Ο Κωστής Μακρής είναι γραφίστας και συγγραφέας
«Πάρε ένα καπάκι…»
Παραφράζω το ρητό τής Ακαδημίας τού Πλάτωνα κι ας με συγχωρέσουν οι Πλατωνικοί: «Μηδείς ανεμβολίαστος εισίτω μοι τον οίκο»· ή τα σχολεία που θα πηγαίνουν τα εγγόνια μου και άλλα παιδιά· ή τα μέρη που πηγαίνουμε εμείς (η στενή οικογένειά μου εννοώ) και οι εμβολιασμένοι ή νοσήσαντες φίλοι και συγγενείς μας.
Το ίδιο θέλω να ισχύει και στα Νοσοκομεία, τα Φαρμακεία, τους Δημόσιους κλειστούς ή ανοιχτούς χώρους και σε άλλα σημεία όπου συναθροίζονται συμπολίτες μου ή επισκέπτες της Ελλάδας.
Στο σπίτι τους να κάνουν ό,τι θέλουν, μέσα στο πλαίσιο του Νόμου.
Είναι καιρός τώρα που προσπαθώ να φανώ ευγενικός, κομ-ιλ-φο και (σχετικά) ανεκτικός στις διαφορετικές απόψεις. Είναι κάμποσος καιρός που σωπαίνω επειδή δεν βρίσκω κάτι καλύτερο της σιωπής να πω.
Μια φράση όμως ―αγωνιώδης ερώτηση περισσότερο― ενός μικρού κοριτσιού ή αγοριού που επρόκειτο να εμβολιαστεί ―με την σύμφωνη γνώμη των εμβολιασμένων γονιών της/του και ειδικών ιατρών― με έκανε να χάσω ένα μεγάλο μέρος από την ανεκτικότητα που συνήθως δείχνω σε διαφορετικές από την δική μου απόψεις και θέσεις.
Το ερώτημα που έθεσε το υπερδωδεκάχρονο κορίτσι (ή αγόρι) ήταν αυτό:
«Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που έκανα το εμβόλιο;».
Το ερώτημα αυτό ήρθε και με χτύπησε σαν χρέος βαρύ, ατακτοποίητο και αρρύθμιστο. Ή σαν υπενθύμιση ότι η Ελευθερία και η Δημοκρατία δεν είναι αθροίσματα δικαιωμάτων αλλά επιτεύγματα πολιτισμού και γνώσης· με επίγνωση των υποχρεώσεων και των καθηκόντων μας, ως πολιτών, απέναντι στην κοινωνία που μέσα της «ζούμε, κινούμεθα και εσμέν».
«Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που έκανα το εμβόλιο;».
Έχουμε φτάσει στο σημείο να φοβόμαστε να πράξουμε το αυτονόητο;
Έχουμε φτάσει στο σημείο να αμφισβητούμε τις σωτήριες πρακτικές των εμβολιασμών, που από τις αρχές του 19ο αιώνα (όπως ο «δαμαλισμός», κατά της ευλογιάς) έχουν σώσει εκατομμύρια ανθρώπους από πλήθος ασθενειών;
«Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που έκανα το εμβόλιο;».
Τι κατάντια είναι αυτή;
Πόσο κοντά είναι στο: «Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που είμαι πρώτη μαθήτρια/πρώτος μαθητής;».
Πόσο κοντά είναι στο: «Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που δεν δείχνω το βρακί μου στο τικ-τοκ;».
Πόσο κοντά είναι στο: «Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που δεν λέω συνέχεια ‘‘μ@λ@κ@ς’’ αλλά μιλάω καλά ελληνικά;».
Πόσο κοντά είναι στο: «Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που δεν τσακώνομαι και δεν μοιράζω φάπες, προσβολές και βρισιές;».
Δεν με ενδιαφέρει, δεν είναι στόχος μου ούτε επιχειρώ να πείσω καμιά και κανέναν για την ασφάλεια των εμβολίων και την μοναδικότητά τους ως όπλο κατά της πανδημίας του Sars-cov-2 που προκαλεί την ―ενίοτε θανατηφόρα― ασθένεια COVID-19.
Δεν είναι δικό μου καθήκον ή έργο αυτό.
Αυτό είναι έργο και καθήκον ειδικών επιστημόνων.
Όπως συμβουλεύομαι δικηγόρους για τα νομικά μου ζητήματα, λογιστές για τα οικονομικά μου, οδοντιάτρους για προβλήματα των δοντιών μου, πολιτικούς μηχανικούς για θέματα οικοδομών, μηχανικούς αυτοκινήτων για το αυτοκίνητο, υδραυλικούς και ηλεκτρολόγους και ελαιοχρωματιστές για το σπίτι μας, διάφορους μ@λ@κες για να ξέρω τι να αποφεύγω να λέω και να κάνω και άλλους ειδικούς για πολλά άλλα, για την προστασία τής υγείας μου απέναντι στον Sars-cov-2 συμβουλεύομαι ειδικευμένους και έγκυρους επιστήμονες.
Αρνούμαι όμως να επιδείξω ανοχή σε κάποιες και κάποιους που αρνούνται το δικαίωμά μου να προστατεύομαι από την άρνησή τους να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις της πλειονότητας των έγκυρων επιδημιολόγων, μικροβιολόγων, εντατικολόγων, πνευμονολόγων, φαρμακολόγων και άλλων ειδικών επιστημόνων.
Αρνούμαι να «μπω στα παπούτσια» των αρνητών εμβολιασμού και κορωνοϊού επειδή είναι ―υποκειμενικά το εννοώ― πολύ βρόμικα, πολύ στενά και δυνάμει πολύ μολυσμένα (τα παπούτσια τους) για τις αρχές και τις αξίες του πολιτισμού που υπερασπίζομαι.
Αρνούμαι να συνταχθώ μαζί τους όπως αρνούμαι να συνταχθώ με το δικαίωμα ενός «φλατ-έρθερ» (flat-earther) να επιμένει ότι η Γη είναι επίπεδη, ενός μανιακού δεισιδαίμονα να επιθυμεί να εξοντωθούν όλες οι μαύρες γάτες ή να καταργηθεί ο αριθμός 13 από παντού, ενός φανατικού κάποιας θρησκείας να επιβάλλει απαγόρευση εκπαίδευσης σε κορίτσια και νέες γυναίκες, ενός «πιστού» οποιασδήποτε θρησκείας να απαγορεύει δια της βίας τρόπους ζωής, ένδυσης, κοινωνικής και σεξουαλικής συμπεριφοράς σε γυναίκες και άντρες παρ’ όλο που έχουν γίνει αποδεκτοί και σύννομοι μετά από αγώνες αιώνων. Παρ’ όλο που τέτοιες δοξασίες και πρακτικές έχουν προ πολλού ξεπεραστεί και καταδικαστεί από τον πολιτισμό που στηρίζω, σέβομαι και υπερασπίζομαι ―λόγω και έργω―, υπάρχουν ακόμα μυριάδες σκοτεινές τρύπες στην ανθρωπότητα και δεν τις θέλω στην πατρίδα μου.
Δεν θέλω, επίσης, να τιμωρούμαι για την δική μου μέριμνα ―εκφρασμένη μέσω εμβολιασμού και συνεπούς τήρησης κανόνων και μέτρων προστασίας απέναντι στο εγγύς και πιο μακρινό μου κοινωνικό σύνολο―, πληρώνοντας για την προστασία των ανεπίδεκτων μαθήσεως αντιεμβολιαστών, των πάσης φύσεως αρνητών της επιστήμης και των ζηλωτών των πιο αντικοινωνικών δοξασιών, προκαταλήψεων και φορέων ακραίας μισαλλοδοξίας.
Δεν θέλω να πληρώνω ούτε ένα λεπτό του ευρώ για την ασυνέπεια, άγνοια ή ανευθυνότητα άλλων.
Αρνούμαι να δείξω επιείκεια σε όποιαν και όποιον αρνείται να σεβαστεί τις Υγειονομικές Επιταγές της συντριπτικής πλειονότητας του προσωπικού υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελλάδας και θέτει σε κίνδυνο την Υγεία, την Οικονομία, την Ανάπτυξη και την Ομαλότητα της χώρας μου, της οικογένειάς μου και εμού του ιδίου.
Αρνούμαι να υπερασπιστώ δήθεν δικαιώματα που υπονομεύουν και αμφισβητούν το δικαίωμά μου να υπερασπίζομαι τις υποχρεώσεις που έχω ως Ευρωπαίος και Έλληνας Πολίτης και που χωρίς αυτές τις υποχρεώσεις και την τήρησή τους δεν θα είχε καμιά και κανένας ούτε την δυνατότητα αλλά ούτε και το δικαίωμα να μιλάει για δικαιώματα.
Έχω μεγαλώσει αρκετά και δεν έχω ούτε τον χρόνο ούτε καμιά διάθεση για «ναι-μεν-αλλά» και φαύλους κύκλους. Ούτε θέλω να δίνω σημασία σε λόγια και πράξεις που βλάπτουν (ή μπορούν να βλάψουν) την υγεία, σωματική και ψυχική, την δική μου και όσων πιο πολύ αγαπώ και πιο πολύ νοιάζομαι.
Προτιμώ να διαθέτω χρόνο και καλή διάθεση στην εμβολιασμένη οικογένειά μου και να προστατεύω κάθε μικρό κορίτσι ή αγόρι (λίγο μεγαλύτερο από δώδεκα ετών) που εμβολιάστηκε σήμερα και η έννοια της/του, από χθες, ήταν μην τυχόν και την/τον κοροϊδεύουν στο σχολείο, που ξεκινάει σε λίγες μέρες, επειδή εμβολιάστηκε.
«Κι αν με κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά που έκανα το εμβόλιο;».
Αδιανόητο! Εξοργιστικό! Φριχτό! Φτού-κακά!
Τι να της/του πω; Πώς να την/τον εξοπλίσω χωρίς να την/τον φορτώσω με απέχθεια και απόλυτη δυσανεξία για τους δεκάδες ή εκατοντάδες ή χιλιάδες ολιγοφρενείς, ευήθεις, βλιτομάμες και ιδιώτες (idiots) που θα συναντάει διαρκώς, ως εμπόδια, στην ζωή της;
Πέρα από τα «επιστημονικά» επιχειρήματα των γονιών της/του και των ειδικών επιστημόνων, αυτό που βρήκα να της/του πω ήταν να έχει μαζί της/του πάντα ένα καπάκι από τελειωμένο αναψυκτικό ή νερό. Και της/του έδωσα ένα καπάκι από μπουκάλι αναψυκτικού που βρήκα μέσα στην σακούλα μας τής ανακύκλωσης.
Χαμογέλασε.
«Γιατί;» με ρώτησε με απορία.
«Για να το δίνεις σε όποιαν ή όποιον τολμήσει να σε κοροϊδέψει επειδή εμβολιάστηκες. Επειδή εσύ ξέρεις ότι εμβολιάστηκες για να προστατευτείς εσύ και οι κοντινοί σου άνθρωποι. ΌΠΟΙΑ και ΌΠΟΙΟΣ κι αν είναι, οποιασδήποτε ηλικίας και φύλου» της/του είπα, «να δίνεις ένα καπάκι.».
«Γιατί να τους δίνω το καπάκι;».
« Πάρε ένα καπάκι, θα τους λες, γιατί αυτό μπορώ να σου δώσω. Σημασία πάντως, σε όσα λες, δεν μπορώ να δώσω. Κι αν σε ρωτάνε τι να το κάνουν το καπάκι, να τους λες να το ανακυκλώσουν.».
«Δεν σου δίνω σημασία, πάρε ένα καπάκι! Τι αστείο!» είπε και γέλασε.
Και κράτησε το καπάκι που της/του έδωσα.
Μετά από αυτήν την τόσο γόνιμη συζήτηση ―φανταστική ή πραγματική, δεν έχει σημασία― με το μικρό-μεγάλο κορίτσι ή αγόρι, το εμβολιασμένο πλέον, αποφάσισα να βάλω κι εγώ μερικά καπάκια από πλαστικά μπουκάλια στην άκρη. Να έχω και στην τσέπη μου μερικά. Αχρείαστα να είναι…
Καλό Καλοκαίρι να έχετε όλες και όλοι.
Και με το καλό να εμβολιαστείτε οι ανεμβολίαστες και ανεμβολίαστοι.
Κωστής Α. Μακρής
26 Αυγούστου 2021