Πόρτα στην Ιστορία

Ερμούπολη: μια πόλη, μια ιστορία, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου (μέρος α’)

Spread the love


Ο Σεπτέμβριος έχει κιόλας μπει, σημαίνοντας το πρώτο καμπανάκι της επιστροφής στην Αθήνα.

Μέχρι να σημάνει το τρίτο, θα σας μιλήσω για την πρωτεύουσα των Κυκλάδων σε συνέχειες, προσπαθώντας να σας μεταφέρω όσες περισσότερες πληροφορίες μπορώ.

Η Ερμούπολη αποτέλεσε έναν ιδιαίτερο κοινωνικό σχηματισμό για την ελληνική επικράτεια του 19ου αιώνα. Με το ξέσπασμα τής Επανάστασης (1821) ο πληθυσμός του νησιού ήταν περίπου 4.000 καθολικοί κάτοικοι και εντοπιζόταν κυρίως στον οικισμό της Άνω Σύρου. Η καταστροφή όμως της Χίου το 1822, αλλά και οι διώξεις των επαναστατημένων στη Σάμο, τη Σμύρνη, τις Κυδωνίες, τη Ρόδο, τα Ψαρά και την Κάσο προκάλεσαν ένα μαζικό προσφυγικό κύμα στη Σύρο. Αυτοί θα δημιουργήσουν ένα νέο οικισμό, την Ερμούπολη.
Οι καθολικοί της Σύρου που βρίσκονταν σε προνομιακό καθεστώς υπό την προστασία της Γαλλίας και της Αγίας Έδρας, δεν συμμετείχαν στην επανάσταση και συνέχισαν να εκτελούν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στον Σουλτάνο. Εκτός από κάποιες εξαιρέσεις στο σύνολό τους κράτησαν ουδέτερη στάση απέναντι στους εξεγερμένους.

Ο συνδυασμός αυτός της ουδετερότητας του νησιού σε μια περίοδο καταστροφής των εμπορικών κέντρων του ελληνοχριστιανικού κεφαλαίου εκτιμήθηκε ως ευνοϊκή από ένα μεγάλο αριθμό προσφύγων που ήταν έμποροι – κεφαλαιούχοι για την επανακίνηση του εμπορίου.

‘Ετσι, γύρω στα 1924 ιδρύθηκε η πόλη του εμπορίου, «η πόλη του Ερμή», για να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας τον 19ο αιώνα, μέχρι που πήρε τη σκυτάλη ο Πειραιάς στις αρχές του 20ου.

Οι κοινότητες

Ο καθολικός κάτοικος της Άνω Σύρου, ατομικός ιδιοκτήτης, ήταν παραγωγός προϊόντων κυρίως για την αυτοκατανάλωσή του. Το προϊόν αυτό δεν έπαιρνε μεγάλη έκταση. Μιλάμε για μια αγροτοκτηνοτροφική κοινωνία, με κλειστή οικονομία, σε πολύ μικρό βαθμό εκχρηματισμένη. Το εμπόριο και η ναυτιλία κατείχαν ασήμαντο μέρος στο σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων της Σύρου. Η κοινωνική δομή της είχε έντονη επίδραση στο πολιτικό και διοικητικό επίπεδο. Οι κάτοχοι του μεγαλύτερου μέρους της συριανής γης ήταν συνήθως οι Επίτροποι του τόπου, δηλαδή η τοπική πολιτική, διοικητική και δικαστική εξουσία.

Η εγκατάσταση των προσφύγων στην παραλία έγινε ύστερα από μεγάλες διενέξεις, καθώς σήμαινε την απώλεια ενός μέρους της ντόπιας γης, την κατάληψη ενός τμήματος του νησιού. Σήμαινε τέλος την κατάρρευση των παλαιών οικονομικών δραστηριοτήτων και την απώλεια του κυριαρχικού ρόλου τους. Ο πλούτος που έρχεται από το εμπόριο υποσκελίζει το φυσικό πλούτο της γης και των προϊόντων της. Η διαδικασία αυτή έφερε στην επιφάνεια τις διαμάχες εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που κατείχαν και διαχειρίζονταν τις δύο μορφές πλούτου: τους αυτόχθονες Συριανούς και τους εποίκους Ερμουπολίτες. Οι ντόπιοι αμφισβήτησαν την ιδιοκτησία της παράλιας γης, ακόμα και το δικαίωμα του πολίτη στους πρόσφυγες. Σε κάθε περίπτωση οι Συριανοί υπενθύμιζαν τα διαφορετικά ήθη και έθιμα και το διαφορετικό θρησκευτικό δόγμα. Από την πλευρά τους οι Ερμουπολίτες τους καταλόγιζαν την πλήρη υποταγή στον Πάπα και τη Γαλλία παρά στον έλληνα βασιλιά και το ελληνικό κράτος.

Αλλά και στο εσωτερικό των δύο διαφορετικών κοινοτήτων υπήρχαν διαφορές. Η Χιακή κοινότητα ήταν η πολυπληθέστερη και περιλάμβανε τους μεγαλεμπόρους της πόλης. Ανάμεσα στους Χιώτες ήταν οι σημαντικότεροι τραπεζίτες, ναυπηγοί και βιομήχανοι. Συνεργάσθηκαν μεταξύ τους ακόμη και με τη μορφή συνεταιρικών εμπορικών οίκων. Είχαν διασυνδέσεις με τους Χιώτες της διασποράς. Η οικονομική τους κυριαρχία ήταν έκδηλη κι έτσι διεκδίκησαν και την πολιτική. Η Χιακή μερίδα, η πολιτική τους παράταξη, μαχόταν κάθε φορά για την πλειοψηφία του δημοτικού συμβουλίου. Από την άλλη συσπειρώνονταν οι άλλες πληθυσμιακές ομάδες που έμειναν γνωστοί ως αντι-χιακοί. Οι μεταξύ τους συγκρούσεις έπαιρναν συχνά πολεμικό χαρακτήρα.
Οι χιώτες γενικά προσανατολίζονταν προς το Αγγλικό Κόμμα. Η κάθε μερίδα είχε τη δική της Λέσχη στην οποία συναντιούνταν και εξυφαινόταν η πολιτική αντιπαράθεση. Πέρα από αυτά, οι λέσχες ήταν χώροι διαλέξεων, ανάγνωσης βιβλίων, εφημερίδων, ψυχαγωγίας. Οι Ερμουπολίτες δεν αρκέστηκαν στο να καταστήσουν την Ερμούπολη ένα σπουδαίο οικονομικό κέντρο, αλλά προχώρησαν στη διαμόρφωση μιας αναπτυγμένης κοινωνικά και πνευματικά πόλης.

Δημιούργησαν Δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, νηπιαγωγεία, δημοτικά, γυμνάσια, ναυτικές Σχολές και Εμπορικό Λύκειο, Νοσοκομείο με δωρεάν περίθαλψη για τους απόρους.

Τα περισσότερα ιδρύματα συντηρούνταν από τις εισφορές των εμπόρων.

(συνεχίζεται)


SHARE
RELATED POSTS
Το ανάδελφο δάκρυ, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Εξορκισμοί του 20ου αιώνα, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου
Σμύρνη: Φραγκομαχαλάς και βερχανέδες, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.