Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

«Όλο να κάνει το κακό αποζητάει κι άθελα πάντα στο καλό σας καταντάει.», του Κωστή Α. Μακρή

Spread the love

Κωστής Α. Μακρής

«Όλο να κάνει το κακό αποζητάει

κι άθελα πάντα στο καλό σας καταντάει.»

[ ΠΡΩΤΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗ ]

Μεφιστοφελής (βγαίνει μέσα απ’ το σύννεφο, που διαλύεται,

ντυμένος σαν πλανόδιος σπουδαστής):
Γιατί ταράχτηκες, καλέ μου αφέντη, τόσο;

Εγώ βοήθεια ήρθα να σου δώσω.

Φάουστ: Αυτό λοιπόν ήταν του σκύλου η παρουσία;

Ένας πλανόδιος σπουδαστής;

Πόσο όλ’ αυτά μου φαίνονται αστεία!

Μεφιστοφελής: Κύριέ μου λογιότατε, σε χαιρετώ,

Μ’ εκάματ’ όμως και ακόμα ιδροκοπώ.

Φάουστ: Για πες μου,ποιο είναι τ’ όνομά σου;

Μεφιστοφελής: Πόσο φτηνή ερώτηση, φαντάσου!

Για έναν που τη Λέξη τόσο περιφρονεί

που απ’ τα φαινόμενα πιο πέρα προχωρεί

κι αναζητάει των όντων την ουσία.

Φάουστ: Κύριοι διαβόλοι, για σας και μόνο τ’ όνομα αρκεί,

την οντότητά σας καθένας για να βρει,

εισ’ ένας ψεύτης, βελζεβούλης, χαλαστής,

αυτό να κρύψει δεν μπορεί, θαρρώ, κανείς.

Λοιπόν, ποιος είσαι τώρα, πες!

Μεφιστοφελής: Είμαι κομμάτι απ’ τη δύναμη εκείνη,

π’ όλο να κάνει το κακό αποζητάει

κι άθελα πάντα στο καλό σας καταντάει.

Φάουστ: Αυτό το αίνιγμά σου τι τάχα να σημαίνει;

Μεφιστοφελής: Είμαι το πνεύμα που απ’ την άρνηση πετιέται

Και δίκαια, γιατί ό,τι γεννηθεί

κάποτε πρέπει μοιραία ν’ αφανιστεί.

Κάλλιο είναι τίποτε να μη γεννιέται,

γιατί ό,τι εσείς αμάρτημα το λέτε

ολέθριο, ανόσιο και κακό,

αυτό ’ναι το δικό μου το στοιχειό.

Φάουστ: Λες είσαι ένα κομμάτι μοναχά,

μα ολόκληρο σε βλέπω εδώ μπροστά.

Μεφιστοφελής: Μια απλή αλήθεια θέλω να σου πω.

Στου κάθε ανθρώπου το μυαλό αν περνά,

μες στον μικρό του κόσμο τον τρελό,

ακέραιο αν νομίζει τον δικό του εαυτό,

μέρος είμ’ εγώ τού μέρους κάποιου όλου αρχικού,

ένα κομμάτι είμαι σκοτάδι, όπου γέννησε το φως,

πούναι περήφανο παιδί του σκοταδιού·

τη μάνα νύχτα διώχνει, σαν ήλιος λαμπερός.

Μα του κάκου, όσο κι αν πασχίζει,

όσο κι αν το σώμα διαφεντεύει,

πάντα στα χαμένα θα παλεύει,

πάντα ένα σώμα την πορεία του εμποδίζει,

όσο κι αν η λάμψη του τα σώματα ομορφαίνει.

Γι’ αυτό θαρρώ πως δε θα το βαστάξει,

μα με τα σώματα μαζί θε να βουλιάξει.

Φάουστ: Τώρα καθένας το έργο σου καλά καταλαβαίνει.

Τα μεγάλα εσύ δεν το μπορείς να τα γκρεμίζεις,

μα απ’ τα μικρά παντοτεινά αρχίζεις.

ΓΚΑΙΤΕ, Φάουστ, Α’ Μέρος, ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ (Πρώτη γνωριμία με τον Μεφιστοφελή), σελ. 64-65, Μετάφραση – Σχόλια: Ι. ΠΑΥΛΑΚΗ, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΑΣΤΗΡ», ΑΛ. & Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ, 1982. (Αντιγραφή σε μονοτονικό: Κ.Α. Μακρής)

*  *  *

«Τα μεγάλα εσύ δεν το μπορείς να τα γκρεμίζεις,

μα απ’ τα μικρά παντοτεινά αρχίζεις.»

Όταν και όποτε (ξανα)διαβάζω τον «Φάουστ» του Γκαίτε, δεν τον διαβάζω ως «πιστός» (στον Θεό, στον Διάβολο ή στα «επέκεινα νου και νοήσεως») αλλά με την χαρά τού αναγνώστη που ανακαλύπτει ότι ακόμα και στα πλέον ανορθολογικά ή «μεταφυσικά» κείμενα (όπως και στα παραμύθια) συνευρίσκονται αβίαστα, γόνιμα, γενναιόδωρα, αισιόδοξα, ελπιδοφόρα, δοτικά και με κοινή συναίνεση το φανταστικό τής τέχνης με το (όποιο) πραγματικό τής ζωής.

Και συμβαίνει τόσο συχνά να συναντώ ή να μαθαίνω για ανθρώπους που «πουλάνε» την «ψυχή» τους στον «διάβολο» ―ό,τι κι αν σημαίνουν οι λέξεις στα εισαγωγικά― για κάτι τόσο μάταιο και ανυπόληπτο όσο η ανάκτηση του χρόνου που έχουν χάσει αναζητώντας άλλα πράγματα απ’ αυτά που ο κάποιος κρυφός τους πόθος ή πάθος τούς αποκαλύπτει αργότερα και με οδυνηρό τρόπο· όταν η εφήμερη δόξα τούς το επιτρέπει· όταν ακόμα το σώμα τους το μπορεί· όταν η συνείδησή τους δεν είναι εκεί για να τους εμποδίσει· όταν το προσωπικό ή οικογενειακό όνειδος, η αισχύνη όπως και η πάνδημη κατακραυγή, τούς είναι αόρατα αν όχι αδιάφορα· όπως η αρπαγή και το φάγωμα μιας κότας δεν προκαλεί κανέναν φόβο νεμέσεως, Θεού, δικαστικής τιμωρίας ή άλλα ηθικά προβλήματα σε μια αλεπού.

Είναι μια ψευδαίσθηση παντοδυναμίας που ωθεί κάποιον ή κάποια να φερθεί ανάρμοστα; Είναι ένα πάθος ή μια εξάρτηση από κάτι πιο δυνατό από την λογική του/της; Μήπως είναι μια παραπλανητική αίσθηση δήθεν «ακεραιότητας» (τα έχω όλα κι ό,τι θέλω ή μου λείπει το παίρνω) και ταυτολογίας (εγώ είμ’ εγώ και είμαι το όλον) που τους ωθεί στην έλλειψη σεβασμού του άλλου; Λες και μπορεί να υπάρξει ή να λέγεται άνθρωπος ο τελείως μόνος, ο δίχως την παρουσία, αποδοχή, σεβασμό και την αγάπη των άλλων ανθρώπων. Κι όχι όλων απαραίτητα.

Βέβαια, αν θέλω να ονομάζω τον εαυτό μου ικανό αναγνώστη και επαρκή γραφιά, τίποτα το ανθρώπινο δεν θα έπρεπε να μου είναι ξένο και οφείλω ―θεωρητικά― να υπερασπίζομαι την «διαφορετικότητα», την «αγάπη» και την «συγχώρεση»· αλλά και τίποτα δεν με εμποδίζει να αηδιάζω και να ξερνάω καλαπόδια με τις συμπεριφορές κάποιων που πασχίζουν μέσω κάποιας ψευδεπίγραφης τέχνης να ντύσουν την «τέχνη» ενός κακεργέτη ψευδεπιγραφοποιού τής ίδιας της ζωής· κι αν φαίνομαι απρόθυμος να καταδικάσω με μια ματιά (prima vista) ή από ένα τυχαίο κουτσομπολιό κάποιους ανθρώπους και των δύο φύλων, δηλαδή: «πριν αμφοίν μύθον ακούσω» (και τα λοιπά παρόμοια μιας δίκαιης κοινωνίας ή μιας κοινωνίας δικαίου), αυτό μπορεί και να οφείλεται στο ότι καμιά «ξυλιά σε ξένον κώλο» δεν μας πονάει τόσο όσο εκείνη που πέφτει στον δικό μας· και εγώ δεν έχω ―μέχρι τώρα― βρεθεί στη θέση θύματος σοβαρής προσβολής τής γενετήσιας αξιοπρέπειάς μου.

Από μιαν άλλη οπτική γωνία ―σύμφωνα και με τον Μεφιστοφελή τού Γκαίτε― έχω πάντα την ελπίδα ότι από τα κακά (με τις ποικίλες ηθικές και βιολογικές σημασίες τής λέξης «κακά») που ξεσκεπάζονται και απλώνουν την μπόχα τους γύρω μας ―άοσμη μόνο στους αυτουργούς των κακουργιών και σε λίγους ανάλγητους ωφελημένους― κάτι καλό μπορεί να προκύψει για πολλές και πολλούς· είτε ως πρόληψη, είτε ως θεραπεία, είτε και ως φυσικό λίπασμα (κοπριά) για μελλοντικές ανθοφορίες τής τέχνης, τού έρωτα, του έρωτα της τέχνης και της τέχνης τού έρωτα.

Ακόμα δεν έχω απάντηση στο ερώτημα αν η τέχνη «αντιγράφει» την ζωή ή η ζωή μιμείται την τέχνη. Όπως επίσης δεν ξέρω τι είναι αυτό που κάνει μερικούς να νομίζουν/πιστεύουν ότι η φήμη, η δόξα, ο πλούτος ή κάποιες ισχυρές «παρέες» μπορούν να προστατεύσουν την αξιοπρέπειά τους ―αν έχουν τέτοιο πράγμα― από τις ίδιες τους τις κακουργίες. Εδώ ο Αχιλλέας, με ασπίδα τεχνουργημένη από τον θεό Ήφαιστο και δεν κατάφερε να φυλάξει την φτέρνα του, θα καταφέρει ο πάσα εις αυτοϊκανοποιούμενος βιαστής και υβριστής τού έρωτα να διαφυλάξει το τόσο ευάλωτο όνομά του;

Απ’ την άλλη μεριά, δεν με νοιάζει και τόσο να βρω ικανοποιητική απάντηση (όντας σχεδόν βέβαιος ότι δεν υπάρχει απάντηση σε τέτοιου είδους ΛερναιοΫδραϊκά ερωτήματα) σε όλα αυτά και σε πολλά άλλα.

Οπότε, σκέφτομαι, συζητώ, λέω, γράφω,  και χαίρομαι να ζω όσο πιο έντεχνα μπορώ. Φροντίζοντας να απέχω όσο μπορώ από κακουργίες, να επιλέγω καλούς, αξιοπρεπείς και υπεύθυνους ανθρώπους για συντροφιά μου, κι ας μην είναι δηλωμένοι και «γνωστοί» «καλλιτέχνες» (αλλά καλλιτέχνες είναι οπωσδήποτε γιατί για μένα σπουδαιότερη και πιο καλή τέχνη από το να είσαι καλός, αξιοπρεπής και υπεύθυνος άνθρωπος δεν υπάρχει), και να κολυμπάω απολαυστικά, προσεχτικά και υπεύθυνα στα καθαρά νερά όλων των τεχνών τής ζωής ―του έρωτα και της φιλίας μη εξαιρουμένων― με όση ζωή έχω ακόμα.

05 Φεβρουαρίου 2021

Εικόνα: Φάουστ και Μεφιστοφελή, Stich von Tony Johannot, από το διαδίκτυο.

 

SHARE
RELATED POSTS
Τα πεύκα της Μαγκουφάνας, του Κωστή Α. Μακρή
Στο φετινό αποκαλόκαιρο και στα εντεκάμισι χρόνια iΠόρτα, του Δημήτρη Κατσούλα
Μόνιμος θεατής πίσω από έναν φεγγίτη, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.