Ο Δημήτρης Ι. Μπρούχος (1961-2024) είναι ποιητής, στιχουργός. συγγραφέας και Σύμβουλος Επικοινωνίας
Όταν τα όνειρα διαφεντεύουν τον ύπνο σου κι οι εφιάλτες τον ξύπνιο σου, όταν οι λέξεις παίζουν αμέριμνα, επιχειρώντας να περιγράψουν το ανέκφραστο, όταν μια νύχτα σε κρατάει για χρόνια ξάγρυπνο, επειδή το ταμείο σου «δεν συμφώνησε», όταν ξέμεινες ως αργά ν’ ακούς έναν πλανόδιο μουσικό, ακούγοντας τη ζωή σου, όταν επιμένεις να αναζητάς σε μάτια, το χρώμα που δεν ξανάδες …σιγή ασυρμάτου.
Όταν ακούς επί χρόνια για πλεονάσματα ενώ ανιχνεύεις υστερήματα, όταν μιλάς για ευκαιρίες που δεν σου δόθηκαν , τη στιγμή που εσύ δε δίνεις καμία, όταν μιλάς για περιθώρια ενώ εσύ δεν άφησες ποτέ σου, όταν βασανίζεσαι σ’ έναν αλύτρωτο έρωτα και δεν έχεις με ποιόν να μοιραστείς τον καημό… σιγή ασυρμάτου.
Όταν γυρίζουν οι ελπίδες που φυγάδευσες και νοιώθεις να σε απειλούν, μη μπορώντας να τις διαχειριστείς από φόβο, όταν ακούς την παιδική σου φωνή και ξυπνάς, όταν βολεύεσαι με τις τύψεις σου, παραποιώντας τ’ απωθημένα, όταν χάνεις ένα φίλο που δεν πρόλαβες (ή που μόλις πρόλαβες ) να του ζητήσεις συγγνώμη… σιγή ασυρμάτου.
Όταν βαδίζοντας αντικρίζεις μονάχα πλάτες, όταν βιώνεις την επάρατη δεξιά στην αριστερά σου, όταν δεν μπορείς ν’ απεμπλακείς από το μοδέλο συμπεριφοράς που σε σωφρόνιζαν χρόνια, όταν παραμένεις σε μια άδεια τάξη περιμένοντας το διάλειμμα επιμόνως για χρόνια, όταν τίποτα δε σου λένε πια τα ξεβαμμένα συνθήματα, οι ξεπουλημένοι όλων των ιδεολογιών, οι θρασείς ανεπάγγελτοι τιτλούχοι… σιγή ασυρμάτου.
Όταν ξεκινάς κάθε καινούργιο βιβλίο απ’ το τέλος, όταν αρχίζεις τη μέρα περιμένοντας να σχολάσεις, όταν κρατάς το μίσος σου ανέπαφο να σου κιτρινίζει τα άκρα σα νικοτίνη, όταν από αλλού ξεκινάς και καταλήγεις στο ίδιο λάθος… σιγή ασυρμάτου.
Γιατί ίσως έχεις να πεις πολλά, ίσως και τίποτα.
Σε κάθε περίπτωση, να θυμάσαι ότι κάπου στη γη ένα πλάσμα, περιμένει εσένα.
Αν αυτό είναι που σε βασανίζει. Αν δεν το’ χεις βρει, βρες το. Αυτό ζητάς στην πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται απαραίτητα να είναι άνθρωπος. Ας είναι και κατοικίδιο. Να μάθεις απλά, να μοιράζεσαι.
Όσα δε μοιράστηκες ποτέ σου, επειδή δεν σου μοίρασαν ή δεν σου μοιράστηκαν.
Διδάξου την αγάπη, που μπορεί και να μη σου τη δίδαξαν.
Μοίρασέ την απλόχερα. Τη χρειάζονται. Μα προπάντων… το χρειάζεσαι.
Κι ένα ξημέρωμα (απ’ αυτά που ξέρεις), συμμάζεψε νότες, λέξεις, γράμματα, στίχους, φωνές, εικόνες, στιγμές, ντύσου ένα καινούργιο πρόσωπο και ξεκίνα να ζεις.
Κάνε το υστέρημα πλεόνασμα. Καλωσόρισε τις ελπίδες. Ξέπλυνε όλο το μίσος σου σ’ ένα γενναίο δάκρυ.
Αποφάσισε επιτέλους, ότι δεν υπάρχουν ιδεολογίες . Ισως και να μην υπήρξαν ποτέ.
Ανεπάγγελτοι τιτλούχοι θα υπάρχουν πάντα. Τα συνθήματα, ήταν θνησιγενή.
Ξεκίνα το βιβλίο σου ορθόδοξα. Και κυρίως… Πιάσε τον ασύρματο.
Άρχισε να στέλνεις σήματα. Θα δεις…
Το αγέρι θα σου φέρει χαιρετισμούς.