Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Μες στα γκρεμνά εφύτρωσα, αυτά και προσκυνάω, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Είτε από την Καλαμάτα μέσω Ριζόμυλου ερχόμενος το προσεγγίσεις είτε από την Κυπαρισσία μέσω Χώρας και Σπηλαίου Αγίων Αναργύρων επίσης, τι κι αν ακόμη στις δυο πινακίδες της εισόδου του αναγράφεται ‘Άνω Παπαφλέσσα’, να γνωρίζεις ότι σωστά κινείσαι, ότι είσαι στο σωστό μέρος. Καλώς ήρθες λοιπόν στο Παπαφλέσσα Μεσσηνίας, ευπρόσδεκτος στο χωριό μου επισκέπτη!. Κι αν κάποτε τούτο το μικρό χωριουδάκι έσφυζε από ζωή και μετρούσε πάνω από εκατό φαμελιές με τις στάνες και τα μποστάνια του, τα καφενεία και τις όμορφες κοπελιές του που έτρεχαν να σε προϋπαντήσουν και να σε τρατάρουν με ό, τι το καλύτερο διέθεταν με τα χέρια τους φτιαγμένο, με την ίδια ζέση και το καθαρό χαμόγελο θα σε περιποιηθούν και σήμερα με το ολόδροσο ποτήρι νερό που θα σου προσφέρουν για να ξαποστάσεις κάτω από τις μουριές του, ανεξαρτήτως του αριθμού των νοματαίων του, ανεξαρτήτως της εποχής που θα το επισκεφθεί κάποιος.

Κυρίαρχο επικρατούν στοιχείο εδώ είναι η πέτρα. Η φύση απλόχερα χάρισε τις ομορφιές της σε τούτο τον ευλογημένο τόπο. Τα τρία πηγάδια στην μια του είσοδο – όπου και μέχρι σήμερα αναβλύζουν κρυστάλλινο κι ολόδροσο το νερό τους – καθώς και η πλατεία του στην άλλη μεριά υπόσχονται στον επισκέπτη μια απεριόριστη θέα προς τον Μεσσηνιακό κάμπο και τον Ταϋγετο. Στον επισκέπτη παρέχεται η δυνατότητα να ανεβεί μέσα από μονοπάτια στην κορυφή του όρους Κουφιέρος (στους πρόποδες του οποίου είναι κτισμένο το χωριό)   προκειμένου από εκεί να έχει μια ανεπανάληπτη θέα προς την Πύλο και το λιμάνι της. Εδώ ευρισκόμενος κάποιος άθελά του μεταμορφώνεται σε αετό αγναντεύοντας έως πέρα μακριά τα Φιλιατρά και την Κυπαρισσία. Τα δείγματα της πολιτιστικής του κληρονομιάς εξακολουθούν ανέπαφα παρά τα χρόνια που διάβηκαν να λειτουργούν έως σήμερα, κι αυτό είναι ένας προάγγελος ελπίδας για τις επερχόμενες γενιές σε όλα της φυσικά τα επίπεδα.

Ένας σεισμός, στην δεκαετία του 1950 – όχι ιδιαιτέρου μεγέθους, το επιφανειακό του χαρακτηριστικό ήταν εκείνο που επέφερε μερικές ζημιές στα κτίσματά του – δεν κατέστη όμως δυνατός να αποθαρρύνει τους κατοίκους του για να το εγκαταλείψουν μετακινούμενοι νοτίως προς Αγίους Αποστόλους αλλά πείσμονες ως ήσαν παρέμειναν στο χωριό τους με την αρωγή της Πολιτείας απλόχερη προς αυτούς. Πιτσιρικάς ήμουν κι ακόμα θυμάμαι την Κοινωνική Πρόνοια με δικά της συνεργεία να επισκευάζει παράθυρα, πατώματα, μπαλκόνια, τζάκια, σκεπές και μάντρες. Αν και στην δεκαετία του 1970 πολλοί ήσαν εκείνοι οι νέοι οι οποίοι εγκατέλειψαν το χωριό σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής με προορισμό την Αυστραλία, την Βραζιλία, τον Καναδά και την Αθήνα, με αποτέλεσμα οι εναπομείναντες να είναι μόνο μεσήλικες και γέροντες φθάνοντας  στο σήμερα να εμφανίζεται μία εικόνα ερήμωσης και εγκατάλειψής του παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Εκπολιτιστικού Συλλόγου ο οποίος εργάζεται ακατάπαυστα αναπληρώνοντας κενά όπου αυτά δημιουργούνται. Σίγουρα με ιδιαίτερη προσοχή και παρεμβάσεις έξυπνες το χωριό μπορεί να ξαναγίνει σημείο αναφοράς και πόλος έλξης ακόμα και στον πιο ψιλολόγο επισκέπτη.   

Και, εάν δεν είναι μόνο το όνομα του χωριού το οποίο σε προδιαθέτει για ό, τι έχεις φανταστεί πως θα συναντήσεις ερχόμενος εδώ, σίγουρα να ξέρεις ότι και η αύρα ακόμα που αποπνέεται από εδώ ψηλά που στέκεται αγέρωχο και σε καρτερεί, βέβαιος να είσαι πως θα σε ανταμείψει όσο απαιτητικός κι αν είσαι, φίλε επισκέπτη!.

             

  

SHARE
RELATED POSTS
Οι ζωές των άλλων, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
Μη Θε’ μ’ χειρότερα…, του Αλέξανδρου Μπέμπη
“Στέλλα Μου, Σ’αγαπώ Πάρα Πολύ”, του Άρη Μαραγκόπουλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.