Βιβλίο

“Το δακτυλίδι της Θεάς». Κεφάλαιο 13o: Μαρτυρίες και στοιχεία, του Νίκου Βσιλειάδη

Spread the love

Το απόγευμα κατά την συνήθειά του πέρασε να πιει έναν καφέ στο καφενείο ελπίζοντας πως θα βρει εκεί και τους γνωστούς του Άγγελου και με μια ρακί και λίγη καλή αθώα κουβέντα θα μπορούσε να μάθει ίσως κάποια λεπτομέρεια, να βρει ένα ακόμη στοιχείο που θα ξεδιάλυνε τον γρίφο της εξαφάνισης.

Πράγματι, ο Άγγελος, η μυστηριώδης του εξαφάνιση, η ακυβέρνητη βάρκα στα ανοικτά του λιμανιού,  ήταν καθώς φαίνεται το αγαπημένο θέμα των θαμώνων του καφενείου, ένα θέμα που δεν απείχε και πολύ από το αρχίσει να παίρνει τις διαστάσεις του θρύλου, με φανταστικές λεπτομέρειες  που έρχονταν να συμπληρώσουν τα κενά της ιστορίας που έλειπαν και να δημιουργήσουν ένα ακόμη από τα γνωστά παραμύθια για παράξενα συμβάντα που συμβαίνουν στους ανθρώπους της θάλασσας.  Στο τρίτο ποτήρι με ρακί ο κάθε ευφάνταστος απλοϊκός ψαράς ή εργάτης του λιμανιού εύρισκε σαν απόλυτα λογικοφανή την εξήγηση, να είχε πέσει θύμα της σαγήνης μιας θαλάσσιας σειρήνας ή γοργόνας και αυτή την στιγμή που μιλούσαν, ο Άγγελος και ο ξένος επιβάτης του να κατοικούσαν πια στον υπόγειο κόσμο του βυθού, σε κάποιο γυάλινο παλάτι, δίπλα στα μεγάλα χωράφια με τα κόκκινα κοράλλια, παρέα με τους Τρίτωνες.

Ο Δημήτρης όμως επέμενε, ήξερε με κάθε λεπτομέρεια ακριβώς τι είχε συμβεί, κάθε βήμα του Άγγελου μέχρι και την επιβίβαση του Εγγλέζου στην βάρκα του. Μικρός το τόπος και κανείς δεν περνά απαρατήρητος. Από ’κει και πέρα, όμως;

Από  κουβέντα σε κουβέντα  ο Δημήτρης έμαθε την σχέση του Άγγελου με τον Παπα Γιώργη, και την δράση του ιερέα στο παρελθόν με πολλές περιπτώσεις που είχε προμηθεύσει για λογαριασμό χωρικών διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα τόσο στον Έβανς όσο και στον Καλοκαιρινό.

Αποφάσισε πως έπρεπε να πάει να δει τον Παπα Γιώργη και να μιλήσει μαζί του. Ένας ιερωμένος πάντα γνωρίζει πολλά περισσότερα απ οποιονδήποτε φίλο ή γνωστό, και αν δεσμεύεται να αποκαλύψει κάποια πράγματα, εν τούτοις πάντα μπορεί να κατευθύνει την σκέψη στον σωστό δρόμο και να δώσει απαντήσεις που διαφορετικά δεν θα μπορούσες ποτέ να φανταστείς.

Ρώτησε και έμαθε πως θα τον εύρισκε στην ενορία Πρασσά, κάπου 4 χιλιόμετρα έξω από την πόλη,  στην Εκκλησία της Κυρίας της Πρασσάς,  μια παλιά εκκλησία αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, όπου εκτελούσε τα καθήκοντα του ιερέως κάθε δεύτερη Κυριακή, αντικαθιστώντας τον υπέργηρο ιερέα της ενορίας που δεν μπορούσε πια να ιερουργήσει.

Ήξερε από πριν πως θα ήταν δύσκολο να κάνει τον ιερέα να μιλήσει για υποθέσεις που άγγιζαν την παράνομη ανασκαφή αρχαίων και την αρχαιοκαπηλία. Από τον περασμένο ήδη αιώνα το θέμα της αρχαιοκαπηλίας είχε πάρει σημαντικές διαστάσεις στην Κρήτη και σχεδόν καθημερινά μπορούσες να διαβάσεις στις εφημερίδες  ειδήσεις και άρθρα που μιλούσαν για τη λεηλασία των κρητικών αρχαιοτήτων από ξένα κράτη και μουσεία. Τα περισσότερα από αυτά κατήγγειλαν την πολιτική της Αγγλίας, που ενίσχυε την αρχαιοκαπηλία ως επίσημη εθνική πολιτική, αφού πολλοί ξένοι, τριγύριζαν ολόκληρο το νησί ως εκπρόσωποι της κυβέρνησης της Μεγάλης Βρετανίας αναζητώντας  χειρόγραφα αρχαίων έργων προκειμένου να εμπλουτιστούν οι βιβλιοθήκες της χώρας.

Μήπως με αυτή την  επίσημη πολιτική,  δεν κλάπηκαν τα γλυπτά του Παρθενώνα; Μήπως αυτός δεν ήταν και ο λόγος που πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επεδίωξαν, και έστειλαν δικούς τους ανασκαφείς στο νησί όπου με τη συνεργασία των Κρητών, κυρίως του Χατζηδάκη ή του Ξανθουδίδη, έφεραν μεν στο φως όλη την ιστορία του νησιού, τις αλήθειες του παρελθόντος, αλλά και  κάποιοι θησαύρισαν όχι σαν ανασκαφείς, αλλά από την ιδιοποίηση μέρους των θησαυρών που βρέθηκαν;

Λόγου χάριν, ο Έβανς, όταν ανακάλυψε το ανάκτορο  της Κνωσού, δεν ζήτησε από την Κρητική Βουλή την άδειά της να έχει στην ιδιοκτησία του διπλά αντικείμενα ώστε να τα πουλήσει σε πλούσιους Ευρωπαίους για να χρηματοδοτήσει την ανασκαφή; Εξάλλου δεν είχαν περάσει πολλά χρόνια που το ίδιο το  Βρετανικό Μουσείο με μια μοναδική κυνικότητα, απροκάλυπτα ομολογούσε ότι πολλοί αρχαιολογικοί θησαυροί από την Κρήτη και άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου πλούτιζαν τις συλλογές του.

Όλα αυτά τα γνώριζε, και ο Δημήτρης , αλλά άλλο τόσο τα γνώριζε και ο ιερέας και οι κάτοικοι του νησιού που ξαφνικά βρήκαν έναν τρόπο να αντιμετωπίσουν την φτώχεια τους πουλώντας πέτρες και άχρηστα αντικείμενα που τις περισσότερες φορές στο μόνο που χρησίμευαν ήταν σαν υλικά οικοδομής για τα φτωχικά τους σπίτια, όπως αυτά τα κομμάτια από την επιγραφή της Γόρτυνας που εκείνος ο Ιταλός επιγραφολόγος με έκπληξή του ανακάλυψε στους τοίχους των σπιτιών της Μεσαράς.

Εδώτα κεφάλαια

Νίκος Βασιλειάδης

llll.png  

SHARE
RELATED POSTS
Ιστορία με σκύλο (παραλλαγή), του Μάνου Στεφανίδη
Ο Γοργοπόταμος και η Απελευθέρωση, του Δρ Βασίλη Μαστρογιάννη
Για το “Χελιδόνι” του Ηρακλή Χοροζίδη, της Τζίνας Δαβιλά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.