Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Ο κόσμος καίγεται και το (προφέρετε μαζί τα δύο σύμφωνα Μου και Νι) χτενίζεται, του Γιάννη Στουραΐτη

Spread the love

Γιάννης Στουραΐτης

b5c927b0f77a27b81fd38b65df5f2fbf_L.jpg

Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις

PANE DI CAPO – AT RHODES – ΣΤΗ ΡΟΔΟ – ΤΗΛ: 22410-69007

Το γεγονός ότι δεν διαθέτω κανένα «εξάρτημα» που να επιδέχεται χτένισμα, (όπως, π. χ., η απαστράπτουσα κόμη μου ή το, εις τον παραπάνω τίτλο αναφερόμενο, Μ και Νι, με το συμπάθιο), δεν σημαίνει ότι δεν με παίρνουν τα σκάγια τής, ως άνω, αθυρόστομης, λαϊκής ρήσης.
Όμως ζητώ την επιείκειά σας:

Επειδή βυθίζομαι όλο και περισσότερο στο πηγάδι της κατάθλιψής μου, κατακλυζόμενος από όλες τις πραγματικές τε και μεταφορικές εικόνες του ζόφου με τις οποίες μας βομβαρδίζουν πανταχόθεν, τηλεοπτικά, έντυπα και ηλεκτρονικά, έχω την ανάγκη να ξεφεύγω με σαχλαμαρίτσες.

Διαπιστώνω ότι μάλλον με βοηθούν κάτι, ημιθεραπευτικές βουτιές που κάνω στο παρελθόν, σημάδι του ήδη επελθόντος γήρατος, που, ακάθεκτο, συνεχίζει να επελαύνει.

Προφανώς, δεν είμαι τόσο απελπισμένος και σαφώς, είμαι αρκετά κακομαθημένος…

Κάπως έτσι λοιπόν, εγώ παραμένω, επιμένοντας, στην κοσμάρα μου!

Ως γνήσιος νεοέλλην, με όλο το θράσος που χαρακτηρίζει τον homo xeris-pios- im’-ego-re, αποφάσισα να απασχολήσω για ακόμη μια φορά την ανθρωπότητα, έστω ένα ελάχιστο, για να μην πω αμελητέο, τμήμα της, συνιστάμενο στους αναγνώστες μου, (βλέπε σύζυγο, παιδιά, αδελφή, κουμπάρους, και συνεργάτες μου), που δεν μπορούν να μου ξεφύγουν, διότι τους την έχω στημένη, στριμώχνοντάς τους πάντα με την καίρια ερώτηση : “…το διάβασες ; Πώς σου φάνηκε…; ” ή αλλιώς, “…κάτσε καλά γιατί θα σου διαβάσω το τελευταίο μου κείμενο…”, («το τελευταίο μου», εννοώντας το πιο πρόσφατο κι όχι ότι θα σταματήσω -προς ανακούφισή τους- να γράφω!)

Το θέμα μου αυτήν την φορά;

Μην περιμένετε να πρωτοτυπήσω:

Επειδή ανήκω, κλασσικά, στους “φαλάκρες απ’ έξω” και, κατά Σαββόπουλο, “κι από μέσα”, θα σας ξανα-υποβάλω στο μαρτύριο της διήγησης των παθών μου, σχετικά με το γυμνό, στίλβον δέρμα που καλύπτει το κρανίο μου.

Κουράγιο:

Θα πάμε πολλά χρόνια πίσω, όταν, μετά από ένα ιδιαίτερα μακροχρόνιο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στο τέλος των σπουδών μας και στην έναρξη της, real life, επαγγελματικής και οικογενειακής μας κατάστασης, βρεθήκαμε, συν γυναιξί και τέκνοις, οι συμφοιτητές/τριες, σε μία πολύ ζωντανή και συγκινητική συνάντηση, που σήμερα ακούει στο ελληνοπρεπέστατο όνομα, «reunion» (ο ριγιούνιων του ριγιούνοντος)!

Δεν θα σταθώ στην συγκινητική παράμετρο της σπουδαίας αυτής κοινωνικής εκδήλωσης και θα προχωρήσω στο παρασύνθημα:

Με το που εμφανίσθηκα στο προσκήνιο, ένα πιτσιρίκι, πρέπει να ήταν γύρω στα δυόμισι με τρία, με “καρφώνει” με το βλέμμα και δεν με αφήνει ούτε δευτερόλεπτο από τα μάτια του.

Αιφνιδιασμένος από την στάση του, τον παρακολουθώ διακριτικά, σαν να “μην τρέχει τίποτε” και πάω στο σαλόνι, όπου βυθίζομαι σε μία βαθειά πολυθρόνα, έτσι ώστε, εξουδετερωνόμενης της διαφορά τους ύψους μας, επιτέλους, κοιτιόμαστε αμφότεροι στα μάτια, χωρίς υπεκφυγές!

” Τι θέλει ο μπάσταρδος ; ” σκέπτομαι, από, (πολύ), μέσα μου…

Πρόκειται για ένα πανέξυπνο τσογλάνι, σκέψου ότι καλά καλά δεν μίλαγε, αλλά έλεγε : ” Λαόθ, Παθόκ, εκουθία…” !! (Τόσα πολλά χρόνια πίσω!)

Σε κάποια στιγμή, με πλευρίζει κοιτώντας με, μέ έντονα εξεταστικό βλέμμα, παρατηρώντας τους ατίθασους, κατάμαυρους τότε, βοστρύχους που πλαισίωναν ανέκαθεν την φαλάκρα μου περιφερικά, (σας παραπέμπω σε προηγούμενες, ενδελεχέστερες περιγραφές).

Δεν φτάνει η αμηχανία μου, απλώνει το βρωμόπαιδο το χέρι του, και αγγίζοντας τις μπούκλες μου, με ρωτάει:

“Τι είναι αυτά;”

Γυρνάω γύρω μου, να δω μην είναι καμιά στημένη φάση, διότι οι γονείς του ήταν κάργα καλαμπουρτζήδες, αλλά δεν πέφτει στην αντίληψή μου κάτι το ύποπτο.

Τον κατακεραυνώνω, (νόμιζα), μ’ ένα “μαχαιρωτικό” βλέμμα, υπό γωνία, και απαντώ ξερά:

” Μαλλιά… ”
Μου λέει, το σιχαμένο:

” Πολλά είναι!”

Δεν μπορεί, τον έχουν βάλει να μου κάνει πλάκα!

Και πάλι όμως δεν επιβεβαιώνεται η καχύποπτη σκέψη μου.

Με τα πολλά, απομακρύνεται από το πλάι και έρχεται ακριβώς μπροστά μου.

Το, υπό γωνίαν, σχεδόν απειλητικό, βλέμμα μου, μετατρέπεται σε βλέμμα υπό αγωνίαν!

Ξαναπλώνει το ξερό του, το ελεεινό, και αγγίζει την ολισθηρή φαλάκρα μου!

Δεύτερη, καταλυτική, ερώτηση, ή μάλλον, διαπίστωση:

” Εδώ δεν έχει!”.

Αφήνω την αγωνία και επιστρέφω στην γνωστή μου γωνία, σκεπτόμενος, όχι τον κοινότοπο Ηρώδη, αλλά ψάχνοντας νοερά κάποιον άλλον, αποτελεσματικότερο, σήριαλ κίλερ!

Δεν αποκαλύπτω βέβαια την άρρωστη καταιγίδα που στροβιλίζεται στο μυαλό μου και αναγκάζομαι να επιβεβαιώσω το αποτέλεσμα της παρατήρησής του, τονίζοντας με νόημα την κάθε μου λέξη:

” ΔΕΝ…έχει!”.

Και τι μου λέει το κωλόπαιδο:

” Γιατί τα έβαλεθ έτθι;”

Έλα ντε!

Δεν λέω, δίκιο έχει, αλλά εγώ τι να τον κάνω τώρα, να τον πετάξω από το μπαλκόνι;

Άσε που, ακόμη και σήμερα, με το που θα επικοινωνήσω με την κωλοπαρέα, το πρώτο που θα μου πουν είναι: “…ρε μεγάλε, γιατί τα έβαλες έτσι;”

Ούτε η κλανιά του Χότζα δεν είχε τόσο επιτυχή διάδοση σαν παροιμία!

Ακούς εκεί, “…γιατί τα έβαλεθ έτθι”!

Καλή σου ώρα Διαμαντή, που, τότε, “έγραψες” με την οξυδέρκειά σου και που, τώρα, είσαι κι εσύ μεγάλος, ευτυχώς όχι τόσο όσο εμείς!

SHARE
RELATED POSTS
Πέφτοντας από τα σύννεφα, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Ο καπιταλισμός του έρωτα κι ο κομμουνισμός της αγάπης, του Μάνου Στεφανίδη
Για ένα κιλό κιμά, του Δημήτρη Κατσούλα
3 Σχόλια
  • Γιάννης Γαιτανίδης
    7 Μαρτίου 2014 at 23:14

    Κύριε Θτουραίτη, ζω για τη μέρα που θα κάνειθ κοτθιδάκι τιθ δύο τελευταίεθ όμωθ τρίχεθ θου. Γιατί θα το κάνειθ, είμαι θίγουροθ.
    Τώρα, σαν καίρια, δυναμική και …δημιουργική απάντηση στο ανωτέρω τριχογράφημα σου, σου προτείνω να δεις την ταινία που με έχει αγγίξει και συγκινήσει ιδιαίτερα και είναι η ροκ όπερα HAIR.
    Τέλος, σκέψου κι αυτό, είσαι ενας από τους λόγους που θα πρέπει να ανθίσει και πάλι το συμπαθέστατο επάγγελμα του πιλοποιού.
    Πάντως, οτι κι αν λέθ, για μαθ είθαι Θεόθ.

  • Ανώνυμος
    6 Μαρτίου 2014 at 10:29

    Γεροτάσος εἶναι τό ὄνομα, ἀλλά ἡ ἐναλλαγή γλώσσας ἔκανε τό θαῦμα της.

  • Ανώνυμος
    6 Μαρτίου 2014 at 10:28

    Ἐκεῖνο τό “λαόθ, παθόκ, ἐκουθία” δέν ἦταν τό καλύτερο ἐφόδιο γιά τήν πνευματική του προκοπή. Ἄρα, βελτιώθηκε το παιδί προϊόντος τοῦ χρόνου. Εὐτυχῶς…
    Gerot;asow

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.