Την συζήτηση στη Βουλή για την πανδημία αξίζει το κόπο να την παρακολουθήσουν οι πολίτες από το διαδίκτυο, στα βασικά τουλάχιστον σημεία της. Σε κάποιες στιγμές οι τόνοι ήταν έντονοι. Γενικά όμως ήταν μια εξαιρετική κοινοβουλευτική συζήτηση. Αισθάνομαι πολύ καλά όταν το Κοινοβούλιο λειτουργεί και όταν τα επιχειρήματα πλεονεκτούν των άγονων αψιμαχιών και των κοκορομαχιών.
Η κυβέρνηση υπερασπίστηκε τα πεπραγμένα της. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης άσκησαν πολύπλευρη κριτική ουσίας. Το θέμα αναδείχθηκε σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις του.
Τι δεν συνέβη; Το αναμενόμενο.
Ο Μητσοτάκης δεν μπορούσε να ξεπεράσει το σύνδρομο της εμμονής στη δικαιολόγηση πολλών λαθών της κυβέρνησης και έδειχνε να ενοχλείται από την αναγκαία επισήμανση τους.
Ο Τσίπρας και η Γεννηματά δεν μπορούσαν να βρουν το περίσσευμα θάρρους και να αναγνωρίσουν πάρα πολλά θετικά στη διαχείριση της πανδημίας, τινά των οποίων δημιουργούν μεταρρυθμιστικό ενδιαφέρον για τη μετά COVID εποχή.
Με το Βαρουφάκη και το Βελόπουλο δεν ασχολούμαι. Την δε κασέτα του ΚΚΕ μετά βίας την ακούω αν και υπήρξαν κάποια ψήγματα υπευθυνότητας.
Όταν το δημοκρατικό τόξο βρει το τρόπο να ξεπεράσει και αυτό τον αταβισμό η χώρα θα έχει κάνει ένα τεράστιο βήμα προόδου.
Τέλος μια τελευταία επισήμανση για τον Πρωθυπουργό. Από το καταστροφικό πρώτο εξάμηνο του 2015 έχουν περάσει 6 χρόνια. Δεν αποτελεί πια άλλοθι για την αποφυγή κριτικής. Δεν είναι αξιόπιστο καταφύγιο υπεκφυγής με την αναβίωση του δόγματος «εσείς δεν δικαιούσθε δια να ομιλείτε». Για τους νεότερους ήταν η αγαπημένη αποστροφή του Μενιου Κουτσόγιωργα.