Το παρακάτω κείμενο δεν επιχειρεί να απαντήσει επιστημονικά στο ερώτημα του τίτλου.
Για μια απολογία ενόχου πρόκειται,που αναζητά άλλοθι στις ιδιαιτερότητες μιας δύσκολης ηλικίας.
Θύτης και εγώ,μαζί με την υπόλοιπη τσακαλοαλανοτσαμπουκαλοπαρέα.
Θύμα,ο συμμαθητής μας Γαρύφαλλος Χ.στην Δ’ Γυμνασίου.
Λόγω ονόματος,λόγω εμφάνισης; Πιθανόν και τα δύο. Ένας άγαρμπος, πλαδαρός, ψηλός, με κάτι πατομπούκαλα μυωπικά γυαλιά, που πάλευε με υπερπροσπάθεια σε όλα τα μαθήματα να κρατηθεί γύρω ή λίγο πιο κάτω από τη βάση.
Ο ορισμός της δυσαρμονίας του μυαλού και της συμπεριφοράς αναλογικά με το παρουσιαστικό. Κύριο χαρακτηριστικό της ηλικίας.
Γινόταν σε καθημερινή βάση, αντικείμενο χλευασμών, χοντροκομμένης φάρσας, απαξίωσης και ειρωνείας και
όλα τα άλλα που με απόλυτη βεβαιότητα θα μας χαρακτήριζαν θερμοκέφαλους κακοαναθρεμμένους εφήβους.
Ο εύκολος χαζούλης στον αντίποδα και αντιμέτωπος με την πρώιμη αυτοεπιβεβαιούμενη ανδροπρέπεια.
Και όμως ήμασταν όλοι παιδιά καλών οικογενειών.
“Τύπος και υπογραμμός”.
Προφανώς μόνο εκεί που δεν μας έπαιρνε.
Ο Γαρύφαλλος ποτέ δεν αντιδρούσε σε όσα του κάναμε.
Σαν να τα αγνοούσε ή σαν να τα είχε αποδεχθεί. Πιθανόν και να τα σνομπάριζε. Η καρδούλα του το ήξερε.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μπορεί και να ίσχυε το “άφες αυτοίς…”.
Όπως και αν έχει πάντως, παρά τη δυσαρμονία που σας περιέγραψα, κανείς δεν τολμούσε να του ασκήσει σωματική βία.
Μερικά χρόνια αργότερα, όταν διάβαζα το γνωστό κόμικ, μου θύμιζε τον Οβελίξ.
Συμμετείχε μαζί μας κανονικά, σαν να μη τον ενοχλούσε τίποτε, σε όλες τις εφηβικές δραστηριότητες.
Ποδοσφαιράκια, γκομενιλίκια-πάντα με απογοητευτική για αυτόν κατάληξη-κοπάνες, παιχνίδια στα διαλείμματα.
Πάντα ήταν το κορόιδο. Είχε φάει και αποβολή όταν ενοχοποιήθηκε για κάτι που δεν είχε κάνει.
Παρ’ όλα αυτά δεν μαρτύρησε τον συμμαθητή. Από φόβο για παραβίαση της ομερτά. Ποιος ξέρει;
Φιλότιμος, με μια αγνότητα, μια αφέλεια, μια αυταπάρνηση, ακολουθώντας μας σχεδόν ικετευτικά αρκεί να ήταν μέλος της παρέας.
Αρνητικά εφόδια για τη σκληράδα της ηλικίας.
Ήμασταν ήδη “αντράκια”. Και εκείνος το βλήμα. Ο Αλέκος Τζανετάκος στις ταινίες του Δαλιανίδη των θερινών σινεμά.
Η καζούρα που έτρωγε όταν παίζαμε μπάσκετ και δεν έβρισκε καλάθι-πού να το βρει με τέτοια μυωπία-τον ανάγκασε
να το γυρίσει στο βόλεϋ. Εκεί τα πράγματα του φαινόταν πιο εύκολα. Ίσως επειδή δεν χρειαζόταν τρέξιμο.
Όταν οι αρχηγοί διάλεγαν συμπαίκτες, πάντα έμενε τελευταίος. Ήταν ο μπελάς που κανείς δεν ήθελε να τον έχει δίπλα του.
Έμπαινε στην ομάδα μόνο όταν δεν υπήρχε άλλος έκτος κι’ ας ήταν ένα κεφάλι πιο κοντός.
Άμα δεν τον επέλεγε κανείς, δεν έφευγε χολωμένος. Καθόταν έξω και συμμετείχε ψυχικά στο παιχνίδι.
Α, για να μην το ξεχάσω. Όταν δεν ήταν παρών και αναφερόμασταν σ’ αυτόν, δεν ήταν ο Γαρύφαλλος. Ήταν ο Πίθηκος.
Δεν ξέρω αν είχε υποπέσει στην αντίληψή του. Ίσως τη μέρα που κάποιο καλόπαιδο άφησε στο θρανίο του μια μπανανόφλουδα.
Παρ’ όλα αυτά ήταν ο σωτήρας μας στο μάθημα της ιστορίας.
Ο καθηγητής που είχαμε, καλούσε για μάθημα με αλφαβητική σειρά και μόλις σηκωνόταν συμμαθητής στον πίνακα,
άκουγε για 2-3 λεπτά και μετά το έστρωνε στον ύπνο μέχρι να τελειώσει η εξέταση. Ξυπνούσε, σήκωνε τον επόμενο,
γυρνούσε πλευρό και έτσι φτάναμε μέχρι το διάλειμμα. Όλοι είχαμε δυσανάλογο με την αξία μας μεγάλο βαθμό στα προφορικά.
Όλοι εκτός από τον Γαρύφαλλο.
Τη μέρα που ήρθε η σειρά του να σηκωθεί, μόλις τελείωσε και πριν ξυπνήσει ο καθηγητής, κάποιος από τη γαλαρία
είχε τη φαεινή να του σιγανοφωνάξει “πες το πάλι, πες το πάλι, πριν ξυπνήσει”.
Ο φουκαράς υπάκουσε στην ”εντολή” της παρέας, είπε τρεις φορές το μάθημα, εν μέσω νεκρικής σιγής, μέχρι που χτύπησε το κουδούνι.
Ξυπνάει ο καθηγητής, χασμουριέται και με λοξή ματιά του λέει ”κάτσε κάτω και άλλη φορά να διαβάζεις”!
Τρανταχτά γέλια στη γαλαρία και πεταγμένα έξω από τα πατομπούκαλα τα μάτια του Γαρύφαλλου από την απορία.
“Ρε σεις,άλλη φορά δεν ξανασηκώνομαι”.
“Όχι ρε συ Γαρύφαλλε, μη μας το κάνεις αυτό”. “Εσύ να σηκώνεσαι συνέχεια”. “Ζήτα το από τον καθηγητή για να πάρεις καλό βαθμό”.
“Όχι”. “Ναι”.”Όχι”.”Ναι”. Μέχρι που ο πιο γάτος της αλανοπαρέας έριξε το επιχείρημα. “Θα κάνουμε εκλογές και θα γίνεις πρόεδρος”.
Εκεί υπέκυψε στον πειρασμό.
(Θράσος όμως οι δικοί σου. Εκλογές μεσούσης της Χούντας)
Την επόμενη μέρα ο γατόμαγκας είχε έτοιμο και το προεκλογικό τραγουδάκι:
“Γαρύφαλλον ψηφίσατε
να δείτε άσπρη μέρα,
μπανάνες να χορτάσετε
και στον χουρμά να σκάσετε,
πρωΐαν και εσπέρα”.
Και κάναμε εκλογές (με μοναδικό υποψήφιο). Και τον βγάλαμε πρόεδρο. Και έλεγε συνεχώς μάθημα. Και δεν πήρε βαθμό.
Και δεν βρέθηκε κάποιος από τους γύρω του κουραδόμαγκες να τον βοηθήσει στα γραπτά (δεν θυμόταν τη μάχη του Ματζικέρτ).
Και ήταν ο μόνος που έμεινε μετεξεταστέος στην ιστορία. Και δεν κατηγόρησε κανέναν μας. Κανέναν μας.
Τα κρατούσε όλα μέσα του.
Κακώς κατά τη γνώμη μου εστιάζουμε στον εκφοβισμό όταν μιλάμε για bullying, διότι και η καζούρα μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες.
Όχι μόνο αυτοχειρίας, αλλά και αυτοδικίας.
Αν ο Γαρύφαλλος έβγαινε εκτός εαυτού και έδινε μια μπουνιά, τους περισσότερους από μας θα μας έστελνε αδιάβαστους.
Όσο σκέφτομαι ότι αν δεν ήσουν αυτός που ήσουν Γαρύφαλλε, θα μπορούσε να σε κυριεύσει απόγνωση και να ήσουν κάπου αλλού…
Συγγνώμη Γαρύφαλλε. Αλλά ένα συγγνώμη δεν είναι αρκετό.
Να είσαι καλά όπου και αν βρίσκεσαι τώρα.
Και αν το φέρει η τύχη να διαβάσεις αυτή την θλιβερή απολογία, μη γράψεις σχόλιο.
Ντρέπομαι να σε αντικρίσω.