Ο Ηλίας Καραβόλιας είναι Οικονομολόγος με ειδίκευση Γενικής Θεωρίας και Οικονομικής Πολιτικής. Κατέχει Master of Arts από το European Institute of Philosophical Anthropology.
Τρέχει αίμα από τις αρτηρίες του συστήματος. Πέφτουν εδώ και μέρες οι μετοχές διεθνώς. Και οι μετοχές-υποτίθεται- προεξοφλούν το μέλλον ( ύφεση, στασιμοπληθωρισμός, ακριβό χρήμα). Εδώ στην Ελλάδα δήθεν βγήκαμε οριστικά και αμετάκλητα από την εποπτεία της Κομισιόν( με χρέος 200% και επιτόκιο ομολόγου στο 5%).
Το έγκλημα που ξεκίνησε από τις κεντρικές τράπεζες πριν λίγα χρόνια (έσπρωχναν φθηνό χρήμα στις εμπορικές και αυτές έφτιαχναν στις αγορές φούσκες και χρέη) έρχεται να αποτυπωθεί σήμερα στο πρατήριο καυσίμων, στους λογαριασμούς ρεύματος και τροφίμων, στα απλήρωτα δάνεια σε τράπεζες και δημόσια ταμεία.
Η ζωή μας άλλαξε δραματικά – μιλάω για όλες σχεδόν τις χώρες- όχι επειδή, όπως μας λένε, ξοδεύουμε περισσότερα από όσα παράγουμε αλλά επειδή μας εθίζουν να ξοδεύουμε περισσότερα από όσα παράγουμε.
Επειδή μας σπρώχνουν με δόσεις το χρέος από το φθηνό χρήμα της κατανάλωσης στο μέλλον, αρκεί να απολαύσουμε το παρόν, να ικανοποιήσουμε την τεχνητή ανάγκη του marketing που εμείς νομίζουμε ότι είναι επιθυμία.
Ο βίος θα γίνει πιο δύσκολος για τους πολλούς όχι μόνο λόγω της πανδημίας και του πολέμου, ούτε μόνο λόγω της ενεργειακής κρίσης με τα χρηματιστηριακά παίγνια πρώτων υλών και καυσίμων, αλλά γιατί το φθηνότερο χρήμα όλων των εποχών- αυτό που κυκλοφόρησε χωρίς παραγωγικό αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια- δεν σήκωσε σχεδόν καθόλου εισοδήματα και μισθούς.
Σήκωσε κέρδη κεφαλαίου και χρηματοοικονομικές αποδόσεις αφού έκανε ελάχιστα άτομα να έχουν περιουσία άνω των 100 και 200 δις χωρίς να κάνουν παραγωγικές επενδύσεις.
Οι κεντρικές τράπεζες ευνόησαν την μη παραγωγική συνείδηση αφού δεν κατεύθυναν το ρευστό στην παραγωγή και σε θέσεις εργασίας.
Και τώρα που σηκώνουν τα επιτόκια, είναι σχεδόν δεδομένο ότι το χρηματιστηριακό υπερκέρδος θα παρκαριστεί στον παραδοσιακό τόκο καταθέσεων και ομολόγων.
Αφήστε τι λένε τα βιβλία και οι θεωρίες. Τα ξεπέρασε η πραγματικότητα. Το χρήμα έλειπε πολλά χρόνια από την πραγματική οικονομία και ενώ δανείζονταν κράτη και εταιρείες, οι μισθοί και το εισόδημα δεν ανέβαιναν.
Πολύ απλά διότι γίνονταν αναχρηματοδοτήσεις κρατικών χρεών (βλ. Ελλάδα) με περικοπές μισθών-εισοδημάτων, αλλά δεν γίνονταν οι ανάλογες- με την διοχετευμένη ρευστότητα- παραγωγικές επενδύσεις.
Τι κυριαρχούσε ; Χάρτινη ρευστότητα, πλασματικό κεφάλαιο, πιστωτικό χρήμα τραπεζικών εγγραφών, που μόχλευαν οι αγορές και φούσκωναν μετοχές χωρίς ουσιαστικά παραγόμενο προϊόν, όπως Space X (διαστημόπλοια) και Facebook( ψηφιακή δικτύωση).
Ο μέσος νους αδυνατεί να συνδέσει την πραγματικότητα των κρίσεων -αυτών που συνέβησαν και αυτών που ξεκινούν- με το κοινωνικά επώδυνο αποτέλεσμα της χρηματοοικονομικής μηχανικής των καπιταλιστικών αγορών.
Και αυτό διότι είμαστε όλοι σχεδόν συνδεδεμένοι στο internet και ασυνείδητα νιώθουμε ”εντός” της μέγα-μηχανής του καπιταλισμού, εντός της παγκόσμιας αγοράς και του δυνητικού κέρδους που δήθεν αυτή παράγει για όλους ανεξάρτητα θέσης και δεξιοτήτων.
Παραμένουμε όμως φανατικά προσκολλημένοι στην κλασική πολιτικό-οικονομική θεωρία, αυτή που λέει ότι μόνο το ιδιωτικό κεφάλαιο φέρνει ανάπτυξη, αγνοώντας ότι αυτό απεργεί όποτε θέλει, όποτε νιώσει κίνδυνο και έλλειψη της δυνατότητας απόσπασης άμεσης υπεραξίας.
Αγνοούμε πεισματικά ότι δεν υπάρχει πλέον θεωρητική τεκμηρίωση για την εγκατεστημένη συστημικότητα και τις επιδράσεις στις ζωές μας από το αχανές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Δεν τολμάμε να περιγράψουμε στα νέα παιδιά που σπουδάζουν οικονομικά, τους αφανείς ιμάντες μεταφοράς παραγόμενου πλούτου από τους κάτω προς τις ελίτ.
Φοβόμαστε να ονομάσουμε στις μάζες εκείνες τις δυνάμεις (μικροφυσική εξουσίας, βιοπολιτική, ανισότητες, ταξικές διαφορές) που ο καπιταλισμός εσωκλείει ιστορικά και που σκόπιμα απωθεί ο κυρίαρχος λόγος.
Ποτέ δεν θα βρούμε τις λύσεις, ποτέ δεν θα σχεδιάσουμε ρεαλιστικά (χώρες-νοικοκυριά- επιχειρήσεις) αν μονίμως χάνουμε το μεγάλο φόντο, την μεγάλη πλανητική εικόνα.
Χωρίς να διδαχθούμε επιτέλους τις στρεβλώσεις, τις ανισορροπίες και τις ανωμαλίες του ακραίου καπιταλιστικού μοντέλου, θα ζούμε μόνιμα ως θύματα της αυτόματης υποτίμησης της εργασίας, της απαξίωσης του διανοητικού μόχθου.
Το κράτος -παγκοσμίως- της πανδημικής εποχής και της (ελάχιστης) στήριξης εν μέσω ενεργειακής κρίσης πρέπει να μας θυμίζει την αξία της (μετά)κεϋνσιανής σκέψης στην οικονομική πολιτική : τόνωση της ζήτησης και των δημοσίων επενδύσεων για άνοδο των πολλαπλασιαστών ιδιωτικών επενδύσεων και παραγωγικού εισοδήματος.
Χρειαζόμαστε μηχανισμούς φραγής και εκτροπής της ανεξέλεγκτης κινητικότητας παρασιτικών μοχλευμένων κεφαλαίων στις αγορές.
Δεν είναι εύκολο να παρακάμψουμε τις βασικές διαδρομές που ακολουθεί η αλυσίδα της καπιταλιστικής νομοτέλειας.
Ούτε να μειώσουμε τις κοινωνικές επιπτώσεις από την ξέφρενη κούρσα ανταγωνιστικότητας προς όφελος μονοπωλιακών κερδών και σε βάρος των χαμηλών εισοδημάτων.
Υπάρχει όμως και συντηρείται ένας κυρίαρχος λόγος που μας εγγράφει στο συλλογικό ασυνείδητο ότι οι κρίσεις είναι κανονικότητα, είναι το ιστορικό δεδομένο του καπιταλιστικού συστήματος στο οποίο ζούμε και συναλλασσόμαστε.
Και δεν ενημερωνόμαστε για σημαίνουσες έννοιες, για ιστορικά καταγεγραμμένα συστημικά φαινόμενα που ρυθμίζουν κυνικά τον βίο μας( νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, κρίσεις υπερ-παραγωγής και υπερσυσ-σώρευσης, ασυνείδητη απόσπαση υπεραξίας, εξόρυξη και όχι δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην αλυσίδα παραγωγής).
Καιρός να μάθουμε ότι ο καπιταλισμός άρχισε να τρώει τις σάρκες του. Αλλά δυστυχώς είμαστε και εμείς σάρκα από την σάρκα του…