Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Το καλύτερο κρεβάτι στη λαύρα του καλοκαιριού και ο κράχτης του τρόμου της νύχτας, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

_ Έχω κατά καιρούς κάνει στρωματσάδα σχεδόν στις περισσότερες εσοχές, πεζοδρόμια αλλά και σε όποια υπόγεια τύχαινε να έσπαζα τις κλειδαριές της οδού Μηθύμνης, στην Αθήνα, φίλε. Από το Λόφο του Στρέφη με κάναν σηκωτό μια νύχτα κάποια πρεζόνια – όπως του λόγου μου κάποτε – γιατί τους χάλαγα τη μόστρα και κατηφόρισα προς Εξάρχεια μεριά, όχι πλατεία, γιατί εκεί παραφυλάγανε τα ‘τάγματα ασφαλείας’ αλλά προς Λεωφόρο Αλεξάνδρας και κάνα δυο στενά παραμέσα όπου για μια βδομάδα περίπου την έβγαλα έξω στα σκαλιά του Αγίου Ελευθερίου. Δεν έχω παράπονο από τη γειτονιά, όλοι με πρόσεχαν, όλοι ενδιαφέρονταν, τους απασχολούσε η κατάντια μου και η κατάληξή μου.

_  Και από την Αθήνα, πώς κατέληξες σε αυτό το παγκάκι, εδώ στην Καλαμάτα; Συνεχίζεις τη μαστούρα; Έχεις απευθυνθεί σε κάποια μονάδα απεξάρτησης; Έκανες κάτι για να βοηθήσεις τον εαυτό σου, ή τυχόν το έχεις ρίξει στη φούντα, σε τίποτα χάπια  ή κόκες; Υπόψη ότι βλέπω και κάποια σαράβαλα ηλεκτρονικά πλάι σου, ασχολείσαι με αυτά; Σκέπτεσαι κάποια στιγμή ν’ ανοίξεις το δικό σου σπιτικό και τα επισκευάζεις, μήπως;

_  Σήμερα φίλε γιορτάζω τα δυο χρόνια που είμαι καθαρός από κάθε ουσία. Έδωσα μάχη με τον θάνατο και την κέρδισα στα ίσια, με το σπαθί μου. Το φωνάζω σε κάθε έναν που τυγχάνει να περνά από εδώ, ότι έστω και ένας να σωθεί από αυτούς που είναι μπλεγμένοι με τα βαριά ναρκωτικά ( κοκαϊνη, αμφεταμίνη, μεθαμφεταμίνη, ηρωίνη, και μη θωρείς φίλε αθώα την μεθαδόνη την οποία δίνουν για υποκατάστατο δήθεν, ξέρεις τι ζημιά μπορεί να προκαλέσει στον εγκέφαλο αυτή η σκρόφα; Ίδια μορφίνη, σου λέω εγώ που τα έζησα όλα, που τα γεύτηκα όλα ). Την κόλαση την έχεις ακούσει αδερφέ; Ε, δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω να σου προσθέσω. Ένα και μόνο να καταλάβεις,  ότι κάθε μέρα που περνά όλο και αύξηση της δόσης επιζητάς για να φτιαχτείς, να νοιώσεις ωραίος, και τελειωμό δεν έχει η υπόθεση. Αν δεν πάρεις αυτή την παραπανίσια δόση, νοιώθεις τα πόδια σου κομμένα, στο κορμί σου να σπάνε τα κόκαλα, τα χέρια σου δεν τα ορίζεις. Πόνος αβάσταχτος, σου λέω.    

_  Μια και έχεις ζήσει όλο το φάσμα των ναρκωτικών, από ό, τι καταλαβαίνω, πες μου εάν ισχύει σε παρακαλώ ότι την μεγαλύτερη ροπή προς τις ουσίες την έχουν παιδιά πληγωμένα από διάφορες αποτυχίες στη ζωή τους, παιδιά χωρισμένων οικογενειών, παιδιά πλουσίων οικογενειών; Για λέγε.

_  Όλα αυτά που λένε, είναι μια σκέτη παραμύθα. Τα πράγματα είναι πιο απλά φίλε: οι περισσότεροι ξεκινούν από απλή περιέργεια. Εγώ, ο Στάθης, ξεκίνησα στα δεκατέσσερά μου χρόνια από τα ελαφριά, και σε μια τριετία μέσα είχα προχωρήσει στα βαριά. Άστα σου λέω, μη τα τσιγκλάς τα πράγματα, νοιώθω χαρούμενος σήμερα, νοιώθω τη ζωή να την κερδίζω από την αρχή, σήμερα ξαναγεννήθηκα φίλε. Είμαι ευτυχής σου λέω που ζω, γιατί εμένα που με βλέπεις αδερφέ, έχω χάσει φίλους από υπερβολικές δόσεις, από ηπατίτιδες, από αυτοκινητιστικά δυστυχήματα γιατί έτυχε να είναι με θολωμένο το κεφάλι, βγήκαν στο δρόμο, δεν είχαν επαφή με την πραγματικότητα γιατί ζούσαν το μύθο τους και έγιναν κομμάτια. Κι άλλους έχασα φίλε, από τρέλα, γιατί στερήθηκαν για διάφορους λόγους παντελώς τη δόση τους.

_  Για να φθάσεις στο σημείο να πεις ‘τέρμα, έως εδώ ήταν, σταματώ τα πάντα, θέλω να ζήσω’, πρέπει να είσαι πολύ δυνατός ψυχολογικά, φαντάζομαι. Πώς το κατόρθωσες;

_  Είχα πιάσει πάτο. Δεν πήγαινε άλλο. Μπούχτισα, σου λέω. Έβλεπα το θάνατο καθημερινά και πιο κοντά μου. Καταστράφηκα εγώ, κατέστρεψα τους γύρω μου ψυχολογικά, συνόδεψα πολλούς φίλους στα κοιμητήρια και είπα πως την άλλη φορά ο λάκκος που θα ανοίξει θα προορίζεται για το τομάρι μου. Τότε λοιπόν και μετά από δυο αποτυχημένες προσπάθειες μπήκα στα ‘18 ΑΝΩ’. Προσωπική μου άποψη είναι ότι εάν δεν το πιστέψεις, εάν δεν πείσεις τον εαυτό σου, τίποτα δεν σε βοηθά. Για μένα η μόνη ελπίδα είναι το στεγνό πρόγραμμα, όταν είσαι αποφασισμένος ούτε η βουπρενορφίνη είναι λύση, γιατί ας μη κρυβόμαστε, είναι μια μορφή συνταγογραφούμενου θανάτου, της ηρωίνης για να καταλάβεις. Μετά από δυο χρόνια φουλ στην μαστούρα και σε ό,τι εκλεκτό περί τα ναρκωτικά υπάρχει αφού τα δοκίμασα όλα, σήμερα αισθάνομαι άλλος άνθρωπος. Η ντροπή βέβαια προς τους δικούς μου ανθρώπους εξακολουθεί να υπάρχει, γι αυτό και κατάντησα εδώ που με βλέπεις, θα μπορούσα βέβαια να ήμουν και χειρότερα εάν διακριτικά δεν με στήριζε σχεδόν όλο το συγγενολόι, χωρίς να βαρυγκομήσει κανένας τους.

Τον κέρασα τσιγάρο, πετάχτηκα μέχρι και στην απέναντι καντίνα αγοράζοντας δυο καφέδες, και τον αποχαιρέτησα στρατιωτικά – όπως νομίζω του άξιζε – (για την απόφασή του να ξαναβάλει έστω και τώρα τα θεμέλια της ζωής του σε νέα βάση) και έφυγα.

Στο δρόμο για το σπίτι στριφογυρνούσε στο μυαλό μου εκείνο ‘το καλύτερο κρεβάτι προκειμένου να παλέψει κάποιος τη λαύρα του μεσημεριού, όπως μου είπε πλησιάζοντάς τον…’, όσον αφορά δε τις φοβίες που έχεις φίλε μου Στάθη για τις απρόβλεπτες νυχτιές, αφενός μεν να ξέρεις ότι τα παιδιά της καντίνας απέναντί σου θα σε προσέχουν…, αφετέρου δε ο παπάς της ενορίας να ξέρεις ότι ενημερώθηκε κι ‘εάν εσύ δώσεις την συγκατάθεσή σου μπορείς να μεταφερθείς σε κλειστό και ασφαλή χώρο’ χωρίς να βιάζεσαι βέβαια να εγκαταλείψεις τον παχύ ίσκιο των πλατανιών σου.

Την επομένη ημέρα επιστρέφοντας από την εργασία μου και περί ώρα 15.40΄ είδα το Στάθη να τον έχει πάρει ο ύπνος και να ροχαλίζει, ένα σκυλί δε καθόταν στην άκρη του παγκακίου γλείφοντάς του αραιά και που τα πόδια…

SHARE
RELATED POSTS
Μίξη, του Νάσου Αθανασίου
Μα, πού κοιτάς;, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
Μεγαλείο ψυχής η ευγένεια, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.