Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Μια συνηθισμένη Κυριακή, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Spread the love

11805980_1612074449065268_1929602863_n.jpg

Ματίνα Ράπτη-Μιληλή

…Κι έτσι χάσαμε το μεγάλο πεύκο έξω από την εκκλησία. Από «μπαμπακίασης» είπαν με βαρυσπούδαστο ύφος κάποιοι, άλλοι είπαν πως το πήρε σβάρνα ο νέος σχεδιασμός της πλατείας, αλλά αν ρωτάτε εμένα, πιστεύω πως πήγε από μάτι! Ναι, ναι, από μάτι! Έχει σκάσει άλογο από μάτι, σου λέει! Στα όρη στ΄άγρια βουνά…

Σήμερα θα μιλήσουμε για την Κυριακή στο «χωριό», που είναι στην πραγματικότητα μιά πόλη! Για την ακρίβεια μιά πολύ μεγάλη πόλη ! Τόσο μεγάλη, που δεν περπατιέται από άκρη σ΄άκρη.
Κάποτε, πολλά χρόνια πριν, φοβήθηκε να ξεμυτήσει από την αυλή του πατρικού της σπιτιού, όπως όλα τα καλά κορίτσια. Η αυλή της ήταν στην πραγματικότητα η κεντρική της πλατεία …οι δυό μεγάλες της εκκλησίες και τα παραδοσιακά της καφενεία. Αυτά με τους καθρέφτες και την σιδερένια κρεμάστρα για τα καπέλα των θαμώνων, το τηλέφωνο στον πάγκο με τους τσίγκινους δίσκους, τα βάζα με τα γλυκά του κουταλιού στη σειρά, το αγαπημένο υποβρύχιο που μας κερνούσαν παππούδες, θείοι και μπαμπάδες στα μαρμάρινα τραπεζάκια που είχαν πάγκους αντί για καρέκλες στην πλευρά του τοίχου.

Όταν ήταν ακόμα πιο μικρούλα, την εποχή της Ακρόπολης σα να λέμε, ήταν ένα χωριό με μεγάλη ιστορία… Και το παράξενο είναι πως τότε που ήταν μικρό και θα έπρεπε να θεωρείται χωριό, ε, τότε το έλεγαν πόλη!

Εκείνα τα χρόνια παρήλθαν αλλά άφησαν το κάτι τις τους, όπως έναν εξαιρετικό, αλλά όχι και τόσο διάσημο θολωτός τάφο, καμουφλαρισμένος κάτω από ένα καταπράσινο ολοστρόγγυλο βουναλάκι στο έμπα του χωριού-πόλη με τα δύο ονόματα και την πλατεία με το πεύκο που εχάθει.

Α! κι ένα αρχαίο θέατρο μισοθαμμένο κάτω από τόνους μπετόν αρμέ! Παντού αρχαία! Να τρέμεις να φυτέψεις ντομάτες!

Εντωμεταξύ ο χρόνος περνούσε, μεσολάβησε μιά επανάσταση, οι εποχές άλλαξαν, τα ρέματα που κατέβαιναν το βουνό μπαζώθηκαν και τα σπίτια με τις μεγάλες αυλές απόκτησαν λουτροκαμπινέδες εντός των οικιών! Πριν γίνουν σχεδόν όλα πολυκατοικίες, φυσικά πολύ αργότερα.

Οι πόλεμοι πέρασαν κι από το εύφορο «χωριό», αλλά αντιμετωπίστηκαν με καρτερία, θάρρος, φαντάρους που έλειπαν χρόνια από τα σπίτια τους, ε, βοήθησαν λίγο τα πηγάδια που πότιζαν τα περιβολάκια και οι ελιές στα πέριξ…

Με τούτα και με ‘κείνα, με ‘κείνα κυρίως, φτάσαμε στο σήμερα!

Μεγάλωσε και θέριεψε και δεν την χωρούσε πια ο τόπος, έγινε πόλη, αυτή όμως προτίμησε να μείνει «παιδούλα», μια αθώα χωριατοπούλα και να παίζει με το τόπι της στην μικρή της αυλή ανέμελη και χωρίς ιδιαίτερο άγχος για το μέλλον της.

‘Εχει ο Θεός κι ο Θεός είναι μεγάλος. Οι δύο κεντρικές εκκλησίες της είχαν φροντίσει γι΄αυτό. Ο ελαφρύς ανταγωνισμός για τις δύο αυτές ιστορικές εκκλησιές ίσως να γινόταν λίγο πιο εμφανής την Μεγάλη εβδομάδα των παθών, ειδικά όταν διασταυρώνονταν παραδοσιακά στο κέντρο της πλατείας οι δύο επιτάφιοι και βρίσκονταν στην αυστηρότατη κρίση του κοινού να υποδείξει ποιός είναι ο καλύτερος. Κατά τα άλλα, συνήθως, επικρατούσε ειρήνη κάτω από τα εμβληματικά ρολόγια των καμπαναριών τους.

Οι καμπάνες που σημαίνουν σε έναν τόπο τις χαρές και τις λύπες του, δύσκολα γίνονται αντιληπτές στις μεγαλουπόλεις… Αλλά αυτή η πόλη-χωριό διαφέρει και σ΄αυτό. Ειδικά στις λύπες και από στόμα σε στόμα το νέο έχει κάνει πολλούς κύκλους πριν να συναντηθούν όλοι πάνω από καφεδάκια και παξιμαδάκια της παρηγοριάς.

Ειδικά οι Κυριακές στην πόλη τούτη είναι σαν κανονικές Κυριακές στο χωριό! Συναντιούνται οικογένειες, εχθροί και φίλοι, παλιοί συμμαθητές, κουμπάροι και παρακούμπαροι, νέες φουρνιές δημοτών που απλά απολαμβάνουν το καφεδάκι τους πριν μαζευτούν στα οικογενειακά τραπέζια με τα σόγια, σαν το σήριαλ του Alpha και φυσικά, ό,τι έχει απομείνει από τις παλιές φρουρές που στα δικά μου μάτια είναι το ίδιο το «χωριό» προσωποποιημένο!
Στην κεντρική πλατεία με το μεγάλο πεύκο, το αδικοχαμένο, τις Κυριακές ο κόσμος περισσεύει! Ένα παράξενο γλυπτό-καταράκτης τύπου φενγκ-σούι, που δεν έχω αποφασίσει αν μου αρέσει ή όχι φύτρωσε στην θέση δεκάδων τραπεζοκαθισμάτων.

Τα τακούνια των γυναικών κροταλίζουν στο καλντεριμωτό τμήμα του πεζόδρομου (η μία από τις δύο πολύ ατυχείς επιλογές υλικών) και τρίζουν στον μαρμάρινο του τμήμα (η δεύτερη και φαρμακερή επιλογή που έχει χαρίσει ανεπανάληπτες στιγμές γέλιου, αλλά και τρομάρας στους απρόσεχτους και ανυποψίαστους διαβάτες, ειδικά των βροχερών Κυριακών και όχι μόνο!).
Προσωπικά έχω κλάψει τακουνάκια, έχω φάει τις τούμπες που μου αναλογούν, έχω σώσει κόσμο από βέβαιο γκρεμοτσάκισμα και έχω πια μάθει ότι δεν πάνε μόνο οι Χιώτες δυό -δυό! Βetter safe than sorry! Εξ ου και κυκλοφορούμε πάντα αλαμπρατσέτα στην πλατεία…με βήματα προσεκτικά, σεμνά και ταπεινά!

Τα παραδοσιακά καφενεία δεν υπάρχουν πια…τουλάχιστον όχι με την μορφή που είχαν όταν οι παππούδες και οι μπαμπάδες της προηγούμενης γενιάς έπαιζαν το ταβλάκι τους και έκλειναν τις δουλειές τους με χειραψίες και κεράσματα.

Τα καφενεία κυρίευσαν την πλατεία, τα παλιά έκλεισαν ή εκσυγχρονίστηκαν και ξαναβαφτίστηκαν. Έμαθαν να φτιάχνουν φρέντο καπουτσίνο, κάποια τις νύχτες μεταμορφώνονται σε μπαράκια και ανταγωνίζονται για τις άπειρες ίντσες των τηλεοράσεων που μεταδίσουν ποδόσφαιρα και άλλα μεγάλα αθλητικά γεγονότα. ‘Οσο μεγαλύτερες οι οθόνες τους, τόσο χειρότερη η ανάλυση της εικόνας, αλλά ποιός τα λογαριάζει αυτά όταν βάζει γκολ η ομάδα σου; Νομίζω;!

Ένα παλιό καφενείο ήταν που γλίτωσε και πολύ το χάρηκα, αν και πρόσφατα έπεσε το μάτι μου στο ταβάνι του και με τρόμο εντόπισα ρολαρισμένη μια οθόνη βιντεοπροβολέα πάνω από τα μαρμάρινα τραπεζάκια που επέζησαν σε πείσμα των ριζικών ανακαινίσεων της γειτονιάς! Κάπου εκεί δίπλα ο παλιός ανεμιστήρας οροφής να γυρνοβολάει ματαίως, ο καημένος, για να δροσίσει την αποπνικτική ατμόσφαιρα του καλοκαιριού που άργησε να έρθει και τώρα αρνείται να φύγει! Ο επίμονος μουσαφίρης!

 

Ήθελα να βγάλω και μιά φωτογραφία, αλλά ντράπηκα. ‘Ωρες ώρες πιστεύω πως μόνο εγώ παρατηρώ κάτι τέτοια γιατί όταν τα περιγράφω σε άλλους συνήθως με κοιτούν με απορία για δυό- τρία δευτερόπλεπτα και μετά που ξεκοκκαλώνουν με ρωτάνε χαμογελώντας αν στο σπίτι είναι όλα καλά και να δώσω χαιρετίσματα στην οικογένεια.

 

Κάποτε στην πλατεία είχαμε και πολλά περίπτερα, αλλά η ανάπλαση που μπορεί να έφαγε το άτυχο πεύκο τα έφαγε κι αυτά, αν και εδώ που τα κουτσολέμε…καλύτερα. Τα περίπτερα τα τελευταία χρόνια είχαν καταντήσει σαν πλανόδια πολυκαταστήματα με τάσεις επιδειξιομανίας και μιά έντονη διαταραχή ταυτότητας! Είναι βιβλιοθήκη, είναι καπνοπωλείο, είναι παγωτατζίδικο, είναι ζαχαροπλαστείο, είναι παιδική χαρά, είναι φούρνος;! Και όλο αυτό να φωσφορίζει και να απλώνεται κάτω στα μάρμαρα, σαν τις περικοκλάδες! Και να μην πω για το ενοχικό σύνδρομο που είχαμε εμείς σαν πελάτες αφού αν έπαιρνες τις Κυριακάτικες σου εφημερίδες από το πρώτο περίπτερο κινδύνευες να σε δουν οι άλλοι περιπτεριούχοι που δεν τους προτίμησες και να μην σου ξαναχαλάσουν ποτέ ξανά χαρτονόμισμα. Αν πάλι τις έπαιρνες από το τελευταίο θα σε έβλεπαν όταν έφευγες οι πρώτοι που προσπέρασες! Μεγάλο μπέρδεμα λέμε!

Ευτυχώς το θέμα λύθηκε όταν άφησαν μόνο ένα περίπτερο στην πλατεία, αλλά τί να το κάμεις που τώρα πια δεν αγοράζουμε πολλές εφημερίδες, έως καθόλου θα έλεγα! Απολύτως κανένας συντονισμός!

Η Κυριακή που σας έλεγα, είναι η μέρα που θα «κυκλοφορήσεις» και θα κάνεις bonding με τις ρίζες σου. Είναι η μέρα που θα χαρείς πραγματικά βλέποντας ανθρώπους που είχες καιρό να δεις και μαθαίνεις έστω και αποσπασματικά τα νέα τους. Είναι η μέρα που θα είσαι εκεί για να συλλυπηθείς κάποιον ή και να βιώσεις τη δική σου απώλεια…

Ειδικά όσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιείς πως οι Κυριακές σου στην πλατεία έχουν αποκτήσει έναν… «αποχαιρετιστήριο» χαρακτήρα που οι «απ΄έξω» βιώνουν στην light έκδοση του. Κι αφού όλοι γνωριζόμαστε με όλους και με τους μισούς συγγενεύουμε κιόλας, ε, φυσικό και επόμενο το φαινόμενο.

Σε γενικές γραμμές η Κυριακή στην συγκεκριμένη πλατεία είναι η μέρα που θα μάθεις «πράγματα». Νέα ή παλιά, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.

Θα μάθεις πράγματα που ίσως και να μην μάθεις ποτέ αν είναι εντελώς αληθινά. Θα μάθεις πράγματα που μπορεί να μην ήθελες να μάθεις αλλά θα τα μάθεις έτσι κι αλλιώς. Θα ρωτήσεις για να μάθεις ή δεν θα ρωτήσεις ποτέ αλλά πάλι θα μάθεις! Μαγικό!

Θα μάθεις πράγματα που καλύτερα να μην τα είχες μάθει ποτέ και μετά μπορεί και να τα πεις σε άλλους που θέλουν δεν θέλουν θα τα μάθουν κι αυτοί με τη σειρά τους.

Κι είναι κι αυτά που είτε τα έμαθες είτε όχι…ένα και το αυτό! Γυρνάς σπίτι σου το μεσημέρι, αφού έχεις πιει δυο τρία καφεδάκια και ξαφνικά οι ειδήσεις στην τηλεόραση σου φαίνονται πια πολύ πολύ βαρετές!

Και κάπως έτσι περνάει μιά συνηθισμένη Κυριακή στο χωριό…που όμως είναι μεγάλο σαν πόλη, αλλά δεν το ξέρει, ε, δεν του το λέμε και μεις μην το τρομάξουμε…

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Δύο, εθνικού περιεχομένου, ακανθώδη ζητήματα. Το ένα, γρίφος, εισέτι άλυτος, του Γιάννη Στουραΐτη
Ο άντρας που κλωτσούσε υπέροχα, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
llll.png
Η ασώματος κεφαλή, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.