Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Αφιερωμένο στην Νίκη: “12 Μαΐου”, της Ελένης Χατζηπέτρου

Spread the love

«Το μόνο που θυμάμαι από τη μαμά μου είναι τα δύο γαλάζια μάτια της. Κι ένα γλυκό, αχνό χαμόγελο που δεν πρόλαβα ποτέ να το γευτώ. Μετά ήρθε η σιωπή.»

Αυτά ήταν τα λόγια μιας φίλης μου, της Νίκης, σε μια στιγμή βαθιάς εξομολόγησης ψυχής, σε μια στιγμή που ξεκλειδώνει ο πόνος τις πόρτες του μυαλού μας και αφήνει διάχυτες τις ανίσκιωτες σκιές εντός μας, να αποστατήσουν ζητώντας τη δικαιοσύνη.

Μετά ήρθε η σιωπή. Και με στιγμάτισε ο πόνος της για πάντα. Και χώρεσε ανάμεσα σε μένα και σε εκείνη, ανάμεσα σε δύο κουβέντες και δύο κούπες αχνιστό καφέ, μια ολόκληρη ζωή.

Εκείνο το απόγευμα, η γνησιότητα της λέξης “μαμά”  σφραγίστηκε με ανεξίτηλο μελάνι. Το δικό μου είχε χρώμα κόκκινο, σαν τον έρωτα, την αγάπη, σαν των ονείρων και των φλογερών φιλιών τη γεύση. Το δικό της είχε χρώμα μαύρο, σαν της απουσίας, της ανασφάλειας, της απάρνησης και του ξεριζωμού.
Αφιερωμένο στη φίλη μου τη Νίκη και στο μεγαλείο της ψυχής της να ζει και να μεγαλώνει χωρίς τη μητέρα της, νομίζοντας πως εκείνη την εγκατέλειψε, όπως κάποιοι ήθελαν να πιστεύει. Αφιερωμένο στις ευλογημένες στιγμές που μου χαρίστηκαν από τη Θεία Δικαιοσύνη και έσμιξα ξανά τις αγκαλιές τους μετά από σαράντα ολόκληρα χρόνια.
Αφιερωμένο στην άσβεστη πυράδα της ψυχής, στο ακούραστο μυαλό που αναζητάει.

Σε όλες τις μαμάδες του κόσμου.

Νίκη

Αν έπρεπε το Βλέμμα να ανατείλεις
εσύ δεν όρισες.
Στην άγρυπνη ζωή σου έδωσες φως
μόνη προχώρησες
μπαλκόνι κρεμασμένο η καρδιά
το μοσχοβόλησες
κι έγινε ο αγέρας του νησιού Θεός
που αγκυροβόλησες.
Αν έπρεπε στα χείλη να αγαπάς
λέξη δε δώσανε,
ζυγιάσανε το βάρος της σιωπής και έξω κλειδώσανε
το πιο ζεστό χαμόγελο της γης
και το παγώσανε…
περπάτησες σ’ατέλειωτα γιατί
που σε κυκλώσανε.

Αν έπρεπε στα δάση τα πυκνά
μέσα να ζήσεις
και τις σκιές του φεγγαριού
μόνη ν΄ακολουθήσεις
διάλεξες ένα αέρινο χορό
για να βυθίσεις
στο σώμα σου χιλιάδες γιασεμιά
και να ανθίσεις.

Αν έπρεπε να τρέξεις να σωθείς
ξένα τα χέρια
που σε καρφώσανε σε θόλο αδειανό
χωρίς αστέρια,
ρούφηξες θλίψης αίμα από πληγές
μα τα μαχαίρια
κανείς δεν τα΄βγαλε να βάλει γιατρικό.

Αν πρέπει η αυγή για σε να μείνει
αναμμένη
στα Βάθη της τα γιορτινά
πάντα θα περιμένει
του κόσμου ολάκαιρο το φως
φιλί που σε προσμένει.
Βλέμμα καθάριο γαλανό
στο νου μορφή θεριεύει.

Αν πρέπει τη ζωή σου ν΄αγαπώ
θα σε φυλάξω
μοβέ κρινάκι στην αυλή
και θα σου τάξω
να σου χαρίσω έναν παράδεισο μικρό
κρυφά θα ράψω
στους ώμους σου ολόχρυσα φτερά
μαζί σου να πετάξω.

Κι αν είναι η προσευχή μισή για σε
μισή για μένα
θα μας ενώσουνε τα λόγια της ψυχής
τα κεντημένα
στ΄άσπιλα χέρια του Χριστού
τα εσταυρωμένα!

Κοίτα! Επάνω μας μονάχα στέκει ένας Θεός,
κι άλλος κανένας
ίσως οι δρόμοι της αγάπης μας να σμίξουν
ένας ένας…
τότε μονάχα πόσο μοιάζουνε οι ανθρώποι
θα φανεί!


Στη Νίκη μου,

Ελένη

***

Έχω τόσα πολλά να σου πω ακόμη…
κι ας μην τελειώσανε ποτέ οι λέξεις.
Έχω όσα πολλά να σου δώσω…
Κι ας μην αδειάσει ποτέ η ψυχή μου.
Μαμά σ΄αγαπώ, σ΄αγαπώ  σ΄αγαπώ.
Κι ας μην πάψεις ποτέ να τ΄ακούς.

Στη μαμά μου,
Ελένη.

 

 

Η Ελένη Χατζηπέτρου είναι επίτιμο μέλος της ΔΕΕΛ καθώς και επίτιμο μέλος της Ακαδημίας της Φλωρεντίας. Ενδιαφέροντα: Ποιητικές συλλογές, πεζά κείμενα, λογοτεχνικά κείμενα, ζωγραφική. Ζει και δραστηριοποιείται στη Ρόδο.

 

 

 

 

 

SHARE
RELATED POSTS
Άνθρωποι και κουκκίδες, της Αναστασίας Φωκά
Απάντηση, του Γιάννη Γερμανού
Παραγράφονται οι εφιάλτες;, του Κωστή Α. Μακρή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.