Thursday, Mar 28, 2024

Ανοιχτή πόρτα Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία Πρόσωπα - Αφιερώματα

Σαν να μην έγινε ποτέ, του Κωνσταντίνου Καραγιαννόπουλου

Spread the love

Ήταν κλέφτης. Ήταν τοξικομανής. Ήθελε να σκοτώσει. Έσπασε την τζαμαρία του μαγαζιού. Κρατούσε μαχαίρι. Τους επιτέθηκε με ένα κομμάτι γυαλί. Ήταν επικίνδυνος. Έπρεπε να προστατευτούν. Έπρεπε να αμυνθούν. Ποιος θα προστάτευε την δική σου περιουσία εκείνη την ώρα. Έχουμε γίνει ζούγκλα. Έχουμε πνιγεί στα πρεζάκια και στους εγκληματίες. Η αστυνομία έκανε τα προβλεπόμενα. Αυτή είναι η διαδικασία και σ’ όποιον αρέσει! Κανείς δεν κρίνει τις αρχές. Οι αρχές κάνουν την δουλειά τους. Καθείς εφ’ ω ετάχθη… κι οι πολίτες στο μαντρί τους…

Σήμερα ένα γεγονός εάν δεν περάσει στην ατζέντα των δελτίων ειδήσεων ή δεν καταγραφεί κάπου μέσα στην συνεχή ροή του internet και των social media, είναι σαν να μην συνέβη ποτέ. Ή μάλλον δεν συμβαίνει, μιας και κανείς δεν το μαθαίνει και οι συνέπειές του περιορίζονται είτε στα συμβαλλόμενα μέρη είτε θάβονται στα σκοτεινά αρχεία του κράτους- που είναι πιο απόλυτα κι από την ίδια την λήθη.

Ὁ ἀποθανών, λένε, δεδικαίωται∙ εκτός, βέβαια, αν ανήκει σ’ εκείνη την κοινωνική ομάδα που ‘προσβάλει’ τα χριστά ήθη. Επομένως, όχι μόνο δεν δεδικαίωται, αλλά, η όποια δικαίωσή του μπαίνει στον κλήρο και –γιατί όχι!- κεφαλαιοποιείται υπέρ των άριστων πολιτών. Όπως μας διδάσκουν οι μεγάλοι σύγχρονοι κοινωνιολόγοι, ο δημοσιογραφικός λόγος «δρα και νοηματοδοτεί το περιεχόμενο ανάλογα με τα χαρακτηριστικά, ιδεολογικά, ψυχολογικά, κοινωνικά κ. α. των παραγωγών του λόγου, τα διάφορα πολιτικά, κοινωνικά, ιστορικά κτλ συμφραζόμενα και, φυσικά, το κοινό- αποδέκτη» (Σ. Χατζησαββίδης). Και, πραγματικά, απορώ με τους δημοσιογράφους για τον τρόπο με τον οποίο κάλυψαν την υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου. Από την πρώτη μέρα έως σήμερα που βγήκε το ιατροδικαστικό πόρισμα. Ποια χαρακτηριστικά έπαιξαν ρόλο για τα συνεχή fake και false news που βγαίναν (και συνεχίζουν να βγαίνουν) στην δημοσιότητα; Και ποια εικόνα έχουν οι παράγοντες της ενημέρωσης για το κοινό τους;

Αναφέρει ο Θουκυδίδης (μιλώντας για την στρεβλή χρήση του λόγου και την κακοτροπία του εμφύλιου πολέμου): «Οι λέξεις υποχρεώθηκαν να χάσουν το συνηθισμένο νόημά τους απέναντι στα γεγονότα και να πάρουν αυτό που εκείνοι θεωρούσαν σωστό». Κάτι τέτοιο δεν συνέβη και στην συγκεκριμένη υπόθεση; Όταν οι έννοιες του θύτη και του θύματος διαπλέκονται έτσι ώστε να μην μπορείς να ξεκαθαρίσεις ποιος είναι τι και ποιος έκανε ποιαν ενέργεια… τότε είναι πολύ πιο εύκολες οι αυθαίρετες αναλύσεις και νοηματοδοτήσεις των γεγονότων. Από ποιον όμως;

Σε κάθε μεταβατική περίοδο ενός πολιτισμού «η χρήση του λόγου προσαρμόζεται στην χρήση και στην κατάχρηση της εξουσίας», δηλαδή, αμφισβητώντας «το ίδιο του το ιδίωμα», εμμέσως –ο πολιτισμός- αμφισβητεί και τον ίδιο τον εαυτό του (Ivano Dionigi). Με την πόλωση, που τόσο έντεχνα, τα κόμματα –στο σύνολό τους- διασπείρουν στην κοινωνία, τόσο ο λόγος όσο και η ίδια η κοινωνική ειρήνη μπορούν –ανά πάσα στιγμή- να ανατραπούν. Τα συστημικά ΜΜΕ –εδώ και δεκαετίες- σε πλήρη εναρμόνιση με τα κέντρα εξουσίας, φρόντιζαν και φροντίζουν να τροφοδοτούν με κατάλληλες δόσεις «ηθικού πανικού» τους πολίτες. Κι όταν η ανασφάλεια μαζί με τον φόβο του εγκλήματος επιβάλλονται και κανονικοποιούνται, τότε είναι πολύ πιο εύκολο να κερδίσεις την συναίνεση της βάσης, για περισσότερο έλεγχο και περισσότερη καταστολή. Έτσι, λοιπόν, όπως γράφει κι ο ψυχίατρος Κλεάνθης Γρίβας, «το κράτος και τα ΜΜΕ αποσκοπούν στη χειραγώγηση της κοινωνίας (χειραγώγηση σημαίνει συνειδητή τεχνική παρέμβαση σε ένα δοσμένο υλικό και όταν πρόκειται για παρέμβαση σχετική με την κοινωνία συνιστά πολιτική πράξη, όπως συμβαίνει με τη βιομηχανία της συνείδησης). Κάθε χρήση των ΜΜΕ προϋποθέτει τη χειραγώγηση. Αυτό ίσχυε ανέκαθεν. Συνεπώς, το πρόβλημα δεν είναι εάν τα μέσα επικοινωνίας χειραγωγούνται ή όχι, αλλά ποιός τα χειραγωγεί». Και για ποιον σκοπό…

Για ποιον σκοπό η ανθρωποκτονία μετονομάζεται σε νόμιμη άμυνα; Για ποιον σκοπό ο ξυλοδαρμός περιγράφεται ως ακινητοποίηση; Και ποιον εξυπηρετεί η ανάδειξη του θύματος σε θύτη;

Όλο αυτό το διάστημα διαβάζαμε στις εφημερίδες για πιθανή χρήση ναρκωτικών από τον Ζακ. Μάλιστα, δημοσιογράφος του Βήματος ανέφερε και από πού ακριβώς προμηθεύονταν τις ουσίες του. Στα ρεπορτάζ αυτά γίνανε αναφορές σε αστυνομικές πηγές που ίσως να διέρρευσαν τέτοιες πληροφορίες∙ εκείνοι γιατί δεν έλεγξαν την εγκυρότητά τους; Από πότε ο δημοσιογράφος εμπιστεύεται τα λεγόμενα των αστυνομικών; Δεν ήταν υποχρεωμένοι να διεξάγουν έρευνα;

Στον κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας, πάντως, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι «Η δημοσιογραφία, ως επάγγελμα, αλλά και κοινωνικό λειτούργημα, συνεπάγεται δικαιώματα, καθήκοντα και υποχρεώσεις. Ο δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει:

Να σέβεται το τεκμήριο της αθωότητας και να μην προεξοφλεί τις δικαστικές αποφάσεις.

Να αντιμετωπίζει με διακριτικότητα και ευαισθησία τους πολίτες, όταν αυτοί βρίσκονται σε κατάσταση πένθους, ψυχικού κλονισμού και οδύνης, καθώς και αυτούς που έχουν εμφανές ψυχικό πρόβλημα, αποφεύγοντας να προβάλει την ιδιαιτερότητά τους.

Να ελέγχει και να τεκμηριώνει τις πληροφορίες, που αναφέρονται στον ευαίσθητο τομέα της υγείας, όπου η παραπλανητική πληροφόρηση και η εντυπωσιακή προβολή μπορούν να προκαλέσουν αδικαιολόγητη αναστάτωση στην κοινή γνώμη.

Να συλλέγει και να διασταυρώνει τις πληροφορίες του και να εξασφαλίζει την τεκμηρίωσή τους (έγγραφα, φωτογραφίες, κασέτες, τηλεοπτικές εικόνες) με δημοσιογραφικά θεμιτές μεθόδους, γνωστοποιώντας πάντοτε τη δημοσιογραφική του ιδιότητα

Αν καταπατήθηκαν αυτοί οι κανόνες θα τιμωρηθούν οι εν λόγω δημοσιογράφοι; Διαπομπεύθηκε ο νεκρός; Κι αν ναι… η οικογένεια του Ζακ πως θα αντιπαλέψει όλη αυτή την εικόνα που έχτισαν για εκείνον; Και μετά απ’ όλα αυτά, πώς θα πιέσουν τις αρχές (όπως είναι υποχρέωσή τους…) να εξασφαλίσουν το δικαίωμα δίκαιης δίκης και να σταματήσουν να εμποδίζουν την απονομή της δικαιοσύνης;

Διότι…

Μετά την δημοσιοποίηση του ιατροδικαστικού πορίσματος, νομίζω πως αποδείχθηκε η εμπλοκή της ΕΛΑΣ. Κόπηκαν μαχαίρι τα «…και σ’ όποιον αρέσει»∙ και από την τήρηση των κανόνων διαχείρισης της κρίσης, περνάμε σιγά- σιγά σε πιθανές ποινικές ευθύνες τόσο των αστυνομικών που βρέθηκαν μπροστά στο περιστατικό (οι οποίοι μετατέθηκαν –απλώς- στα κεντρικά της αστυνομίας) όσο και του πληρώματος του ΕΚΑΒ, που τον μετέφερε σχεδόν νεκρό, με χειροπέδες.

Κι όσον αφορά τις ευθύνες των αστυνομικών θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι: ο αστυνομικός την ώρα που καλείται να διαχειριστεί μια κατάσταση ενεργεί ως υπέρτατη αρχή∙ δηλαδή, εκείνη την ώρα, παρεμβαίνοντας σε μια κατάσταση (που είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς αιτιών), παρεμβαίνει σε κάτι μη- αποφασίσιμο (Giorgio Agamben). Κι όμως, ο αστυνομικός με την εξουσία της στολής και του όπλου, που φέρει μαζί του, κρίνει κι ανάλογα με την κρίση του χτίζει στο νου του μιαν άποψη- δόγμα (δηλ. αποφασίζει), με κύρια δομικά υλικά προκαταλήψεις και στερεότυπα. Κι αυτό το δόγμα, έπειτα, περνά στο συλλογικό ασυνείδητο, διαμέσου του δημοσιογραφικού λόγου, υπό την μορφή πραγματικότητας.

*

Εντυπωσιακό, επίσης, είναι το γεγονός πως, τα περισσότερα συστημικά μέσα ενημέρωσης αμέσως μετά την δημοσιοποίηση των εικόνων και των βίντεο από την δολοφονία του Ζακ, προσπαθούσαν να πείσουν το κοινό ότι δεν έβλεπε αυτά που έβλεπε. Η κλοτσιά του αστυνομικού γινόταν –μέσω του τρόπου παρουσίασης του θέματος- βελούδινο άγγιγμα. Τα χτυπήματα που έδινε ο κοσμηματοπώλης παρουσιάζονταν σαν την αγωνία του μεροκαματιάρη να περισώσει την περιουσία του. Ενώ, ταυτόχρονα, δεν σταμάταγαν οι ύμνοι και οι παιάνες για την Ελληνική Αστυνομία που είναι πάντα στο πλευρό του πολίτη! Βέβαια, δεν διευκρίνιζαν ποιανού πολίτη…

*

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως αν ο Ζακ δεν ήταν γνωστός εάν δεν είχε βιντεοσκοπηθεί η δολοφονία του εάν δεν δίνονταν στην δημοσιότητα τα βίντεο αυτά… η δολοφονία του θα περνούσε στην αφάνεια… θα ξεχνιόταν αμέσως…

…θα ήταν σαν να μην έγινε ποτέ…

*Ποιος ήταν ο Ζακ Κωστόπουλος:  Ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, πρωτοστατούσε για τα δικαιώματα των οροθετικών. Αλλωστε ο ίδιος, όντας ομοφυλόφιλος και οροθετικός, ήταν από τους πρώτους που μίλησαν ανοιχτά για την οροθετικότητα και το στίγμα που περιβάλλει τους ανθρώπους αυτούς. Γεννήθηκε στις Η.Π.Α. το 1985 από Έλληνες μετανάστες, ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία επτά ετών, έφυγε ξανά στο εξωτερικό και επέστρεψε, όπου στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 ξυλοκοπήθηκε από τρεις άνδρες όταν τον είδαν στο κοσμηματοπωλείο τους να επιχειρεί ληστεία .

Είχε εργαστεί σε κέντρο πρόληψης για τον ιό του HIV ενώ πραγματοποιούσε και drag show. Πολύ συχνά έγραφε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη σεξουαλικότητα και τον HIV στο Διαδίκτυο. Σε παλαιότερες δηλώσεις του, μάλιστα, είχε εκμυστηρευτεί πως ο ίδιος είχε δεχθεί επίθεση στον δρόμο από αγνώστους, ενώ σε συνέντευξή του έναν χρόνο πριν από την αιματηρή απόπειρα ληστείας έλεγε πως «όταν βλέπεις να επιτίθενται σε κάποιον, γιατί κοιτάς από την άλλη; Δεν λέω να παίξεις ξύλο γιατί ούτε εγώ το έχω με το ξύλο, αλλά μπορείς να βάλεις μια φωνή. Να κάνεις κάτι, να αντιδράσεις με κάποιον τρόπο».

Ο Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος ασχολείται με την δημοσιογραφία, την κριτική λογοτεχνίας και την ποίηση

10392588_641221322646411_639374329633812692_n.jpg

SHARE
RELATED POSTS
Ο τοιούτος, του Δημήτρη Κατσούλα
Ο όχι και τόσο Μυστικός Δείπνος! – The Last Supper on Predator!, του Γιώργου Σαράφογλου-George Sarafoglou
Hγέτες ή καθοδηγητές;, του Γιάννη Πανούση

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.