Απόψεις

Περί γελοιογραφίας-συνέχεια, του Βαγγέλη Παυλίδη

Spread the love

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πολιτικός άνδρας με όνομα βαρύ, που μάλιστα έφερε κληρονομικά και τον τίτλο του βαρώνου, τρομάρα μας. Κολλητός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κάποια στιγμή οι διαπραγματευτικές του δραστηριότητες την εποχή της εφταετίας του έδωσαν το παρατσούκλι “ο γεφυροποιός”, όπου στην άλλη άκρη της γέφυρας ήταν η Χούντα. Το όνομα αυτού, Ευάγγελος Αβέρωφ.
Με την μεταπολίτευση το ’74 ο Ευάγγελος Αβέρωφ έγινε υπουργός Εθνικής Άμυνας, θέση που κράτησε μια κρίσιμη για την χώρα εξαετία περίπου. Στο διάστημα αυτό έγινε γνωστός για την απόλυτα πετυχημένη προσπάθειά του να πέσουν οι χουντικοί στα μαλακά, να επανενταχθούν ατιμώρητοι στην κοινωνία, έτσι που να μπορούν να βγαίνουν στην επιφάνεια σήμερα. Είναι αυτός που ηγήθηκε της δήθεν κάθαρσης στο στράτευμα και καθιέρωσε τον όρο “σταγονίδια”, αναφερόμενος στα ακροδεξιά στοιχεία.


Το 1981 έγινε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Επί των ημερών του το κόμμα αυτό πήγε όσο πιο δεξιά έχει πάει ποτέ στην ιστορία του, με του “Κένταυρους”, τους “Ρέιντζερς”, τους Μιχαλιολάκους και Βορίδηδες, με την ΟΝΝΕΔ σε σύμπραξη με την ακροδεξιά ΕΝΕΚ να ζητά την κατάργηση του εορτασμού του Πολυτεχνείου. Χαραχτηριστικό πως όταν το 1982 το ΠΑΣΟΚ έφερε το νομοσχέδιο για την αναγνώριση της ΕΑΜικής Εθνικής 
Αντίστασης, ο Αβέρωφ πήρε τους βουλευτές του και αποχώρησε από την Βουλή.

Αυτός τελείως σκιαγραφικά ο ανήρ που,όπως ίσως θα περίμενε κανείς, υπήρξε για περισσότερο από μια δεκαετία ένας από τους αγαπημένους μου γελοιογραφικούς στόχους. Στο ΒΗΜΑ, τον “Ταχυδρόμο”, στην “Ελευθεροτυπία” αργότερα, πάμπολλα σκίτσα μου τον σατίριζαν και τον κριτίκαραν για τις υπερσυντηρητικές έως και ακροδεξιές του θέσεις με όση οξύτητα διέθετα.

Τωι καιρώι εκείνωι, λοιπόν, με σταματά μια μέρα ο ταχυδρόμος και με εμφανή έξαψη μου λέει να βιαστώ γιατί έχω ένα δέμα στο ταχυδρομείο που ήταν λέει από το Υπ. Εθνικής Άμυνας. Πράγματι, το ογκώδες πακέτο που παρέλαβα ήταν σφραγισμένο με ταινίες, βουλοκέρι και σφραγίδες του ΥΠΕΘΑ, έτσι που κι εγώ απόρησα περί τίνος άραγε να πρόκειται -άσε που για μια στιγμή ανησύχησα μήπως με επιστράτευαν επειδή ήμουν κακό παιδί.

Το πακέτο περιείχε πέντ’ έξη βιβλία -όσα δηλαδή είχε γράψει ο Αβέρωφ αν δεν κάνω λάθος- όλα με την ιδιόχειρη υπογραφή του. Στο “Φωτιά και Τσεκούρι”, ιδιόχειρα πάλι έγραφε: “Στον εκλεκτό σκιτσογράφο που με τόση ακρίβεια με παριστά στις γελοιογραφίες του”.
Ξερός, ο Βαγγέλης (εγώ δηλαδή – όχι ο Ευάγγελος)! “Με δουλεύει”, σκέφτηκα. “Σίγουρα με δουλεύει”, ξανασκέφτηκα. “Touché! Μου την έφερε ως άλλος Συρανό ο κύριος”, ξαναματασκέφτηκα. “Μου την έφερε με τα ίδια μου τα όπλα, στο δικό μου το γήπεδο, έτσι που για πρώτη φορά σε τέτοιου είδους μάχη υποχρεώθηκα να ομολογήσω την ήττα μου”. Η εκτίμησή μου γι αυτόν που είχε χτυπήσει πάτο ανέβηκε λίγα σκαλιά. Το ξομολογιέμαι για πρώτη φορά και παρακαλώ να μην το πείτε παρακάτω.

Αυτά, γιατί πολλή κουβέντα γίνεται για γελοιογραφίες και χιούμορ τις μέρες αυτές. Πολύ μελάνι χύνεται από διάφορες πλευρές με περισπούδαστες -ή όχι και τόσο περισπούδαστες- αναλύσεις. Τι καλά να μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το χιούμορ με χιούμορ, ε… έτσι, με λίγο αλάτι. Μα, το ξέρω, ζητάω πολλά.
Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος.


Βαγγέλης Παυλίδης

Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του σκιτσογράφου Βαγγέλη Παυλίδη


SHARE
RELATED POSTS
Μαρία Κομπατσιάρη: επικοινωνώντας με το χρώμα, της Τζίνας Δαβιλά
Δημήτρης Κατσούλας
Γαμώ την τρέλα μου, του Δημήτρη Κατσούλα
Ο Κος Σανιδόπουλος ομολογεί μια παράξενη θλίψη, του Άρη Μαραγκόπουλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.