Δεν βαφτίστηκε, υποχρεώθηκε σε ονοματοδοσία.
Κληροδότημα αφώτιστης, τετράτοιχης δοσοληψίας, η τύχη του αφέθηκε σε τρίτους. Δύο τον αριθμό. Κατά τη μεταφορά δεν υπήρξε χρηματική συναλλαγή. Υπολειπόταν, ενώ παράλληλα όμως έτριβε τα χέρια του κάτω από το τραπέζι για μελλοντικές πληρώσεις και γαλήνες. Τέτοιες σκέψεις συνοδεύονταν με επαύξηση. Όχι υπερβολική. Τουλάχιστον κατά έναν.
Εκεί τα ‘χανε.
Περισσευούμενος και κακομαθημένος αποτελούσε φόβητρο με τη μοναξιά του. Εξ’ ορισμού άκοπος στα δύο, δεν αντάμωνε συγγενικά, είχε αναπληρωματική τη φιλία και καλυπτόταν πρόσκαιρα μ’αυτή.
Εκεί κάτι του ‘λειπε.
Μαθημένος στη συνεπαγωγή καθόριζε εκ των προτέρων τις εκβάσεις και γύριζε την πλάτη στα ζευγάρια, στην ουσία συμπλεγματικά, μα η επιφάνεια έδειχνε άλλο. Συχνά προσποιούμενος τον διανοούμενο επίτιμο που άργησε στην απονομή του βραβείου του, έκανε παράπονα παραμέλησης. Στη συνέχεια βραβευόταν …σε καθημερινή βάση. Τα οπίσθια μάτια του κοιτούσαν δόλια όσους κυκλοφορούσαν τις έτερες 15 μέρες του μήνα και τους κατηγορούσε για αχαριστία. Ένας σκάρτος ημερολογιακός χρόνος του έφτανε για να παραλάβουν τα ζεύγη την εκδίκηση τους.
Περίμενε καρτερικά μέχρις ότου,κάπου στα μισά αυτού, άκουσε σε ένα λευκό δωμάτιο να λένε: “Χάθηκαν και τα δύο. Έχετε όμως την ευλογία του πρώτου σας”. Αμέσως γύρισε να κοιτάξει στην άκρη του πάγκου.
Εκεί τα’χασε.
Στην απονομή είχε προταθεί για δύο βραβεία! Του πρώτου και του περιττού! Αρκέστηκε στο δεύτερο.
Εκείνο το…πεπερασμένο!