Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις
Κι όμως, το θυμάμαι σαν τώρα.
Είχα θυμώσει πάρα πολύ!
Γεννημένοι και μεγαλωμένοι στην Αντίς Αμπέμπα της Αιθιοπίας, μετακομίσαμε οικογενειακώς, το 1953, στην Ασμάρα, νυν πρωτεύουσα της Ερυθραίας, όπου και διαδραματίσθηκε το …δράμα που ακολουθεί:
Στην οικογένειά μας, ήμασταν ανέκαθεν, και παραμένουμε ερασιτέχνες, με την πρωτότυπη έννοια του όρου, σαν Εραστές της Τέχνης.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι, ομολογουμένως, πολύ προχωρημένοι γονείς μας, αποφάσισαν να μάς εισαγάγουν στον θαυμαστό κόσμο του Μπαλέτου, ή ορθότερα, του Κλασσικού Χορού.
Να ‘μαστε λοιπόν στην τρυφερή ηλικία των 4, (η αδελφή μου), και 5, (εγώ), επίδοξοι Μαργκότ και Ρούντολφ, με τα κορμάκια μας, ψαρωμένοι μέχρι το κόκκαλο, να εκτιθέμεθα στην επιβεβλημένη ψυχολογική προετοιμασία:
«Λοιπόν, παιδάκια, τώρα θα πάμε σ’ ένα μέρος όπου θα είναι μία κυρία, κι εσείς, θα κάνετε ακριβώς ό,τι κάνει αυτή η κυρία ! Ναι;»
Κι εμείς τι να πούμε, όχι;
Αφού το είπε ο Μπαμπάς και η Μάννα, (έτσι μας είχε μάθει να την αποκαλούμε, κι όχι με το κρυόκωλο «μαμά»),
Ναι! Ασυζητητί Ναι!
Μπαίνουμε στον χώρο τού δράματος που έμελλε να εξελιχθεί λίγο αργότερα, όπου βρίσκουμε, όχι μία, αλλά δύο κυρίες, την μία καθισμένη σ’ ένα πιάνο, και την άλλη, όρθια, περιτριγυρισμένη από αρκετά παιδάκια, σαφώς λιγότερο ψαρωμένα από εμάς!
Η όρθια κυρία, η μαντάμ Ρόσι, μάς υποδέχθηκε πολύ ζεστά και μας έκανε να νοιώσουμε, σχεδόν αμέσως, ιδιαίτερα άνετα.
Οι υπερήφανοι γονείς μας, στάθηκαν, όρθιοι κι αυτοί, στην άκρη, αφ’ ενός για να παρακολουθήσουν τα πρώτα μας χορευτικά βήματα κι αφ’ ετέρου, για να μας ενθαρρύνουν με την διακριτική τους παρουσία.
Υπό την επίβλεψη της μαντάμ Ρόσι, σχηματίσαμε όλα τα παιδάκια έναν κύκλο, η άλλη κυρία άρχισε να παίζει στο πιάνο ένα χαζοχαρούμενο πλίνγκι-πλονγκ, πλίνγκι-πλονγκ, και η κυρία Ρόσι άρχισε να βηματίζει με τον ρυθμό των 3/4, (για όσους δεν ξέρουν, πρόκειται για βαλς και για ν’ ακριβολογούμε, για ένα βαλσάκι, – μην φανταστείτε τίποτε Στράους, κ.λπ.).
Τα παιδάκια, άρχισαν “να κάνουν ό,τι ακριβώς έκανε” και η κυρία Ρόσι!
Α, τι ωραία!
Η εντολή των γονιών μας είχε πιάσει τόπο!
Έτσι κι εμείς, διαθέτοντας έμφυτο το στοιχείο του ρυθμού, και με δεδομένο ένα ελάχιστο ευφυΐας που ήταν απαραίτητο για να συντονισθούμε με τους υπόλοιπους, τα πήγαμε μιά χαρά, υπό τα συγκινημένα όμματα των, επαναλαμβάνω, υπερήφανων γονιών μας!
Η κατάσταση δεν δυσκόλεψε καθόλου, ούτε όταν η κυρία Ρόσι, τονίζοντας τον ρυθμό, άρχισε να λέει στα Γαλλικά, με ιταλική προφορά, “Un-Deux-Trois”, “Un-Deux-Trois”, “Un-Deux-Trois”!
Γαλλικά, ξε-γαλικά, ιταλική, ξε-ιταλική προφορά, τα 3/4 είναι σε όλες τις γλώσσες και με όλες τις προφορές, 3/4 κι έτσι εμείς συνεχίσαμε “να κάνουμε ό,τι ακριβώς έκανε” η δασκάλα, (και τα υπόλοιπα παιδάκια, αλλά αυτά δεν μας ενδιέφεραν καθόλου)!
Όλη αυτή η ομαλότητα όμως, ξαφνικά, ανατράπηκε, όταν η κυρία Ρόσι είχε την φαεινή, (τι της ήρθε κι αυτής της ευλογημένης ;), αντί να συνεχίσει το γαλλικό, με ιταλική προφορά, “Un-Deux-Trois”, να το αντικαταστήσει μ’ ένα τονισμένο παλαμάκι στο ίδιο τέμπο των 3/4, δηλαδή, “κλάπ-κλαπ-κλαπ”, “κλάπ-κλαπ-κλαπ”, “κλάπ-κλαπ-κλαπ”!
Ποιά ήταν η εντολή, να σας θυμίσω;
“…Να κάνουμε ό,τι ακριβώς έκανε” η δασκάλα μας!
Μάλιστα!
Ε, αυτό ακριβώς έκανα κι εγώ! Άρχισα, “κλάπ-κλαπ-κλαπ”, να κάνω, κατ’ εντολήν των γονιών μου, “ό,τι ακριβώς έκανε” κι η δασκάλα μου!
Μόνο μετά από ένα, τρυφερά, αυστηρό βλέμμα της κυρίας Ρόσι, αντιλήφθηκα ότι ο μόνος, από τα παιδάκια, που κτυπούσε παλαμάκια, ήμουν εγώ!
Ούτε καν η, πρωτάρα μεν, αλλά παμπόνηρη, αδελφή μου!
Στην ηλικία των 4 χρόνων, πώς κατάφερε, το βρωμοθήλυκο, (έλα τώρα, χαϊδευτικά το λέω), σε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο, παρακολουθώντας την δασκάλα, να παρατηρεί συγχρόνως τα άλλα παιδάκια, να επεξεργάζεται την άνωθεν εντολή, και να προσαρμόζει την στάση της στα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα, έτσι ώστε, ούτε γάτα ούτε ζημιά, είναι άξιον απορίας και θαυμασμού!
Νομίζω πως δεν χρειάζεται να προσθέσω τίποτε περισσότερο για ν΄ αντιληφθείτε για ποιόν λόγο η αδελφή μου μεγαλούργησε στην ζωή της, ενώ εγώ παρέμεινα ένας υποβαθμισμένος δημοσιοϋπαλληλίσκος-λαντζέρης του Εθνικού Συστήματος Υγείας της χώρας μας (το γράφω ολογράφως για ν’ ακούγεται πιο σημαντικό!)…
“Και πού είναι το δράμα ρε φίλε;”, θα μου πείτε.
Αφήστε με να τελειώσω και θα καταλάβετε:
Μετά την επαναφορά μου εις την τάξιν, δια του, τρυφερά, αυστηρού βλέμματος της κυρίας Ρόσι, δεν ήξερα που να κρυφτώ από την ντροπή μου, ενώ με το ζόρι συγκρατούσα τα δάκρυά μου!
“Σιγά την ντροπή!”, θα μου ξαναπείτε.
Να σας εξηγήσω:
Το γεγονός θα είχε περάσει στα ψιλά γράμματα εάν δεν…
…εάν δεν γυρνούσα προς το μέρος των γονιών μου, και αν δεν έβλεπα τον μακαρίτη τον μπαμπά μου, δακρυσμένο, να έχει ξεκοιλιαστεί στο γέλιο, διπλωμένος στα δύο και με σφιγμένους τους μηρούς για τα μην του ξεφύγουν τα ούρα!
Ε, όχι!
Αυτό παραπάει!
Μου λέτε “…να κάνω ό,τι ακριβώς κάνει…” η δασκάλα μου, ΤΟ ΚΑΝΩ, τηρώντας κατά γράμμα την εντολή σας, κι εσείς μετά με χλευάζετε;
Κάπως έτσι η Παγκόσμια Χορευτική Κοινότητα, και κατ’ επέκταση η Ανθρωπότης, έχασε έναν, ποιός ξέρει, δεύτερο Νουρέγιεφ!
Μικρό το κακό.
Για μένα, όμως, τότε, με βάση το αξιακό μου σύστημα, (που, σωστά υποψιάζεσθε, έχει παραμείνει το ίδιο άκαμπτο), το κακό ήταν, ή μου φαινόταν, τεράστιο…
1 Comment
Τοὐλάχιστον ἐσύ θυμᾶσαι γιατί ἡ Ἀνθρωπότης ἔχασε ἕναν δεύτερο Νουρέγιεφ ἤ ἀκόμη καί ἕναν πρῶτο Στουραΐτη. Ἐγώ δυστυχῶς δέν θυμᾶμαι γιά ποιόν λόγο τρομάζω στήν ἰδέα τοῦ χοροῦ. Ποιός ξέρει ποιά τραυματική ἐμπειρία εἶναι βαθειά θαμμένη…
Γεροτάσος