Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Ο Χάρος και η Πρωταπριλιάτικη δίκη (επισόουντ 4), του Χάρου Χάρου

Spread the love

Είδα τον Χάρο με τα μάτια μου (δε τι-βι σίριες)

Ο Χάρος και η Πρωταπριλιάτικη δίκη (επισόουντ 4)

Πέρασε επιτέλους η μέρα που φοβάμαι κάθε χρόνο. Μα φυσικά η Πρωταπριλιά. Είναι από τις μέρες που θέλω να κλειστώ στη βάρκα μου και να μην αντικρύσω ψυχή (κυριολεκτικά).

Μου αρέσουν τα κλασικά ψέματα-φάρσες. Ανέβασε το φερμουάρ σου (αν και φοράω χιτώνα, την πατάω κάθε φορά). Σου λύθηκαν τα κορδόνια (αν και φοράω σπορτέξ με αυτοκόλλητα ή είμαι ξυπόλυτος όταν κάνω κουπί). Έχεις μια κατσαρίδα στα μαλλιά σου (αν και το κεφάλι μου είναι σκέτο κρανίο). Αυτά είναι τα ωραία που σε κάνουν να χαμογελάς, επειδή δεν κάνουν κακό σε κανέναν.
Όσο περνούν τα χρόνια η τέχνη του ψέματος εξελίχθηκε ραγδαία. Η μάνα σου είναι στο νοσοκομείο, έλα. Η κόρη ανακοινώνει στον πατέρα την εγκυμοσύνη της. Ο γιος εξομολογείται στη μάνα ότι βρήκε τον άντρα των ονείρων του. Ο πρωθυπουργός της χώρας διατυμπανίζει ότι η χώρα απόκτησε πρωτογενές πλεόνασμα. Το αφεντικό αστειεύεται χαιρέκακα ότι θα σου κάνει αύξηση. Ο συνάδελφος σου λέει ότι άργησες και σε ζητάει ο προϊστάμενος στο γραφείο του. Οι συμμαθητές σου σε ενημερώνουν ότι κυκλοφορεί στο γιου τουμπ βιντεάκι με σένα ενώ κάνεις ντουζ τραγουδώντας Βανδή. Το γκομενάκι που ξέρει ότι το ψιλογουστάρεις, σου λέει να βγείτε ραντεβού, αχα χα χα, βρε καλό μήνα!

Εμένα η μεγαλύτερη μου καζούρα προήλθε από έναν δικαστικό επιμελητή πριν από κανένα εξάμηνο. Ναι, ναι, εξάμηνο. Κλήση, λέει, στην Ευελπίδων την πρώτη Απριλίου του 2014, για μία επιταγή που είχα κόψει στον παπάρα τον Δία τότε που έκλεινε την ΑΕ του και μου είχε πει ότι θα την κάλυπτε κι αυτός σηκώθηκε και έφυγε για Βραζιλία. Επειδή όμως φαίνεται μόνο το δικό μου όνομα, αφού ήταν δικό μου το μπλοκ, ποιον μαλάκα κυνηγούν;;; Ακριβώς. Εμένα.

Πήγα λοιπόν μαζί με τον Λυσία στην Ευελπίδων για να με υπερασπιστεί.

 

«Να ξέρεις από τώρα ότι θα καταδικαστείς.», με είχε προετοιμάσει ψυχολογικά.

«Τι λες, μωρέ; Αφού για τον άλλο τον απατεώνα την έκοψα, που με παρακάλαγε να λυπηθώ τα παιδιά του. Έχει και άπειρα, πανάθεμα τον!»

«Ναι, αλλά δεν φαίνεται το όνομα του πουθενά στην αλυσίδα της επιταγής, φίλτατε Χάροντα. Θα φέρω μαζί την Ήρα να καταθέσει, διότι κι εκείνη είναι στα δικαστήρια με τον Δία, επειδή την είχε κάνει κρυφά διαχειρίστρια της ΑΕ. Έχεις και λευκό ποινικό μητρώο. Ε κάτι θα καταφέρουμε.»

Τι ήθελε να μου τα πει αυτά! Τρεις νύχτες είχα κάνει να κοιμηθώ. Και δαρμένος και βρεμένος, γαμώ την εξυπηρέτηση μου;

Φτάσαμε λοιπόν στα δικαστήρια. Είχαμε το νούμερο 15. Της πουτάνας γινόταν και δεν καταλάβαινα Χριστό! (Sorry, ρε παλικάρι, πλησιάζει και η Μεγάλη Εβδομάδα, έχεις κι εσύ τα δίκια σου.) Παρακολουθούσα τις προηγούμενες δίκες με το στομάχι μου να μην αντέχει να υποδεχτεί ούτε ένα πιτόγυρο. Τόσο χάλια ήμουν! Άκουγα τα ποσά των επιταγών και κόντευα να πάθω την καρδιά μου (αν είχα). Το μεγαλύτερο ποσό άγγιζε τα 7.000.000 ευρώ με πέντε χρόνια φυλάκιση, εξαγοράσιμα με 10.000 ευρώ την ημέρα! (Πάτε καλά, μωρέ;;;) Αυτό που παρατήρησα ήταν ότι η ρευστότητα των εταιρειών μέσω δανείων, που λέτε κι εσείς οι οικονομολόγοι, είχε ήδη διακοπεί από τις τράπεζες, κοντά με τις ημερομηνίες που είχαν κοπεί οι περισσότερες επιταγές. Δεν ήξερα αν έπρεπε να εκνευριστώ με αυτούς που έκοψαν τις επιταγές, με εκείνους που τους κυνηγούσαν, με τις τράπεζες που είχαν μπλοκάρει τα δάνεια ή με… τέλος πάντων.
Έρχεται λοιπόν και η σειρά μου. Κάθομαι στην ξύλινη καρεκλίτσα του κατηγορούμενου. (Τόσο πλεόνασμα, ρε παιδιά, ένα μαξιλαράκι για τον πισινούλη μας δεν μπορείτε να αγοράσετε;) Του λέω την υπόθεση. Με ρωτάει δυο τρεις ερωτήσεις. (Από το σοκ δεν θυμάμαι και πολλά). Καταθέτει και η Ήρα μέσα στη στεναχώρια.

«Δεν σε πιστεύω. Εσύ μπορείς να λες ό,τι θέλεις.», της λέει ο Εισαγγελέας.

Κοιταζόμαστε η Ήρα, ο Λυσίας και εγώ και καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να κάνουμε τουμπεκί ψιλοκομμένο. Εξουσία βλέπεις. Κοτζάμ Χάρος και να μην μπορώ να βρω το δίκιο μου. Κι εκεί που περιμένω να ακούσω έστω ένα «αθώος λόγω βλακείας» ακούω:

«Έξι μήνες με αναστολή και πρόστιμο 800 ευρώ.»

Δεν πολυκατάλαβα αυτό που είπε ο κυρ Πρόεδρος. Να σου κι ένας κύριος Όργανος με πιάνει αγκαζέ και μου λέει να τον ακολουθήσω. Ψάχνω με το βλέμμα τον Λυσία, αλλά δεν τον βλέπω πουθενά. Τον ακολουθώ μουδιασμένος.

«Βρε παλικάρι μου, να σε ακολουθήσω, αλλά πού πάμε;», κατόρθωσα να τον ρωτήσω.

Βάζει τα γέλια και προσπαθεί να με καθησυχάζει.

 

«Έκανε έφεση ο δικηγόρος σου και σε πάω να υπογράψεις. Μην αγχώνεσαι. Την άκουσα την υπόθεση σου. Πακέτο έφαγες για 15.000 ευρώ.»

«Άστα να πάνε. Ξέρεις τι με πειράζει περισσότερο;»

«Το ότι πρέπει να πληρώσεις και πρόστιμο για την εξυπηρέτηση, ε;», χαμογέλασε λυπημένα.

Κούνησα το κεφάλι μου και φασκέλωσα ξανά τον εαυτό μου. Είχε δίκιο τελικά η γιαγιά όταν μου φώναζε τότε: «Το πουλί σου και την υπογραφή σου, να προσέχεις πού τα βάζεις.» Ραντεβού στο Εφετείο λοιπόν.

 

Ο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας!

 

SHARE
RELATED POSTS
Όαση, του Αλέξανδρου Μπέμπη
makridakis-42.jpg
Περί προσφύγων και ντόπιων, του Γιάννη Μακριδάκη
Έφυγε, δεν μένει πια εδώ…, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.