«Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες»
Σκέψεις για την παράσταση που είδα στο Θέατρο Πόρτα.
Ξημερώνει και βλέπω από το παράθυρο σπουργίτια, δεκοχτούρες και μερικά κοτσύφια να πηγαινοέρχονται από κλαρί σε κλαρί.
Μια λέξη μου ’ρχεται στο μυαλό: αθωότητα.
Σκέφτομαι… Σε πόσες ιστορίες έχω συναντήσει το επίθετο «αθώος», «αθώα» (θηλυκό ή πληθυντικό του ουδέτερου) για «ζωάκια», «πουλάκια», «παιδάκια» (αγοράκια και κοριτσάκια), και για όλων των ειδών τα «εγώ-διαταγές-εκτελούσα» ανθρωπάκια… Με τα υποκοριστικά να υποτιμούν τη δυνατότητά τους να αποτελέσουν ενεργά υποκείμενα ενός πολύ άγριου κόσμου.
«…όσον αφορά τον Μπαζίνι, δε θα πω “κρίμα το παιδί” ό,τι και να γίνει. Ακόμα κι αν τον καταγγείλουμε, αν τον πλακώσουμε στο ξύλο ή αν έτσι για το κέφι μας τον βασανίσουμε μέχρι θανάτου, δε θα το πω. Γιατί δε μπορώ να φανταστώ, ότι ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να έχει κάποια σημασία στον θαυμαστό μηχανισμό του κόσμου… Αξίζει όσο κι ένα σκουλήκι στον δρόμο…».
(Απόσπασμα από το σημείωμα για την παράσταση στο Θέατρο Πόρτα)
Το βιβλίο «Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες (ή Ταίρλες)» το έχω διαβάσει παλιότερα. Δεν μου είναι εύκολο να το ανακαλέσω πλήρως στη μνήμη μου και δεν θέλω να το αναζητήσω στη βιβλιοθήκη μου και να το ξανακοιτάξω για να μιλήσω για την παράσταση. Δεν νιώθω να χρειάζομαι κάτι τέτοιο.
Ξέρω ότι το βιβλίο είναι πάντα η αφορμή. Η θεατρική πράξη είναι κάτι άλλο.
Είναι αυτό που έχει διαλέξει ο σκηνοθέτης να κρατήσει από το βιβλίο και είναι αυτό που βλέπει, ακούει, νιώθει ο θεατής. Ο κάθε θεατής.
Και τώρα ο θεατής είμαι εγώ.
Γι’ αυτό έχω βάλει στον τίτλο τη φράση «Σκέψεις για την παράσταση που είδα».
Γιατί θα μιλήσω για την παράσταση που είδα «εγώ».
Κι αυτό σημαίνει: «τίποτε απ’ αυτά που γράφω δεν είναι αντικειμενικό».
Στο σημείο αυτό θέλω να παρεμβάλω ένα απόσπασμα από τον «Άνθρωπο χωρίς ιδιότητες», το σημαντικότερο (κι όχι μόνο για μένα) μυθιστόρημα του Μούζιλ:
«Με ρώτησες τι πιστεύω» άρχισε. «Πιστεύω πως όλοι οι κανόνες της ηθικής μας είναι παραχωρήσεις σε μια κοινωνία αγρίων. Πιστεύω πως κανένας δεν είναι σωστός.
Άλλο νόημα διαφαίνεται πίσω. Μια φωτιά που θα έπρεπε να τους ξαναλιώσει και να τους χύσει αλλιώς.
Πιστεύω πως τίποτε δεν έχει τελειώσει.
Πιστεύω πως τίποτε δεν ισορροπεί, αλλά πως όλα θέλουν να ανυψωθούν πρώτα το ένα από το άλλο.
Αυτό πιστεύω• και ή γεννήθηκε αυτό μαζί μου ή εγώ μαζί μ’ αυτό.»
Ρόμπερτ Μούζιλ, Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες, τόμος δεύτερος, σελ. 125, μετάφραση από τα γερμανικά: ΤΟΥΛΑ ΣΙΕΤΗ, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1992
Στην παράσταση τώρα.
Τέσσερις ένστολοι ηθοποιοί σε μια μαύρη σκηνή.
Λίγα φώτα, κινούμενα και κινητά.
Οι ηθοποιοί υποδύονται τους τρόφιμους του ακριβού σχολείου-οικοτροφείου.
Ο νεαρός Τέρλες βρίσκεται εκεί αφού έχει ξεριζωθεί βίαια (από συναισθηματική άποψη το «βίαια») από την παιδική του ηλικία, για να σπουδάσει.
Δεν είναι έτοιμος να εγκαταλείψει την παιδική του ηλικία αλλά οι γονείς του, αυστηροί όσο κι ένας διοικητής στρατοπέδου συγκέντρωσης (και εξίσου βέβαιοι για τις αγαθές τους προθέσεις), θέλουν «το καλό του» για το «καλό» της κοινωνίας της οποίας είναι ευυπόληπτα μέλη.
Παραθέτω πάλι από το Πληροφοριακό Δελτίο της παράστασης:
«Έχοντας αποσπάσει δύο βραβεία, σκηνοθεσίας (Γεωργία Μαυραγάνη) και καλύτερης παράστασης της χρονιάς από τα Queer Theatre Awards, οι “Αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες” του Ρόμπερτ Μούζιλ, ένα από τα εκατό αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, σύμφωνα με την εφημερίδα Die Zeit, αποτέλεσαν μία από τις πιο δυνατές εκπλήξεις της περσινής σεζόν.»
Και σκέφτομαι ότι καλώς απέσπασαν τα βραβεία και η σκηνοθέτιδα και η παράσταση.
Γιατί;
Επειδή όλοι οι συντελεστές, με προεξάρχουσα την κυρία Γεωργία Μαυραγάνη, καταπιάστηκαν με ένα από τα πιο δύσκολα έργα: τη μετατροπή ενός «δυστοπικού» λογοτεχνικού έργου, με ελάχιστους διαλόγους, σε θεατρικό επίτευγμα.
Λένε μερικοί ότι «ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση».
Θα μπορούσα να πω κάτι ανάλογο, σαν ευφυολόγημα ίσως, και για το Θέατρο:
θέατρο είναι αυτό που δεν μπορεί να περάσει από το βιβλίο στη σκηνή.
Ισχύει και αντίστροφα: μια πλούσια θεατρική εμπειρία δεν μπορεί να διαβαστεί αλλά μόνο να βιωθεί.
Κι αυτό το έχω νιώσει αρκετές φορές σε θεατρικές παραστάσεις από τις οποίες έχω φύγει μ’ ένα συναίσθημα ανολοκλήρωτης απόλαυσης, σκεφτόμενος παράλληλα ότι προτιμώ να διαβάζω μόνος μου τον «Βασιλιά Ληρ» (σαν παράδειγμα το έργο) από το να βλέπω μια «φτωχή» ή «ρηχή» απόπειρα θεατροποίησης ενός κειμένου που λειτουργεί σε πολλά επίπεδα.
Μια μονοδιάστατη και «επίπεδη» παράσταση είναι για μένα σαν να τρώω «μιλ-φέιγ» με δύο μόνο φύλλα και ελάχιστη κρέμα.
Στην παράσταση όμως «Οι αναστατώσεις του οικότροφου Τέρλες» που είδαμε, υπήρχαν πολλά φύλλα και άφθονη και χορταστική κρέμα. Για να μην πω ότι εκτός από «μιλ-φέιγ» είχε και τυρόπιτα και κρεατόπιτα και πολλών άλλων ειδών πίτες. Έχω μια τάση να ανακατεύω τις «λόγιες» απολαύσεις μου με πιο καθημερινές και «πεζές» (όπως το φαγητό και το πιοτό) επειδή μου αρέσει να βιώνω τις όμορφες στιγμές ολόσωμα και με όλες μου τις αισθήσεις.
Για παράδειγμα, μου είναι δύσκολο να χαρώ μια παράσταση αν ο/η διπλανός/διπλανή μου βρομοκοπάει (σκόρδο, ιδρωτίλα ή άλλα). Γι’ αυτό και πριν πάω σε μια θεατρική παράσταση θα φροντίσω να κάνω ντους, θα πλύνω τα δόντια μου και θα βάλω και κολόνια, κάτι που δεν το συνηθίζω στα καλά καθούμενα. Αλλά αυτά δεν έχουν και τόσο μεγάλη σχέση με τη συγκεκριμένη παράσταση παρόλο που τα αρώματά της και οι γεύσεις της μου άρεσαν συνολικά.
Συνυπήρχε η επάρκεια όλων ―το τονίζω: ΟΛΩΝ― των συντελεστών σε μια παράσταση που δεν μου άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης αυτού που έβλεπα ή αναρωτήσεων σε σχέση με το αν είναι αυτή η πιο μεστή απόδοση του κειμένου ή όχι.
Υπήρχε μια σιγουριά στρατιωτικής παρέλασης, μετά από πολλές ώρες ασκήσεων ακριβείας, στη διαχείριση του κειμένου και στην ερμηνεία των ηθοποιών που ακόμα και στις πιο δύσκολες σκηνές σού επέβαλε μια στιβαρή σκηνοθετική και ερμηνευτική άποψη χωρίς διλήμματα κι αμφιταλαντεύσεις.
Κάτι που κατά τη γνώμη μου προδίδει γερές καλλιτεχνικές αρχές, αίσθηση του μέτρου και του χρόνου, υψηλή αισθητική και επαρκές γνωστικό έρμα.
Το ότι το νεανικό έργο του Ρόμπερτ Μούζιλ προοιωνίζεται τον «τρόμο και την αθλιότητα του 3ου Ράιχ» το έχουν ήδη πει πολλές και πολλοί για το βιβλίο οπότε δεν χρειάζεται να το επαναλάβω. Το θέμα του bullying το έχει αντιμετωπίσει και ο Κάρολος Ντίκενς πολλά χρόνια πριν από τον Μούζιλ και πολύ περισσότερα πριν το (ξανα)ανακαλύψουμε ―και εν μέρει το εμπορευματοποιήσουμε― εμείς.
Το νέο ―πάντα κατά τη γνώμη μου― που φέρνει ο Μούζιλ στη διαχείριση του ζητήματος της παιδικής-εφηβικής βίας και του εκφοβισμού, είναι το πόσο μικρή σημασία τού έδινε η τότε (προχιτλερική) κοινωνία.
Σε τέτοιο βαθμό που όλα αυτά που έζησε ο νεαρός οικότροφος να «ξεχνιούνται» και μετά από καιρό να μην αφήνουν ορατά σημάδια. Σαν «βότσαλα στη λίμνη». Με τη διαφορά ότι ένα βότσαλο στη λίμνη δεν είναι και τόσο τρομερό πράγμα. Όταν όμως εκατοντάδες χιλιάδες βδελυρά και ρυπαρά βότσαλα πέφτουν σε μια λίμνη περιορισμένης δυνατότητας ανανέωσης των υδάτων της, είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί η βυθοκόρος που θα τα αποσύρει για να καθαρίσουν τα νερά.
Ίσως αυτός να είναι ένας από τους λόγους που θα «διαφημίσω» την παράσταση που είδαμε σε φίλους και γνωστούς: για να μην ξεχνάμε ότι μερικά από τα πράγματα που «ξεχνάμε» είναι πιο σημαντικά και πιο τρομερά απ’ όσο πιστεύουμε και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να τα ζήσουμε ξανά.
Όπως οι πάσης φύσεως φρικαλέοι και δηλητηριώδεις ―ισμοί που ακόμα και σήμερα επωάζονται διεθνώς, χωρίς ακόμα να έχει βρεθεί αποτελεσματικό αντίδοτο γι’ αυτούς.
Εκτός, ίσως, από την ―και θεατρική― Παιδεία.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ:
Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης
Σκηνοθεσία -Διασκευή: Γεωργία Μαυραγάνη
Βοηθός σκηνοθέτη:Ελίνα Ρίζου, Ναζίκ Αΐδινιάν
Σκηνικά-κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα
Επιμέλεια κίνησης: Ρομάνα Λόμπατς
Φωτισμοί:Τάσος Παλαιορούτας
Φωτογραφίες: Ελεάννα Κοκκίνη
Trailer: Γιάννης Gizmo Μπερερής
Παίζουν:
Διαμαντής Αδαμαντίδης,
Βασίλης Σαφός,
Γρηγόρης Μπαλάς,
Μπλερίμ Δαμπιράι
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
«Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες», Robert Musil, μετ. Αλέξανδρος Ίσαρης, εκδ Πατάκης, 2015, σελ. 237
Η ελληνική έκδοση, από τις Εκδόσεις Πατάκη, συνοδεύεται από έναν κατατοπιστικότατο πρόλογο του μεταφραστή, Αλέξανδρου Ίσαρη, που έκανε εξαιρετική δουλειά. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει εργοβιογραφία του συγγραφέα, καθώς και παράρτημα φωτογραφιών τις οποίες επιμελήθηκε και πάλι ο Αλέξανδρος Ίσαρης. Όλα πολύ κατατοπιστικά, μας βοηθούν να γνωρίσουμε καλύτερα έναν από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα.
14 Οκτωβρίου 2016
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr