Οι κροκάλες είναι περισσότερο ή λιγότερο αποστρογγυλωμένα θραύσματα πετρωμάτων
και συνδέονται μεταξύ τους με υλικό μικροκρυσταλλικό ή άμορφο πυριτικής ή ασβεστιτικής
σύστασης αλλά που μπορεί να αποτελείται και από οξείδια και από υδροξείδια του σιδήρου.
Λατύπη ονομάζεται το σύντριμμα που απομένει μετά την εξόρυξη
ή τη λάξευση της πέτρας ή το κομμάτι πετρώματος που είναι αιχμηρό και ακανόνιστο
στο σχήμα και που σχηματίζεται με τη διάβρωση και την αποσάθρωση.
Κάθε ποτάμι δημιουργείται με νερά από διάφορες πηγές που συγκλίνουν σε μια κοιλότητα του εδάφους την οποία ακολουθούν και που ονομάζεται κοίτη του ποταμού.
Όταν μαζεύονται πολλά νερά και το έδαφος είναι κατωφερικό, τα νερά κυλούν με ορμή και παρασύρουν πολλά πετρώματα και γι’ αυτό στην άκρη στο ποτάμι ―σε κάθε σχεδόν ποτάμι στον τόπο μας― συναντάμε κροκάλες και λατύπες.
Τα ποτάμια είναι βιότοποι για πολλά είδη. Εκεί κοντά ζουν, τρέφονται, ζευγαρώνουν και αποπατούν πολλά μικρά και μεγάλα ζώα. Μέσα στα νερά ζουν επίσης πολλά ζώα. Μερικά ποτάμια έχουν ψάρια, σε άλλα ―πιο μικρά― υπάρχουν βατράχια και βδέλλες και πολλά άλλα υδρόβια μαμούνια και έντομα.
Τα ποτάμια καταλήγουν στη θάλασσα εκτός εάν κάποια λίμνη υποδεχτεί τα νερά τους νωρίτερα ή κάποιο έργο του ανθρώπου τα ξεράνει.
Υπάρχουν και μερικά ποτάμια που ξεκινάνε με ορμή και μετά συναντούν μια πεδιάδα και προχωράνε με πιο τεμπέλικο ρυθμό, ποτίζοντας χρήσιμα και άχρηστα φυτά, όπως ―ας πούμε― ο καπνός, που για πολλούς είναι άχρηστο φυτό.
Στις όχθες των ποταμιών υπάρχουν διάφορα πετρωμένα πράγματα όπως βότσαλα, κοτρώνες, κροκάλες, λατύπες, μνήμες, παλιά ειπωμένα λόγια, δημοσιεύματα, ντοκουμέντα και διάφορα άλλα που κανείς δεν θέλει να τα θυμάται.
Μερικοί χρησιμοποιούν αυτά τα πράγματα για να πετροβολούν τα ποτάμια γιατί τους αρέσει το ψιλοπλίτς ή το χοντροπλάτς που κάνει μια πέτρα, ένα παλιό συμπαγές δημοσίευμα ή ένα μνημονιοπαγές πέτρωμα όταν πέφτει με ορμή στο νερό.
Κάποτε οι άνθρωποι νόμιζαν ότι στα ποτάμια κατοικούν ξωτικά, ξωθιές, νύμφες, νεράιδες, αμμολήπτες και ψαράδες ειδήσεων και ψηφοφόρων. Υπήρχαν μάλιστα και πολλοί που πιστεύανε ότι αν δεις μια ξεβράκωτη ξωθιά ή νεράιδα κοντά σε ποτάμι, θα χάσεις τη μιλιά σου. Πράγμα που πλέον δεν είναι και τόσο πιστευτό, γιατί με τόσες ξεβράκωτες ξωθιές που γυρνούν στα κανάλια της τηλεόρασης, τα πλημμυρισμένα από υδροχαρή πλάσματα, όχι μόνο δεν χάνουμε τη μιλιά μας αλλά τουναντίον φλυαρούμε και με το παραπάνω. Παρόλο που πολλοί χάνουν τη μιλιά τους όταν πρόκειται να μιλήσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια για το τι είναι και τι δεν είναι ένα ποτάμι και γιατί θέλουν να το στερέψουν ή να το τροφοδοτήσουν με πιο πολύ νερό.
Βέβαια, τα ποτάμια είναι δύσκολο να τα ορίσεις με μεγάλη ακρίβεια όπως και πολλά άλλα φυσικά ή πολιτικά φαινόμενα, που άλλοτε φουσκώνουν κι άλλοτε ξεφουσκώνουν, άλλοτε είναι γόνιμα και πλούσια σε ιδέες κι άλλοτε πιο ξερά κι από παλιό κουκούτσι φαγωμένης ελιάς που έμεινε στον ήλιο ή από μια παλιά δάδα ή από ένα σκουριασμένο σφυρί και ένα δρεπάνι άχρηστο στην εποχή των θεριζοαλωνιστικών μηχανών.
Υπάρχουν ας πούμε μερικοί που θέλουν να παρουσιάζουν το ποτάμι σαν τον πιο πολύτιμο βιότοπο για κάθε διψασμένο πλάσμα, και δεν αναφέρομαι μόνο στη δίψα για νερό αλλά και στη δίψα για ανανέωση της πολιτικής ζωής του τόπου και άλλα τέτοια ευχάριστα κι απατηλά, που κάνουν το μέλλον να ακούγεται σαν κελάηδισμα δροσερής και γάργαρης πηγούλας.
Υπάρχουν και άλλοι που λένε: «Σιγά τα αυγά!» και «Τι καινούριο μπορεί να έχει ένα ποτάμι αφού δεν μπορούμε να ορίσουμε με ακρίβεια την κοίτη του και ούτε ξέρουμε από πού ακριβώς κρατάει η σκούφια όλων αυτών που ορμάνε σαν τα βόδια να ξεδιψάσουν σ’ αυτό» ή «Πώς ξέρουμε αν είναι καθαρές οι πηγές του;».
Οι κροκάλες και οι λατύπες όμως, πάντα στην άκρη στο ποτάμι, δεν λένε τίποτα.
Ακόμα κι αν τις χρησιμοποιούμε από αρχαιοτάτων χρόνων σαν εργαλεία ή για να χτίζουμε τα σπίτια μας, τα μαντριά μας, τα σχολεία μας, τις φυλακές μας, τα υπουργεία μας, τα εργοστάσιά μας και όλα αυτά τα χρήσιμα πράγματα. Ακόμα κι αν η μόνη τους χρησιμότητα είναι να τις πετάνε τα παιδιά μέσα στο ποτάμι σαν παιχνίδι.
Πάντως τα ποτάμια, και μιλάω γενικά, δρουν ευεργετικά στη χλωρίδα και την πανίδα ενός τόπου. Ακόμα κι αν τα πετροβολούμε. Ακόμα κι αν τα θαυμάζουμε μονάχα, χωρίς να κολυμπάμε μέσα στα νερά τους. Ακόμα κι αν τα χρησιμοποιούμε σαν απόπατο, χωρίς τον βιολογικό καθαρισμό που τους πρέπει.
Ακόμα κι αν τα χρησιμοποιήσουμε μόνο και μόνο για να φτάσουμε στη θάλασσα κι από κει, πολλοί μαζί και με πλοία πολλά και παράξενα, να ταξιδέψουμε μακριά και να γνωρίσουμε πολλών ανθρώπων σκέψεις και τόπους και καλύτερα τον εαυτό μας. Και μετά, να γυρίσουμε στον τόπο μας κάπως πιο μυαλωμένοι.