Κωστής Α.Μακρής: Είναι ζωγράφος-γραφίστας και συγγραφέας και ασχολείται με το έντυπο, το κείμενο, τη διαφήμιση και την οπτική και λεκτική επικοινωνία.
Στην Ελλάδα, η θανατική ποινή για οποιοδήποτε έγκλημα καταργήθηκε το 2004. Επομένως, δεν πρέπει να εφαρμόζεται από κανέναν και για κανέναν λόγο.
Όταν, όποτε και εάν κάποιος ή κάποια επιχειρήσει ή καταφέρει να επιβάλλει την θανατική «ποινή» επειδή έτσι νομίζει ότι υπερασπίζεται το κοινό καλό, το δίκαιο, την τιμή του, την υπόληψή του ή αυτό που θεωρεί και νομίζει «άγραφο» (και επομένως υπέρτερο) Νόμο, τότε έχει διαπράξει έγκλημα και διώκεται σύμφωνα με τον γραπτό Νόμο της Πολιτείας.
Αναφέρομαι σε κάποιους φόνους που από την μεριά των θυτών παρουσιάζονται ως «ποινή» για κάποιο έγκλημα που έχει ―ή έτσι νομίζει ο θύτης― διαπράξει το θύμα.
Πολλές γυναικοκτονίες είναι ντυμένες με αυτόν τον μανδύα μιας προκατάληψης που επιτρέπει σε έναν άντρα να γίνεται νομοθέτης, δικαστής και εκτελεστής. Ισχύει και για όργανα της τάξεως· που ενώ θα έπρεπε να είναι πολύ πιο προσεκτικά στην εφαρμογή του Νόμου, παθαίνουν μερικές φορές μια «Αντιγόνη» μέσα τους και πράττουν ή σκέφτονται με τον δικό τους αξιακό κώδικα και υπολογίζουν υποκειμενικά την ισχύ του άγραφου σε σχέση με τον γραπτό νόμο.
Δεν ξέρω πότε και αν θα αλλάξει αυτή η νοοτροπία αλλά όσο θα υπάρχουν τραγούδια που θα παρουσιάζουν με λυρικό τρόπο παρόμοια εγκλήματα (παράδειγμα ο “Μενούσης”, που έσφαξε την γυναίκα του επειδή μίλησε σε άλλον άντρα ή φίλησε άλλον άντρα ή έπλυνε το μαντίλι ενός άλλου άντρα) τόσο οι άνθρωποι θα μπερδεύουν το υποκειμενικό τους “δίκιο” με το συνταγματικά και νομοθετικά καθορισμένο “Δίκαιο”.
Κάτι ανάλογο με τον “Μενούση” (με περισσότερο τεκμηριωμένη την “απιστία” της γυναίκας) περιγράφει και το τραγούδι του τίτλου.
Πριν από πολλά χρόνια είχα ακούσει το τραγούδι με τίτλο «El preso número nueve» (Ο φυλακισμένος με αριθμό εννέα) από την Τζόαν Μπαέζ, γνωστή για την αντιπολεμική δράση της (κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ) και την υποστήριξη του κινήματος κατά των φυλετικών διακρίσεων.
Το συγκεκριμένο τραγούδι, στα Ισπανικά, μου κέντρισε το ενδιαφέρον και αναζήτησα την μετάφρασή του. Παρεμπιπτόντως, το τραγούδι αυτό, μαζί με την αγάπη μου για την Ισπανόφωνη λογοτεχνία, με ώθησε να παρακολουθήσω μαθήματα Ισπανικών για περίπου τρία χρόνια. Αυτό που κατάφερα είναι να μπορώ ―στοιχειωδώς― να συνενοούμαι και να διαβάζω σε αυτή την γλώσσα.
Ένας από τους λόγους που με είχε εντυπωσιάσει αυτό το τραγούδι ήταν η αφελής αγριότητα του περιεχομένου του, η απόλυτη βεβαιότητα του θύτη ότι είχε πράξει το σωστό και το ότι το είχε τραγουδήσει η «προοδευτική» (για μένα, τότε) Τζόαν Μπαέζ.
Το τραγούδι μιλάει γι’ αυτό που «οφείλει να κάνει κάθε άντρας» που σέβεται την τιμή του, την υπόληψή του και «τα παντελόνια που φοράει»· λες και η γυναίκα που φοράει παντελόνια δεν τα σέβεται. Ιδίως όταν τα έχει αγοράσει με το δικό της εισόδημα.
(Εδώ, πάλι και ακόμα συνεχίζω να προβληματίζομαι γιατί στο διάολο το τραγούδησε η Μπαέζ!)
Η υπόθεση μοιάζει αρκετά οικεία σε λαούς Μεσογειακούς: Ένας άντρας βρίσκεται στη φυλακή και πρόκειται να εκτελεστεί επειδή «σκότωσε τη γυναίκα του και έναν άπιστο φίλο». Την ώρα που εξομολογείται, δηλώνει ότι δεν μετανιώνει και ότι «αν ξαναγεννιόταν» πάλι το ίδιο θα έκανε. «Χωρίς φόβο για την αιωνιότητα».
Όσο μεγαλώνω, μου είναι πολύ δύσκολο να ισορροπήσω ανάμεσα στην γοητεία και την δέσμευση της παράδοσης και την «πολιτική ορθότητα».
Βρίσκομαι στο μεταίχμιο μια εποχής που αν θέλει να απαλλαγεί από πολλές πληγές της οφείλει να απαρνηθεί πολλά δομικά στοιχεία αυτού που ονομάζουμε «λαϊκό πολιτισμό» ή «παράδοση».
Κάποτε με συγκινούσε το «Πότε θα κάνει ξαστεριά». Το είχα τραγουδήσει σε εποχές αντιδικτατορικής έξαρσης και δημοκρατικής υπέρτασης.
Τώρα δεν θέλω να το τραγουδάω, δεν θέλω να το ακούω και δεν θέλω να το μάθουν οι εγγονές μου.
Δεν θέλω να συνηθίσουν ή να συγκινούνται με στίχους σαν αυτούς:
«να κάμω μάνες δίχως γιους,
γυναίκες δίχως άντρες,
να κάμω και μωρά παιδιά,
να κλαιν’ δίχως μανάδες»
Προτιμώ ―και θα κάνω ό,τι μπορώ γι’ αυτό― να συγκινούνται με το ακραία επαναστατικό τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι, σε στίχους της Θεώνης Δρακοπούλου, γνωστής και με το ψευδώνυμο “Μυρτιώτισσα”:
“Σ`αγαπώ, δεν μπορώ τίποτ`άλλο να πω, πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο…”
Κωστής Α. Μακρής
06 Δεκεμβρίου 2022
Πηγές:
Joan Baez – El Preso Numero Nueve
Το τραγούδι «Σ’ αγαπώ» με την φωνή της Φλέρυς Νταντωνάκη: