Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Ψηλαφώντας στη σιωπή τις συλλαβές της λύπης, του Κωνσταντίνου Μεϊντάνη

Spread the love

Ο Κωνσταντίνος Μεϊντάνης  είναι Απόφοιτος Κλασσικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ,  καθώς και του Kings College και Birkbeck Collegeτου Πανεπιστημίου τού Λονδίνου. 

Της Κλαίρης και του Άρη…

Απότομα σταματούν κάποιες στιγμές σαν γίνει ο χρόνος, πόνος.

«… ξεχαστήκαμε και είπαμε πως δεν χάνεται η ζωή τόσο εύκολα, πως έχει ο θάνατος δρόμους ανεξερεύνητους, και μια δική του δικαιοσύνη». Δική του· όχι δική μας…

… και, καθώς τα χρόνια μάς παίρνουν όλο και πιο πολλά απ’ όσα οι μέρες φέρνουν, η Λύπη, ανατολικά ή δυτικά της ζωής, γίνεται, θαρρείς, μια από τις πιο προσωπικές, του καθενός, «πυξίδες» μας. Καθένας μας κι ένας συλλογισμένος προσανατολισμός, όσο μπορούμε προς το μέσα μας φως… Στα όσα ζήσαμε, στα όσα ζούμε, στα όσα ζητάμε να εκφράσουμε με λόγια ή, όλο και συχνότερα πια, δίχως να το ζητήσουμε, με τη Σιωπή εκείνη που σφίγγει τα χείλη ίσως κι αν μπορέσει να κρατήσει κρυφό το δάκρυ. 

Είναι πικρή η Αλήθεια της ζωής όταν από ένα σημείο και πέρα δεν καταδέχεσαι να τη ζεις αστόχαστα, αλλά με «πάντ’ ανοιχτά, πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής» σου. Και να συλλογιέσαι πως ήσουν κι εσύ κάποτε δεκαπέντε, δεκαεφτά χρονώ…

Συχνά, η υπέρτατη πλήρωση του Έρωτα, του πιο τίμιου στην ειλικρίνειά του Συναισθήματος για τον άνθρωπο που παύει να υπάρχει αυτοαναφορικά, και γίνεται συν-ύπαρξη νοήματος ζωής με τον άλλο άνθρωπο, έρχεται με τον Θάνατο. Έτσι τουλάχιστον το έχουν πει οι ποιητές.

Μα, σαν κοπεί έξαφνα, και πάντοτε άδικα, η φωτόλαμπη Νιότη στο πρώτο αχνότρεμο άνθισμά της, τότε τα λόγια λιγοστεύουν. «Νεότης, νεότης, τι ωραία που είναι τα μαλλιά σου», έγραψε ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Ίσως, και γιατί τα μαλλιά μοιάζουν πιο όμορφα όταν στολίζονται με μικρά-μικρά, σαν δάκρυα, κρίνα, για τον μεγάλο Αποχαιρετισμό, πέρα από την άλλη όχθη της Λύπης. 

Κι όσοι μένουμε πίσω -επιμένοντας; απομένοντας; υπομένοντας;- στο γλυκόπικρο Είναι -ή το Όνειρο;- της ζωής, διαβάζουμε (κι αν όχι εμείς, σίγουρα οι ψυχές μας) μέσ’ τη Σιωπή, κάποιο απομεσήμερο του φθινοπώρου, σαν έναν απόηχο εκείνου του μεγάλου στίχου που έδωσε στο «Άξιον Εστί» του ο Ποιητής του Αιγαίου. 

“Μονάχη Αλήθεια η Λύπη μου, στις αμμουδιές του Ονείρου”…

  1 Νοεμβρίου ’20,

Κωνσταντίνος Μεϊντάνης

 

SHARE
RELATED POSTS
Η Φιλίζ και η boutique αυτοκινήτων, του Δημήτρη Κατσούλα
Ο παιδότοπος στο πλάτωμα του βουνού, του Δημήτρη Κατσούλα
Τέσσερις μέρες χάνονται στη νύχτα, τέσσερις νύχτες λιώνουν τον καιρό σαν όνειρο, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.