σαν τα σαμπουάν δύο σε ένα (εμ σαμπού ,εμ κοντίσιον) κι άρχισαν να με κατατρέχουν! Το παράξενο είναι πως αγαπάω τις αράχνες! Αλλά αυτό είναι άλλη πονεμένη ιστορία και πρέπει να ξαναδιαβάσω Γιούνγκ για να το εξηγήσω…Χμ.Είναι κι ένα άλλο παράξενο… που χειρίζομαι το ποντίκι του υπολογιστή με το αριστερό χέρι!Σημειώσατε παρακαλώ ότι είμαι δεξιόχειρ παιδιόθεν. Για πες και συ γιατρέ μου…
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή τους.
“Ήταν μια τσουμπωτή κατάμαυρη κατσαρίδα… Φωτομοντέλο του είδους της. Φτυστή η “μικρή Τερέζα”.Ναι, αυτή που φιγουράρει χρόνια τώρα σε όλα τα in κατσαριδοκτόνα. Μεγάλη ντίβα και….αγέραστη! Η Βουγιουκλάκη των κατσαρίδων και το καμάρι της φωλιάς της!”
Όχι, όχι, μάλλον θα το πιάσω από την αρχή της αρχής…Μην φοβάστε, δεν θα αρχίσω απο τότε που ο πρωτόγονος άνθρωπος κρυβόταν την νύχτα στις σπηλιές υπό τον φόβο των δεινοσαύρων.
Για μένα η ιστορία με τις κατσαρίδες αρχίζει με το που καλοκαιριάζει, συνήθως στην κουζίνα του σπιτιού και τελειώνει, μόλις ανοίξουν τα σχολεία, στο φαρμακείο της γειτονιάς, μπροστά από το ράφι με τα ηρεμιστικά!
Είναι δε γνωστό πως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να φονεύσεις μιά κατσαρίδα που σου έχει στήσει καρτέρι ώστε να σε πετύχει στην πιο χαλαρή στιγμή της φεγγαρολουσμένης καλοκαιρινής σου νύχτας, εκεί που πας αμέριμνη με τη νυχτικιά να σαβουριάσεις ότι έχει απομείνει από το μεσημέρι και να σε κάνει να χοροπηδάς σαν αναστενάρης στα κάρβουνα με το κεφτεδάκι στο στόμα και το λαδομπούκι στο χέρι! Τελικά καταλήγεις και συ δε θυμάσαι ακριβώς πώς, με τα μαλλιά όρθια, στις μύτες του ενός ποδιού σου πάνω στο τραπέζι της κουζίνας σαν την Κομανέτσι στην δοκό! Καθαρό δεκάρι! Χρυσό μετάλλιο, εθνικός ύμνος, συγκίνηση, δάκρυ υπερηφάνειας…Για την Ελλάδα ρε γαμώτο…και για το κεφτεδάκι το μυρωδάτο, αυτό με τον δυόσμο! Να΄χαμε και μια μπυρίτσα παγωμένη! Ελληνική, έτσι;
Κι επειδή μου ξεχαστήκατε επανέρχομαι στους τρόπους δολοφονίας των “ξέρετε ποιανών” καλέ μου Ντέξτερ, κουμπάροι μου και αγαπητοί αναγνώστες, δώστε προσοχή παρακαλώ γιατί μία φορά θα τα πω…Δεύτερη δεν έχει…Σιχαίνομαι. Η υπόθεση “κατσαρίδα” θέλει ταχύτητα και αντανακλαστικά Μπρούς Λι… Μη μου χαζεύετε.
-Όχι Ντεξτερ μου…Εδώ δεν είναι το μάθημα τεμαχισμού…
Όχι βρε παληκάρι μου, δεν χρειάζεται να φέρεις σελοφάν απο το σπίτι σου. Ουφ πχια!
Φονικό όργανο Νο1
“Τσόκαρο”
Τρόπος “ τσοκαριά στο δόξα πατρί” .
Κι αν αναρωτιέστε πούθε πέφτει το δόξα πατρί μιάς κατσαρίδας, είναι πολύ απλό. Ολούθε.
Προσοχή. Το τσόκαρο πρέπει να είναι φλατ. Αυτά τα άλλα με το τακουνάκι καθώς και τα σαμπώ είναι παντελώς αναποτελεσματικά λόγω του κενού που αφήνουν στην σόλα. Διότι η κατσαρίδα βρίσκει το κενόν και ξεγλιστράει μέχρι να πεις “Παναγία μου”. Αν λοιπόν καταφέρετε να την “τσοκαριάσετε”, θα το καταλάβετε από τον χαρακτηριστικό ήχο που θα κάνει το τσόκαρο καθώς την συνθλίβει στο πλακάκι. ΚΛΑΑΑΑΤΣ….Προσοχή, όχι ΚΛΑΠ. Κλατς είναι το σωστό. Το ΚΛΑΠ σημαίνει πως η κατσαρίς είναι ήδη στην φωλιά της και ετοιμάζει βραδυνό στην φαμίλια της…
Αν την προλάβατε …μπράβο σας…Οχι, μπράβο, δεν έχω λόγια! Γιατί να ξέρετε, με το που σας έχει πάρει χαμπάρι να την σημαδεύετε με το scholl, αυτή ετοιμάζεται να αναπτύξει ταχύτητα υπερηχητικού αεροσκάφους που το πιλοτάρει ο Τομ ο Κρουζ αυτοπροσώπως! Οπότε ΑΝ την πετύχετε μπορείτε να ψάξετε το γενεαλογικό σας δέντρο για πιθανή συγγένεια με τον Τζακ Νόρρις! Πολλά συγχαρητήρια!Και είπαμε. ΚΛΑΑΑΤΣ
Φονικό όργανο Νο 2
“Κυριακάτικη εφημερίδα”
Και λέω Κυριακάτικη, γιατί αυτές είναι πιο μπαμπάτσικες κι αν είναι σωστά διπλωμένη και ζυγιασμένη μπορεί, αν είστε τυχεροί, λέω μπορεί, πάνω στα μνημόσυνα να αποτυπωθεί και η φάτσα της μικρής Τερέζας ή κάποιας ξαδέρφης της τέλος πάντων… Εδώ ο ήχος είναι το γνωστό “ΦΡΑΑΑΑΑΠ” ή “ΦΡΑΠ-ΦΡΑΠ”. Πάντως το συγκεκριμένο φονικό όργανο ίσως να μην είναι και τόσο “φονικό” γιατί αν δεν πετύχεις τον “στόχο” ή αν νομίζεις ότι πέτυχες τον “στόχο” …ο “στόχος” μπορεί να σε καλημερίσει μισοπεθαμένος και μισολιωμένος την άλλη μέρα εκεί που πας να διαβάσεις τα νέα μαζί με τον πρωινό σου καφέ! Να το πάθεις ένα μικρό εγκεφαλικό όπως θα βλέπεις τον Φρανκενστάιν τον εφτάψυχο να τρέχει πανικόβλητος ανάμεσα στα κουλουράκια και τα βουτύρατα, πάνω στο λουλουδάτο πλαστικό τραπεζομάντηλο της κουμπάρας. Στο μικρό εγκεφαλικό προσθέσατε παρακαλώ και μερικά εγκαύματα δευτέρου βαθμού αφού θα έχετε λουστεί πατόκορφα τον αχνιστό διπλό ελληνικό καφέ σας και θα έχετε περιλούσει και τον κουμπάρο τον Θανασάκη που είχε την φαεινή ιδέα να κάτσει δίπλα σας και στον οποίο ανήκει η εφημερίς και το εξοχικό-θέρετρο παραθερισμού συνταξιούχων κατσαρίδων περιφερείας Πελοποννήσου και περιχώρων. Ωραία περάσαμε και φέτος Θανανάση μου.Και τα κεφτεδάκια της κουμπάρας….ΑΠΑΙΧΤΑ! Του χρόνου Αλάσκα …στους πάγους! “Παναγία μου” είπα; Δεν είπα. “Παναγία μου”!
Φονικό όργανο Νο 3
“Σαγιονάρα”
Τώρα το καλοκαίρι όλοι φοράμε σαγιονάρες. Ακόμα κι ο παππούς με το φανελάκι…
Μία σαγιονάρα είναι πάντα εύκαιρη για να μετρήσουμε σαν καουτσουκένια τρελομπαλάκια τα σκαλιά της πολυκατοικίας, από το γνωστό σε όλους “δίπλωμα της σαγιονάρας”.
Μία σαγιονάρα είναι πάντα εύκαιρη για να φάμε τα μούτρα μας στην βρεγμένη βεράντα, από το γνωστό σε όλους“μόλις έπλυνα την βεράντα, προσέξτε γιατί γλιστράαααααααααα…ει Ααααααου”
Μιά σαγιονάρα είναι πάντα εύκαιρη για να την κυνηγάμε στην θάλασσα, από το γνωστό σε όλους :-“Πω πω ένα κύμα!Λες να μας πάρει τις σαγιονάρες κουμπάρα….Α! Τρέξτε, τρέξτε, μου πήρε το κύμα τις σαγιονάρες… Τρέξε καλέ (Σε μένα το λέει τώρα αυτό…επειδή αυτή δεν θέλει να βρέξει το μαλλί και πάλι εγώ πρέπει να κάνω τον καμπόι… Ας όψονται τα κεφτεδάκια σου …κουμπάρα)
Και τέλος μιά σαγιονάρα είναι πάντα εύκαιρη για φόνο. Εδώ είμαστε!
(Πλατειάζω και δεν το θέλω…πιστέψτε με)
Στην περίπτωση“σαγιονάρα”είναι απαραίτητη η επιβεβαίωση που επιτυγχάνεται δια της επαναλήψεως. Από κατασκευής το συγκεκριμένο φονικό όργανο ταλαντούται… (Ναι, ναι ακόμα και οι Χαβαιάνας. Όχι κουμπάρα, δεν έχει σημασία που τις έχεις πληρώσει 35 ευρώ το ζευγάρι. Δηλαδή 17,5 ευρώ η μία; Ήμαρτον δηλαδή! Ναι, και αυτές από τη λαϊκή το ίδιο “ταλαντούνται”…) και εξαιτίας αυτής την ταλάντωσης που επιφέρει μια σχετική χρονοκαθυστέρηση υπάρχει πάντα ο κίνδυνος το “θύμα” να βρει ένα ολόκληρο νανοσεκόντ και να βρεθεί σε άλλον νομό όσο εμείς σκεφτόμαστε αν την πετύχαμε. Πιθανά χρειάζονται απανωπές σαγιοναριές ούτως ώστε να βεβαιωθούμε πως η κατσαρίδα έχει όντως γίνει λιάρδα. Έτσι λοιπόν απαιτούνται συνεχόμενα ΦΛΑΠ -ΦΛΑΠ- ΦΛΑΠ-ΦΛΑΠ…ΦΛΑΑΑΑΑΠ
Προειδοποιώ. Στην περίπτωση που κάνουμε μόνο ένα ΦΛΑΠ υπάρχει μεγάλη πιθανότης το ζουζούνι το κατηραμένο με το που θα σηκώσουμε την μαλαματένια Χαβαιάνας μας, να γίνει μπουχός (για σένα το λέω κουμπάρα και για το άλλο το χαιβάνι τον άντρα σου που την κυνηγάει με την μυγοσκοτώστρα! Βρε συ Ντεξτερ, τί τον θες τον μπαλτά αγόρι μου… είπαμε, το άλλο τρίμηνο οι τεμαχισμοί!)
Όπως λοιπόν σας έλεγα, αλλά εσείς χαζεύατε το μανικιούρ σας (ΚΟΥΜΠΑΡΑ και μετά θα μου φωνάζεις πάλι ΒΟΟΟΗΘΕΙΑαααα), η κατσαρίδα- μπουχός τώρα θα γελάει με την πάρτη σας καθώς θα διηγείται ήδη το περιστατικό στο σόι της !
Φονικό όργανο Νο 4
“Κατσαριδοκτόνα”
Αυτά φίλοι μου δεν τα λες ακριβώς ¨φονικά όργανα”. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα οι κατσαρίδες έχουν καταλάβει πως τις ψεκάζουν (πάνω κάτω όπως και μας κύριε Πάνο μου)και απλά δεν παίρνουν βαθιές ανάσες. Μερικά σπρέι υποψιάζομαι κιόλας πως τους αρέσουν και μάλλον κάνουν “κεφάλι” αλλιώς δεν εξηγείται η επιμονή τους να εμφανίζονται ακριβώς εκεί που ψεκάζουμε! Είναι και κάτι άλλα κατασκευάσματα που λέγονται “έξυπνα κατσαριδοκτόνα”. Βάζεις κάτι σαν φωλίτσες σε “κακόφημες” γωνιές του σπιτιού και έρχεται σου λέει ο κατσαρίδος ο μπερμπάντης και με το που πατάει το πόδι του, μπαρντόν, τα πόδια του σ’αυτό το τρισάθλιο καταγώγι κολλάει πάνω του μια πανούκλα, ένα θανατικό… αλλά δεν πεθαίνει.Γυρίζει στην φωλιά του ντίρλα και κει που τον ρωτάει η σύζυγος κατσαρίδα και το σόι της “Πού γύρναγες πάλι βρε ρεμάλι του σκουπιδοντενεκέ;” τους παίρνει όλους η μπόχα του θανατικού και παν΄καλιά τους! Έχω δει φόνους και φόνους, αλλά τέτοιον φόνο δεν ξανάδα!
Φσιτ…μπόινγκ.
Προχθές άκουσα και για μια πράσινη σκόνη που την βάζουν στις πόρτες σαν τα βουναλάκια με το αλάτι που βάζουν στα θρίλερ για τα πνεύματα…Αλλά μεγαλύτερη βλακεία δεν πρέπει να έχει σκεφτεί ανθρώπου νους. Αυτή η σκόνη δεν σκοτώνει τις κατσαρίδες αλλά τις κάνει να κάνουν “πιφ” και να μην την πλησιάζουν, οπότε βγαίνουν αυτές την νύχτα (ή και την μέρα..έχουν γίνει θρασύτατες λέμε!) τρώνε του σκασμού και μετά εγκλωβίζονται στο δωμάτιο!Εμείς τώρα θα πρέπει να περιμένουμε πότε θα πεθάνουν από ασιτία ή από τα γέλια και μετά όμορφα όμορφα θα περισυλλέγουμε τα πτώματα τους μέχρι εξάντλησης των αποθεμάτων! Α! Και θα πρέπει να πηδάμε καθημερινά την γραμμή με την πράσινη σκόνη και να έχουμε το νού μας όταν βάζουμε ηλεκτρική. Καλέ τί καλά!
Υπάρχει και κείνη η διαφήμιση που διηγείται την τραγική ιστορία της διάσημης μικρής Τερέζας που πάτησε το ΤΕΖΑ και τέζα…και ήρθε η μαμά της να πάρει την Τερέζα και πάτησε στο ΤΕΖΑ και τέζα…μετά ήρθε ο μπαμπάς της να πάρει την Τερέζα και πάτησε κι αυτός στο ΤΕΖΑ και τέζα….και πάει έτσι μέχρι και τα τριτοξάδερφα και τους μπατζανάκηδες της μικρής Τερέζας…Τύφλα να έχει η Λάμψη! Κοντολογίς ….η οικογένεια της μικρής Τερέζας , ε, δεν τους λες και Αινστάιν…Διαφήμιση κάνω τωρα εγώ;! Δεν το κατάλαβα.
Και αν σας πω και το πιο κουφό, μπορεί να μην με πιστέψετε αλλά οι κατσαρίδες τρέχουν μακριά μας, λέει, γιατί … μας σιχαίνονται.Μάλιστα μάλιστα… Όπως το ακούτε.Αυτό τώρα δεν ξέρω γιατί σας το είπα, ούτε από πού το άκουσα ξέρω!Βαριέμαι όμως να το σβήσω και συνεχίζω. Φτιάξτε και σεις έναν καφέ και τα λέμε στο 2ο κεφάλαιο.
2.
Είσαστε στο 2ο κεφάλαιο. Μπουγιουρούμ.
Τώρα είμαι σίγουρη πως όλοι θα έχετε να μου διηγηθείτε πολλές ιστορίες κατσαριδοκτονιών. Και πιστέψτε με είναι σαν να τις έχω ζήσει όλες! Πάνε πακέτο με το καλοκαιράκι, τις αποχετεύσεις, τις φλούδες από καρπούζι και την πανσέληνο.
Σε μια ρομαντικά φωτισμένη βεράντα, πιάνετε μια ανεπαίσθητη κίνηση με την άκρη του ματιού σας, αλλά δεν είναι ο Τομ Κρουζ (ναι, πάλι αυτός,αλλά δεν είναι είπαμε) που κατεβαίνει κρεμασμένος με σύρματα απ’ το ταβάνι για να κλέψει το παγωτό σας. Εδώ θέλει ψυχραιμία γιατί αν είστε στον πρώτο-δεύτερο όροφο κάτι πάει κι έρχεται. Αν όμως είστε απ’ τον τρίτο κι απάνω …χέστα κι άστα πολυαγαπημένη… Καλό είναι πάντως να έχετε στο νου σας να τρέχετε προς το εσωτερικό του διαμερίσματος και όχι προς τα κάγκελα.
Στον λουτροκαμπινέ του εξοχικού, εκεί που ξαρμυρίζετε το θαλασσοδαρμένο σας κορμί εκείνη περνάει επιδεικτικά πάνω απ’ το πόδι σας και χάνεται στο σιφόνι, σίγουρα όχι για πάντα, ενώ εσείς έχετε μείνει στήλη άλατος χρώματος μπλαβί σαν τους άτυχους πρωταγωνιστές του The Ring!Ακολουθεί στριγκλιά, απ’ αυτές που σκίζουν τέντες και καπάκι λιποθυμία. Όπως και να΄χει, ένα μόνο θα σας πω “ΨΥΧΩ”. Έτερον ουδέν.
Σε μιά παραλία, μάλιστα στην παραλία, μη μου κάνετε τους έκπληκτους, με πανσέληνο, κοντά σε κάτι ύποπτα βραχάκια. Στην αρχή την περνάτε για χαριτωμένο καβουράκι…χμ, πολύ ύποπτα μαυρισμένο χαριτωμένο καβουράκι! Μετά αρχίζετε να μετράτε ποδαράκια (αν προλάβετε) και να μην σας βγαίνουν! Εκεί ακριβώς αρχίζετε να ουρλιάζετε, ανεβαίνετε καλικούτσα στον σβέρκο του συνοδού σας και οι δυό μαζί καταλήγετε στην θάλασσα για απρογραμμάτιστο βραδυνό μπανάκι! Πάει το μαλλί, πάει το φόρεμα…πάει και το κινητό! Χίλιες φορές μια μύγα τσε-τσε …Το πολύ πολύ να το ρίχνατε στον ύπνο.
Σε κάποια αυλή, σε κάποιο κήπο (α, σόρυ αλλά εκεί πηγαίνατε γυρεύοντας) Πίσω από μιά γλάστρα, πάνω σε ένα φαναράκι, στα πόδια της καρέκλας που κάθεστε… Ε; το πέτυχα; Ακολουθούν οι γνωστές τσιρίδες τύπου “Σααααάκηηηηηη” και σάλτο μορτάλε πάνω στην καρέκλα ή και στο τραπέζι αν σας αντέχει…Εδώ μπορείτε να συγχαρείτε τον εαυτό σας γιατί δεν πήγε τουλάχιστον χαράμι το γυμναστήριο που βολοδέρνατε όλον τον χειμώνα! Ουδέν κακόν αμιγές καλού!
Όλα αυτά όμως που σας είπα παραπάνω ισχύουν για τις περιπτώσεις κατσαρίδων εδάφους- εδάφους! Γιατί ο καλός Θεούλης φρόντισε να πλάσει και μιά άλλη κατηγορία…Εδάφους -αέρος! Κάτι θα σκεφτόταν ο Μεγαλοδύναμος και αφαιρέθηκε…αλλιώς δεν εξηγείται! Μάλιστα κυρίες και κύριοι ένορκοι! Δεν φταίει πάντα ο φονιάς. Για σένα το λέω Ντέξτερ μου… Έτσι, έτσι…Μην κουνάς το κεφάλι σου αγόρι μου. Καταλαβαίνω σου λέω…
Αυτές οι κατσαρίδες βγαίνουν σε απόχρωση σαντρέ, έχουν δε άνοιγμα φτερών σαν σταυραετοί στον Ταύγετο ένα πράμα! Κάνουν έναν θόρυβο…σαν στούκας με τσόκαρα…σαν να μασουλάει πατατάκια ένα ολόκληρο νηπιαγωγείο…σαν να καλπάζουν βεδουίνοι πάνω σε αφηνιασμένες πεταλωμένες καμήλες…σαν τις ακρίδες από τις 7 πληγές του Φαραώ! Δεν ξέρεις από πού θα σου΄ρθει το μεταλλαγμένο! Κοιτάς με μισό μάτι μιά την ροδιά στο πλάι, μια το γκαζόν, μιά τον βασιλικό στην γλάστρα κι αναρωτιέσαι από πού θα πεταχτεί και το σημαντικότερο…πού θα προσγειωθεί!
Αυτή η αμφιβολία μπορεί να σε τρελάνει…Αν μάλιστα σας πω πως κολυμπάνε κιόλας….Ε, καλά…Σε αυτή την περίπτωση ο Θεούλης το τερμάτισε! Δηλαδή, αν αντί για μαύρες ή καφετιές με ανταύγειες τις έκανε μπλε με κόκκινα βρακάκια θα είμασταν στον πλανήτη του Σούπερμαν!
Αυτό όμως που μου την δίνει ακόμα περισσότερο είναι ο αστικός μύθος που τις ακολουθεί. Ότι και καλά, μόνον αυτές θα επιβιώσουν ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος! Και γιατί δηλαδή ρε παιδιά;! Ερωτώ κι απάντηση δεν παίρνω αγαπητοί αναγνώστες, αγαπητοί κουμπάροι, Ντέξτερ μου. Έχει κατσαρίδες στο Τσέρνομπιλ; Στα νησιά Μπικίνι… Στην Φουκουσίμα βρε αδερφέ! Πήγε κάποιος να τσεκάρει; Ντρέπομαι να ρωτήσω έναν σοβαρό άνθρωπο μη και με πάρει στο ψιλό! Έχω εκεί έναν γνωστό από τον Δημόκριτο, σοβαρό επιστήμονα…πώς να τον ρωτήσω τον χριστιανό τέτοιο πράμα;! Είναι σαν να ρωτάς πιλότο αν έχει δεί ποτέ του UFO! Κινδυνεύεις να σου απαντήσει “Ναι έχω δει …για την ακρίβεια το κοιτάζω αυτή την στιγμή…”
Πάντως η περίπτωση που αν όντως εμείς τα κακαρώσουμε για να γίνουμε ραδιενεργό λίπασμα για τις κατσαρίδες που θα επιζήσουν και αυτές μετά θα γίνουν σαν τον Σχορτσιανίτη πριν χάσει τα κιλάκια του, ίσως να είναι κι ένα είδος θείας δίκης. Τόσα χρόνια τις εξολοθρεύαμε με χίλιους μύριους τρόπους… Τόσοι ψεκασμοί τόσες τσοκαριές τόσες κατάρες… Μπορεί στ΄αλήθεια να μας σιχαίνονται. Μπορεί ακόμη και να μας φοβούνται! Μπορεί γι’ αυτές να είμαστε εξωγήινοι με δυο πόδια και δυό χέρια, τρίχες στα αυτιά και τις μύτες μας και πλατυποδία! Μπορεί στον κόσμο της μικρής Τερέζας, εμείς, η Bayer, οι Havaianas, η Scholl, το Marie Claire και η Real News να είμαστε κάτι σαν τους εγκληματίες πολέμου. Μπορεί, αν κάποια στιγμή αρχίζουν να τα παίζουν οι πυρηνικοί αντιδραστήρες ανά το κόσμο να έχει να κάνει με κέντρα αντίστασης κατσαρίδων-που αυτοανατινάζονται στα θεμέλια τους για να μας εκδικηθούν για κάθε τσοκαριά, σαγιοναριά, χημικό και Marie Claire που έχουν φάει κατακέφαλα ανά τους αιώνες της σκοτεινής τους επιβίωσης!
Κι αν με παρακολουθείτε τόση ώρα, λέω λέω αλλά για το φάντασμα της κατσαρίδας δεν σας μίλησα ακόμη! Κι αυτό θα γίνει στο επόμενο κεφάλαιο, αμέσως μετά τις διαφημίσεις…
3.
Ήταν λοιπόν καλοκαίρι. Μια ζεστή νύχτα Ιουλίου. Στην κουζίνα του πατρικού μου σπιτιού η άκρη του ματιού μου πιάνει μια ανεπαίσθητη κίνηση. Ένα κατάμαυρο πράγμα σαν βοτσαλάκι μετακινείται υπούλως – υπούλως και στα μουλωχτά στο ζαλιστικό μαρμάρινο πάτωμα, άκρη άκρη στον χτιστό καναπέ δίπλα από το τζάκι. Αυτό το πάτωμα έχει μια ιδιομορφία που είναι μεν καλό για την σκόνη και τα ψίχουλα, αφού δεν φαίνονται με τίποτα, αλλά είναι απ’ αυτά τα πατώματα που αν χάσεις το κούμπωμα του σκουλαρικιού σου μπορεί να το βρείς μόνο με ανιχνευτή μετάλλων, με τάξιμο στον Άγιο, με μικροσκόπιο, στα βαθιά σου γεράματα ή και ποτέ! Σκύβω να δω καλύτερα και διαπιστώνω πως το “νυσταγμένο βοτσαλάκι” δεν είναι παρά μιά τσουμπωτή τεμπέλικη κατάμαυρη κατσαρίδα που πήγαινε καμαρωτή και με το πάσο της. Σαν να μην την ένοιαζαν τα αναμμένα φώτα.Σαν να μην την ένοιαζε ο κόσμος στο δωμάτιο. Σαν να μην υπήρχε αύριο.
Αρχικά σκέφτηκα να ουρλιάξω…αλλά η συγκεκριμένη “αηδία” πήγαινε τόσο αργά που η περιέργειά μου νίκησε τον φόβο.Αυτοί οι φόβοι είναι, λέει ο Γιουνγκ, προαιώνιοι…ή κάτι τέτοιο…άκου να δείς! Αναρωτήθηκα γιατί κάνει πως δεν μας βλέπει. Σκύψαμε από πάνω της, εγώ και τα αδέρφια μου και άρχισε μια υπέροχη ανταλλαγή απόψεων με θέμα την “σνομπ κατσαρίδα της κουζίνας μας”
Η κατσαρίδα-βούδας φαινόταν ζαλισμένη. Προφανώς όντως τις ψεκάζουν τις καημένες και η μαμά μας μάλλον το παράκανε…
-Άρρωστη φαίνεται.
-Λες να είναι μαστουρωμένη;
-Σίγουρα! Πήρε προχθές η μαμά ένα καινούργιο κατσαριδοκτόνο με μικροκάψουλες Ντα ντα ντιρλανταντά το λένε…Και τέζα όλες! Αφού σου λέει δεν χρειάζεται καν να το ψεκάσεις. Μόλις το δούν στο ντουλάπι αυτοκτονούν μονάχες ή πάνε από την τρομάρα τους!
– Μα κοίτα πόσο μεγάλη είναι!
-Σιγά! Είχα δει εγώ μία στην Πάρο…Θυμάσαι το Αλιεν; Ε, έτσι!
-Αμάν υπερβολές. Αυτή πρέπει να είναι αρσενικιά πάντως.
-Και πού το κατάλαβες μωρέ;
-Από το μουστάκι…Από πού να το καταλάβω; Κάπου διάβασα ότι οι αρσενικές είναι πιο μεγάλες.
-Πάτα την να ησυχάσουμε; Εδώ θα την βγάλουμε όλο το βράδυ;
-Σιχαίνομαι.
-Και γω.
-Εγώ πιο πολύ.
-Καλά, να μην λερώσουμε κιόλας το πάτωμα…Να την ψεκάσουμε . Εξ επαφής.
-Μωρέ πού να αναπνέουμε πάλι το Νταντα ντιρλανταντά. Όταν ψέκαζε η μαμά προχθές νόμιζα πως έβγαλα εγω κεραίες! Απαπα, θα βγάλω την σαγιονάρα.
-Ιου….και μετά; Δεν θα σιχαίνεσαι την σαγιονάρα;
-Καλά λες.
-Να την περιχύσουμε οινόπνευμα και να την κάψουμε. Το κάνουνε στον στρατό!
-Α! Τέτοια ωραία και χρήσιμα πράγματα μαθαίνετε στον στρατό! Εύγε. Άσε που δεν έχουμε οινόπνευμα.
-Τσίπουρο;
-Ναι μωρέ…να βγάλουμε και μεζέ να το γλεντήσουμε…
Και η συζήτηση πήγε κάπως έτσι χαζά για λίγα λεπτά ακόμα. Στο τέλος αυτή η άκρως ανθρωπιστική και ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων κατέληξε στην επικράτηση της ιδέας του ψεκασμού εξ επαφής. Δεν θυμάμαι αν έπεσε και καμιά ξώφαλτση σαγιοναριά στο μεσοδιάστημα…
Και ο κλήρος έπεσε σε μένα, την μεγαλύτερη από τα τρία αδέρφια(σαν ταβέρνα ακούστηκε αυτό!), να είμαι ο Αρτέμης Μάτσας στην καριέρα της άτυχης περαστικής μαστουρωμένης ημιθανούς κατσαρίδας.Χωρίς σχεδόν κανένα φόβο και με ζωγραφισμένη την αηδία στο πρόσωπό μου(αλλά αυτό δεν φαινόταν πίσω από την κουκούλα) ετοιμάστηκα για τον φόνο. Δε μου πέρασε καν απ’ το μυαλό (μέχρι αυτήν την στιγμή που σας γράφω) ότι μπορεί να είχαμε πέσει σε κατσαρίδα ηθοποιό που έκανε τον ψόφιο κοριό με μεγάλη επιτυχία όσο εμείς την παρατηρούσαμε σαν τα βλαμμένα και αυτή απλά να περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να νεκραναστηθεί, να μας κάνει “ΜΠΟΥ” και …να μας φάει! “Παναγία μου” (ώρα μου ήταν να το πω αυτό)
Με το “Νταντακαιτεζαολοι” στο χέρι βρίσκομαι σε απόσταση βολής κι αρχίζω να την ψεκάζω ακριβώς όπως βάζει λακ η μαμά μου…Χωρίς έλεος!
Breathless η κουκαράτσα!
Κάνει δυο βήματα ξεψυχισμένα, μετά ένα, μετά κανένα. Όλοι μας κρατούσαμε την ανάσα μας. Εκτός που η σκηνή, δεν ξέρω πως, κατάντησε συγκινητική, ήταν και που δεν θέλαμε να αναπνεύσουμε τόσο δηλητήριο. Η κατσαρίδα εντωμεταξύ κόκκαλο. Dead . Πιο dead πεθαίνεις!
Με δύο καλαμάκια την γυρίσαμε ανάσκελα. Επαγγελματική διαστροφή; Τί να πω;! Πάντως το “σασί” μιας κοκκαλωμένης κατσαρίδας πρέπει να παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί εμείς το κοιτούσαμε σαν να μας είχαν ανοίξει το καπό μιας Πόρσε και χαζεύαμε τον “εγκέφαλο”!
Και εκείνη ακριβώς την στιγμή η κατσαρίδα…με ΧΑΙΡΕΤΗΣΕ!
Εσείς τώρα νομίζετε πως σας κοροιδεύω. Αλλά εγώ σας τ΄ορκίζομαι πως η κατσαριδούλα μου έγνεψε με το πάνω αριστερό ποδαράκι της έναν αποχαιρετισμό! Ένα αντίο τόσο γλυκό και σπαρακτικό που σχεδόν με πήραν τα δάκρυα…Γιατί ενώ εγώ τη δολοφόνησα ψυχρά με ένα(2,3,4,5,6,7,8,9)ΦΣΙΤ, αυτή ήταν σαν να με συγχωρούσε αποχαιρετώντας με μ’ ένα της νεύμα. Έναν τελευταίο σπασμό πριν παραδώσει το πνεύμα της και αρχίσει να βαδίζει προς τα σκοτεινά μονοπάτια του κατσαριδοπαράδεισου. Εκεί που δεν υπάρχουν τσόκαρα, σαγιονάρες και άλλα παντοφλοειδή να την κυνηγάνε. Εκεί που τα ψίχουλα δεν τελειώνουν ποτέ και τα κατσαριδοκτόνα μυρίζουν σκουπιδίλα αγαπημένη!
Από εκείνη την στιγμή το φάντασμα αυτής της κατσαρίδας με κατατρέχει!
Βλέπω στον υπνο μου πως είμαι εγώ η κατσαρίδα και ο τεράστιος εαυτός μου με ψεκάζει μέχρι σκασμού. Άρχισα να σκέφτομαι πόσα κατσαριδάκια θα άφησε ορφανά και μετά σκεφτόμουν πως αν ήταν θηλυκιά ο κατσαρίδος της θα άρχιζε να πίνει και να γυρνάει με άλλες. Ίσως κάποια στιγμή να έφερνε στην φωλιά μιάν άλλη, ξένη κατσαρίδα που τα καημένα τα ορφανά θα έπρεπε να φωνάζουν “μαμά”.
Μπουχουχου χουχουχου
Άρχισε να με απασχολεί το ποιά ήταν πραγματικά η κατσαρίδα που σκότωσα. Τί να αισθανόταν άραγε; Να ήταν ευτυχισμένη στην ζωή της;
Δεν θα με πείραζε καθόλου να μου πείτε πως σκέφτομαι βλακείες. Βλέπετε, οι σκέψεις έχουν φτερά και πετάνε όπου αυτές θέλουν. Έτσι, χωρίς λόγο, σαν τις ιπτάμενες σαντρέ κατσαρίδες που κάνουνε μπάτζι τζάμπινγκ απ’ την ροδιά του κήπου διασκεδάζοντας με την τρομάρα μας. Που σχεδιάζουν τον πυρηνικό όλεθρο μας για να ζήσουν κυράδες κι αρχόντισσες σε μια καρβουνιασμένη γη.
Δεν μπορώ όμως και να μην θέσω ένα ρητορικό ερώτημα που με απασχολεί. Όταν πια έχουν μείνει μόνες τους και θα έχουν γίνει από την ραδιενέργεια σαν την μάνα Αλιεν ….τί θα τρώνε αυτές οι καημένες εφόσον ο άνθρωπος θα έχει εξαφανιστεί!
Μην μου απαντήσετε αμέσως. Κι αύριο μέρα είναι.
Ελπίζω όχι η “Επόμενη”…
Υστερόγραφο 1: Oι ιστορίες με κατσαρίδες τελειώνουν μόνο όταν η κατσαρίδα έχει πεθάνει.
Οχι να σας πει ο άντρας σας πως την σκότωσε…Να την δείτε με τα ίδια σας τα μάτια ότι την σκότωσε.
Υστερόγραφο 2: Οι ιστορίες με κατσαρίδες είναι άπειρες …ακριβώς σαν τις κατσαρίδες.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author