• Όσο εξελίσσεται η συζήτηση για το πολυνομοσχέδιο των προαπαιτουμένων, μου έρχεται συνέχεια στο νου μια ρήση του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που είχε διατυπωθεί ποιητικά κάπως έτσι: «Όταν η Κυβέρνηση δεν εμπιστεύεται πλέον τον λαό, δεν έχει παρά να διαλύσει τον λαό και να εκλέξει έναν άλλον λαό». Η κοινοβουλευτική συζήτηση αποδεικνύει ότι ο μεγαλειώδης σαρκασμός μπορεί να απηχεί απολύτως πειστικά την πραγματικότητα. Η Αριστερά ανέλαβε τον ρόλο της Δεξιάς και η Δεξιά τον ρόλο της Αριστεράς. Και οι δύο προσπαθούν μετά μανίας να «εκλέξουν» έναν άλλον λαό. Η Νέα Δημοκρατία εκλέγει τον λαό του ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ εκλέγει τον λαό της Νέας Δημοκρατίας. Αυτοί που θα καταργούσαν το μνημόνιο με ένα νόμο και ένα άρθρο, τώρα μιλούν για το μονόδρομο του μνημονίου. Αυτοί που επέλεξαν την δημοσιονομική προσαρμογή όχι με μεταρρυθμίσεις, αλλά με ακραία υπερφορολόγηση, διαμαρτύρονται τώρα για την φοροκαταιγίδα και χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τους φόρους των αγροτών και τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Και οι δύο αναζητούν ματαίως τα ισοδύναμα της διαχειριστικής τους ανικανότητας. Ο πολιτικός αμοραλισμός έχει φτάσει στο αποκορύφωμά του. Η αιδώς, το αίσθημα της αισχύνης, έχει δραπετεύσει από το πολιτικό στερέωμα. Κανένας δεν έχει πρόβλημα, χωρίς να τηρεί τα προσχήματα, να λέει σήμερα τα μεν και αύριο τα δε, χωρίς να δίνει λογαριασμό. Ο Μπρέτολτ Μπρεχτ το είχε πει για την Κυβέρνηση. Δεν μπορούσε, βεβαίως, να φανταστεί ότι όταν η Κυβέρνηση θα αναζητούσε έναν άλλο λαό, το ίδιο ακριβώς θα έπραττε και η Αντιπολίτευση.
• Το φαινόμενο της ακραίας ανακολουθίας λόγων και πράξεων, συνδυασμένο με την διαχειριστική ανεπάρκεια, την πελατειακή λογική, την διαπλοκή και την γενική ροπή προς την φαυλότητα έχει οδηγήσει το πολιτικό σύστημα στην ανυποληψία και την προεξοφλημένη αφερεγγυότητα. Την λέω προεξοφλημένη, γιατί, για όσους διαθέτουν νου και εμπειρία, είναι γνωστό από πριν ότι, υπό τις δεδομένες συνθήκες, τα ωραία και τα παχιά λόγια δεν έχουν καμία αξία, είναι κίβδηλα, αμετροεπή, ψέματα συνειδητά και ωμά. Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει στην ίδρυση ενός κραταιού κόμματος, που αν υπήρχε τρόπος να μετρηθεί αυτοτελώς η δύναμή του, θα ήταν σήμερα το δεύτερο κόμμα στο Κοινοβούλιο. Πρόκειται για το κόμμα της αποχής. Από το 2009 μέχρι σήμερα 1.500.000 πολίτες επέλεξαν να μην ψηφίσουν. Η αψήφιστη ψήφος της αποχής εκπέμπει μονοσήμαντα αυτό το σήμα. Δεν σας πιστεύουμε, δεν σας εμπιστευόμαστε, δεν μας ενδιαφέρει ποιος κυβερνά, είστε όλοι ίδιοι. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό που συμβαίνει στην χώρα μας δεν πρέπει καθόλου να υποτιμηθεί. Οι συγκρίσεις με άλλες χώρες, που έχουν υψηλότερα ποσοστά αποχής από εμάς, είναι εντελώς αδόκιμη, γιατί στην Ελλάδα η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία και ευρύτερα στο πολιτικό γίγνεσθαι ήταν παραδοσιακά μέσα στο DNA του πολίτη. Η αποχή, όταν ενέχει και το σπέρμα της αμφισβήτησης της ίδιας της δημοκρατίας, είναι λανθάνων κίνδυνος τεραστίας σημασίας. Προσβάλλει το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα της συλλογικής μας ύπαρξης. Διαφωνώ απόλυτα με τους απέχοντες και μόνο εν μέρει κατανοώ την στάση τους. Εν μέρει, γιατί το φαινόμενο της απογοήτευσης έχει αληθινή αιτία. Όμως, η συνολική απαξίωση της πολιτικής στερείται εντελώς θεμελίου. Δεν είναι όλοι ίδιοι. Δεν είναι όλοι ψεύτες. Δεν είναι όλοι πολιτικάντηδες αμοραλιστές. Είναι καθήκον του πολίτη να αναζητήσει όσους μπορούν να τον εκπροσωπήσουν με εντιμότητα και ήθος και όχι να τσουβαλιάζει τους πάντες και τα πάντα με την κυρίαρχη προχειρότητα της ισοπεδωτικής γενίκευσης.
• Για την ώρα βρισκόμαστε στο ίδιο έργο θεατές. Η Κυβέρνηση, με το μνημόνιο υπό μάλης, αποδέχθηκε την απόλυτη κηδεμονία της χώρας και δείχνει την εγγενή διαρθρωτική της αδυναμία να σχηματοποιήσει ρεαλιστική εθνική πολιτική εξόδου από την κρίση. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση επιχειρεί και πάλι να σκίσει το μνημόνιο. Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, που είναι ανάμεσα στην Κυβέρνηση και την Αντιπολίτευση, αναζητούν προσανατολισμό. Συλλογικά, είμαστε ακόμα ανέτοιμοι να βρούμε τον δρόμο της συναίνεσης σε ένα συμφωνημένο εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων που μπορεί να οδηγήσει την χώρα σε δρόμο ευημερίας. Παρά ταύτα, το ευτύχημα είναι ότι κάποια μορφή κανονικότητας τείνει να διαμορφωθεί. Είναι μια ανάσα. Δεν επαρκεί, όμως, μόνο αυτό μακροπρόθεσμα.
• Πρέπει κάποτε να συνειδητοποιήσουμε, όσα κι αν είναι τα προβλήματα, η πίεση που ασκεί στον καθένα μας η κρίση, οι φόροι, οι περικοπές μισθών και συντάξεων, το καθημερινό ζόρι και ο γολγοθάς που περνάει ο καθημερινός άνθρωπος, που προσπαθεί με χίλια εμπόδια να διατηρήσει την παθιασμένη ιδιοτέλεια της δημιουργικότητας, όπως έγραψε ένας έγκριτος αρθρογράφος, ότι έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια πανέμορφη χώρα με τεράστιες δυνατότητες. Είναι μια όαση ασφάλειας σε έναν φλεγόμενο και περίπλοκο κόσμο που μας περιβάλλει απειλητικά. Όσοι δεν το καταλαβαίνουν αυτό, ας κάνουν ένα κόπο να μιλήσουν με πρόσφυγες από την Συρία. Οικογενειάρχες που έχασαν τα πάντα, επιστήμονες, ανθρώπους που είχαν εμπορικές επιχειρήσεις που καταστράφηκαν, απλούς εργαζόμενους που ψάχνουν ένα κομμάτι ψωμί και ένα μπουκάλι γάλα για να θρέψουν μωρά. Όταν σκεφτόμαστε τι δεν έχουμε, ας σκεφτούμε και λίγο τι έχουμε και τι πρέπει να προστατέψουμε.
• Με την ευκαιρία διάβασα στο internet: «Μήπως ξεχάσατε κάτι κ. Σταθάκη; Ούτε μία στο εκατομμύριο».