Μιας και καταπιάστηκα με αυτό το “αντικείμενο” και σού ‘γραψα τις προάλλες για τον πίνακα, ήθελα να με ξαναδιαβάσεις.
Μη με πεις γραφικό… είναι “αντικειμενικό”.
Λόγος, του ότι σαν κι απόψε που διαβάζεις τούτες τις αράδες, έφυγε από τη ζωή ένας Πατριάρχης*. Και άμα κατέχεις το εν λόγω προσωνύμιο, θα την σακουλεύτηκες ότι δε θα σου γράψω για πετραχήλια και χρυσές καδένες.
Το λοιπόν, όλα σε τούτη τη πλάση έχουνε και μιαν αρχή, ναι; Ναι μεν, αλλά δεν τη γνωρίζουμε πάντα όλη την αρχή. Διότι όταν πατήσαμε στο φεγγάρι ήταν όψιμα, είχε και ψευτοκούτι και το ‘δαμε σ’ αναμετάδοση. Βάλε παράδειγμα, να σου τάξω τώρα δα πλούτο αμύθητο, δεν μπορείς να μου αναφέρεις πως και τι και ποιος ανακάλυψε το μολύβι και τη χρήση του. Άντε και τον ξεσκέπασες τον μόρτη σου λέω γω. Θα ‘χε θαρρείς τη δόξα αυτός, ή ετούτος όπου γράφει με τέχνη…;
Καταλήγω, ότι όταν στη σήμερον αναφερόμεθα σε πρόσωπα που στιγμάτισαν τη ζωή τους και τη δική μας με το αντικείμενο όπου καταπιάστηκαν, ένεκα άγνοιας και δίκαια δηλαδή, απλά τους συγκαταλέγουμε στους “πρώτους”.
Ήταν το λοιπόν και κείνος από τους πρώτους. Και μη θαρρείς αναγνώστη πως είναι όλα τα αντικείμενα για να τα ταλαιπωράς μόνο. Έχουν και ανεξήγητη συμπεριφορά ενίοτε, πέραν τους νόμους τους φυσικούς. Με τρόπο τέτοιο τινά, που μόνο μάγισσες το ‘ρμηνεύουν και περνά μέσα από τ’ άψυχο η ψυχή.
Πολυτεχνίτης στον Πειραιά, καρνάγιο και αντικείμενο απαγορευμένο…
Ποιος και πως να σε νιώσει τότες; Ουδείς, εκτός από κείνους που όπως και σήμερα, έχουν διεύθυνση και αριθμό στην οδό περιθωρίου.
Δουλειά, λιμάνι, κάματος… χασίς και αντικείμενο. Όλα ζόρικα και παράνομα συνάμα, την εποχή που ο δικτάτορας επέβαλε ταχέως τη λογοκρισία στους στίχους των αλητήριων.
Ώστε να γίνει η μουσική πιο “δυτικότροπη” όπως ανέφερε ο ίδιος βεβαίως-βεβαίως.
Ο τελευταίος, όπως εννόησες ορθώς, έκοψε το ατόφιο ρεμπέτικο από τη ρίζα. Σε τούτη τη θέρμη του διά την σωτηρίαν μας , σαφώς και οφείλουμε αρκετά που συνέβησαν στην μετέπειτα πορεία του λαού μας και δικαίως ασφαλώς, δώσαμε σε δρόμους και πλατείες το όνομα του.
Ήρθε και η κατοχή. Τύχη ήταν ο Παπαϊωάννου, ατυχία το ταίρι του ο Δελιάς “σαν άγγελος πεταμένος στα σκουπίδια”. Παρόλα,…το αντικείμενο στα ύψη. Ο πόνος να γίνεται στίχος, τραγούδι. Άσμα ολάκερο που περνά συθέμελα σε βινύλιο και εγκέφαλο συνάμα.
Λίγο μετά, παραμορφωτική αρθρίτιδα και από πρώτος στα αζήτητα…
“Πιατάκι” στα καφενεία της Κοκκινιάς, για λίγα φασόλια, αβγά και λάδι.
Σπάστα και ξαναρίχτα…
Επιστροφή στη γεννέτηρα Σύρα περί το ’55, στην ταβέρνα του “Λιλή” για κάνα τέρμινο. Λίγη κονόμα, ορθοπόδι, μα η οικογένεια μοναχή.
Πίσω στον Περαία με έμπνευση και γέννα της Φραγκοσυριανής από όπου τον έμαθες ίσως και συ. Ίσως λέμε…
Ένα βράδυ ξάφνου σε κατάστημα, μεζές η “πόρτα” από τον μαγαζάτορα. Κάνει την εμφάνιση του το juke box…Για τα λιμά του “πρώτου” άμα το θες, ψάξε παραπέρα από πάρτη σου.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης έφυγε στις 8 Φεβρουαρίου του 1972.
Η οικογένεια του κατέφυγε σε δάνειο προκειμένου να καλύψει τα έξοδα της κηδείας του.
Μπορεί τα ματόκλαδά του να μην λάμπουν πια, αλλά μας άφησε κληρονομιά τα λούλουδα του κάμπου…
*Πατριάρχης : Είναι ο αρχηγός της πατριάς -του γένους.
* Ο Γιάννης Ελενίτσας είναι Τεχνολόγος Γεωπόνος.
SHARE