• Το ότι το κράτος αποτέλεσε την ενεργό αιτία της ελληνικής κρίσης αποτελεί πλέον κοινό τόπο. Δεν το αμφισβητεί και ο πλέον φανατικός υποστηρικτής του κρατισμού. Το ότι το πολιτικό σύστημα εν τω συνόλω, στις παραμονές του τετάρτου μνημονίου, προσδοκά την υπέρβαση της κρίσης παριστάνοντας ότι δεν αντιλαμβάνεται την αιτία που την προκάλεσε, είναι επίσης τόπος κοινός. Το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, με ελάχιστες εξαιρέσεις, επιχειρεί να θεραπεύσει την ασθένεια αποφεύγοντας να ασχοληθεί με την αιτία της. Γιατί άραγε; Η πρώτη γραμμική απάντηση, ένας ακόμα κοινός τόπος, είναι η εξής: «Είναι οι ψήφοι ηλίθιε». Τι το ζαλίζεις το θέμα; Όποιος ασχοληθεί με το κράτος, αυτοκτονεί πολιτικά. Χάνει τις εκλογές. Εξαερώνεται. Οι άμεσα ή έμμεσα ενδιαιτώμενοι από το κράτος, με την υπάρχουσα ανορθολογική και φαύλη δομή του, μαζί με τους στενούς τους συγγενείς υπερβαίνουν το 50% του εκλογικού σώματος. Δεν είναι όμως μόνο αυτό.
• Υπάρχουν και πολιτικοί που δεν θα δίσταζαν να γίνουν «αυτόχειρες» προκειμένου να μείνουν στην ιστορία. Το πρόβλημα είναι πως δεν ξέρουν τι ακριβώς πρέπει να κάνουν για να αλλάξει, να αναμορφωθεί η τερατώδης αυτή δομή. Δεν ξέρουν τι ακριβώς πρέπει να κάνουν αλλά και περαιτέρω πώς και με ποιούς να το κάνουν. Στις μεγάλες αλλαγές δεν φτάνει το θέλω. Ακόμα κι αν θέλεις, πρέπει να ξέρεις το πώς. Είναι ένα δεύτερο πρόβλημα εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο από τις ψήφους.
• Μέσα στο βαθύτερο DNA της ελληνικής πολιτικής ζωής αλλά και της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών λανθάνει η κληροδοτημένη πεποίθηση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ζήσει με «άλλο κράτος». Είναι ακλόνητη η πίστη ότι είναι αδύνατο να δημιουργηθεί εκ του μηδενός κάτι καινούριο. Αλλά κι αν υποτεθεί ότι είναι εφικτό να το σχεδιάσουν επί χάρτου κάποιοι μεγαλοφυείς τεχνοκράτες, το νέο που θα δημιουργηθεί θα καταρρεύσει αμέσως στα εξ ων συνετέθη. Θα υποκύψει στην αδηφάγο συνήθεια που περνά γενιά με τη γενιά από την περίοδο της τουρκοκρατίας, όπως έξοχα αναλύει και αποδεικνύει ο καλός μου φίλος Κώστας Κωστής, στο σπουδαίο έργο του υπό τον τίτλο «Τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας». Ποιά συνήθεια; Την λαφυραγώγηση του κράτους. Από ποιούς; Από τους ποικιλώνυμους μικρούς και μεγάλους λαφυραγωγούς. Το βαθύτερο αυτό DNA δεν επιτρέπει στη συλλογική συνείδηση να αντιληφθεί ή έστω να φαντασιώσει, σε πεδίο οραματικό, κράτος που δομείται δημιουργικά και αποκλειστικά για να υπηρετεί τον πολίτη. Θεωρεί ότι το κράτος, από τη φύση του, από κάποια ανίκητη μοίρα δεν μπορεί παρά να είναι λάφυρο πλουτισμού και φαυλότητας των εκάστοτε κρατούντων. Κράτος εχθρικό προς τα συμφέροντά του. Ακατάληπτο στην λειτουργία του. Παράλογο στην συμπεριφορά του. Άδικο στις επιλογές του. Δυσλειτουργικό και γραφειοκρατικό. Κράτος απέραντος κυκεώνας. Ο αιώνια άλυτος γόρδιος δεσμός.
• Δεν γράφω ιστορία. Άλλωστε, δεν είμαι ιστορικός και δεν διεκδικώ τις δάφνες και τη γνώση των ιστορικών του παρόντος και του μέλλοντος. Είναι προφανές ότι για να αναλυθεί με ακρίβεια το σημερινό χάλι του σύγχρονου ελληνικού κράτους, για να περιγραφούν με πληρότητα οι αιτίες, οι νοοτροπίες και οι συζεύξεις αιτίων και αιτιατών που το προκάλεσαν, πρέπει να σκάψει κανείς πολύ βαθιά και να πάει πολύ πίσω. Θα ήταν ένα ενδιαφέρον επιστημονικό αφήγημα. Ειλικρινά όμως δεν γνωρίζω αν η έρευνα, όσο ενδελεχής κι αν είναι, όσο χρήσιμο εργαλείο κι αν αποδειχθεί, θα μπορούσε να έχει πρακτική πολιτική σημασία. Η δική μου γραφή φιλοδοξεί να είναι μόνο εμπειρική. Να αναζητήσει τις τρέχουσες αιτίες. Αυτές που διαμορφώθηκαν σε μια αληθινά νέα περίοδο της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας. Την εποχή που η Ελλάδα εισήλθε «από το παράθυρο» στην Ευρώπη, αδράχνοντας δυναμικά την απίθανη ευνοϊκή συγκυρία του 1981. Αποκαθιστώντας 20 χρόνια μετά το νήμα που έδειχνε να έχει σπάσει με τη συμφωνία σύνδεσης με την ΕΟΚ το 1961, λόγω της παρεμβολής της χούντας.
• Τι συνέβη από τότε μέχρι σήμερα; Πώς φτάσαμε ως εδώ; Πώς καταντήσαμε από το να ζούμε σε μια από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου με ζηλευτό βιοτικό επίπεδο να ζούμε σήμερα σε μια χώρα – παρία; Σε μια χώρα την οποία κυβερνά η ψευδεπίγραφη αριστερά που αποδίδεται και «εκδίδεται» στην διεθνή επαιτεία, βυθίζοντας την ελληνική κοινωνία στην περιδίνηση του αδιεξόδου, στον τριτοκοσμικό μετασχηματισμό, στην καταρράκωση και εξουθένωση των υγιών παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, στην ανάδειξη ενός νεοείσακτου παρασιτισμού, στην κυριαρχία της ιδεοληψίας; Ως πού θα φτάσει και πού θα καταλήξει όλο αυτό και πόσες γενιές ακόμα θα εμπλέξει; Τι πρέπει να γίνει; Είναι θέμα που επιλύεται με την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ και την εναλλαγή στην εξουσία ή είναι θέμα πολύ πιο σύνθετο; Αυτό που ζούμε συνιστά μόνο ιστορική ευθύνη της αριστεράς ή πρέπει το σύνολο του πολιτικού κόσμου να κοιτάξει στον καθρέφτη χωρίς να φοβάται τι θα δει; Ακόμα και όσοι επαγγέλλονται με πάθος «ζηλωτή» το νέο, είναι πράγματι τόσο αμέτοχοι σε αυτό που αποκαλούν παλιό ή μήπως πρέπει κι αυτοί να καθρεφτίζονται όσο μπορούν συχνότερα;
Ας μείνουμε σήμερα μόνο στα ερωτήματα.
*Είναι το δεύτερο κείμενο στην ενότητα υπό τον γενικό τίτλο «Η κουρασμένη διεκδίκηση της νεωτερικότητας». Το πρώτο διαβάστε το εδώ.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr