Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Οι σχιζοφρενείς δολοφόνοι με τις ντομάτες, του Αλέξανδρου Μπέμπη

Spread the love

Αλέξανδρος Μπέμπης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

”Πάρτε κυρίες μου ντομάτες”..”ντομάτεεες”…”καλές ντομάτες”…”πέντε κιλά δύο ευρώωω”…”ντομάτες για σαλααάτα, ντομάτες για φαγητό”…

Έφτασε μεσημέρι, ντάλα ο ήλιος, κρεμάσαν οι σκύλοι την αφρισμένη γλώσσα στο χώμα, τα πρόβατα βάλαν το ένα το άλλο τα κεφάλια κάτω από τις κοιλιές τους στριμωγμένα κάτω από τα λιγοστά δέντρα.

Βαριεστημένος και ο κατσίβελος(*) με την κατσιβέλα και το κατσιβελόπουλο ντανιάσαν τα τελάρα στη καρότσα του τάτσουν μοντέλο τουότα μάρκας σουτζούκι και πήραν το δρόμο της επιστροφής. Μικρός ο σεφτές, ακόμη μικρότερη η είσπραξη με τέτοιο καύσωνα.

Πρέπει να είχε κοντά στους δύο τόνους φορτίο στην καρότσα. Οι καρόσουστες από τις πίσω αναρτήσεις είχαν γυρίσει ανάποδα προς τα κάτω από το υπέρβαρο και ο πίσω προφυλακτήρας με τα σπασμένα φανάρια σε κάθε αναπήδηση στις λακκούβες του χωματόδρομου σερνόταν καταγής.

Βγήκαν από το χωριό πήραν τη δημοσιά και μετά την απότομη στροφή-χωρίς προειδοποιητική σήμανση ή πιθανόν πεσμένη πινακίδα που μουτζουρωμένη έγραφε ”βάζελοι τα μπούτια σας”, δεν θυμάμαι καλά-, ”σαμαράκι” που έβαλε κάποιος κοινοτάρχης για ”να κόβουν οι κούρσες”.

Αμέσως μετά, κανάλι αρδευτικό και γεφυράκι με χαμηλό στηθαίο.

Του ”φεύγει” του κατσίβελου στη στροφή το τάτσουν μοντέλο τουότα μάρκας σουτζούκι-  πώς να μη του φύγει με φθαρμένα λάστιχα και 50+βαθμούς θερμοκρασία ασφάλτου-αναπηδάει στο ”σαμαράκι” και αρχίζει τα ”οκτάρια” πριν το γεφυράκι.

Φεύγουν πεντέξι τελάρα από την καρότσα και σκορπάν οι ντομάτες στο οδόστρωμα δίκην σάλτσας.

”Στάσου να τα μάσουμε”, λέει η κατσιβέλα πετώντας το μάλπορο από το παράθυρο.

”Ντεν γκαμείς”, απαντάει με αποφασιστικότητα ο κατσίβελος πατώντας γκάζι στο ανασφάλιστο και χωρίς ΚΤΕΟ τάτσουν μοντέλο τουότα μάρκα σουτζούκι.

Λίγες στιγμές μετά πιτσιρικάς-ήταν δεν ήταν δεκάξι-με ”μηχανάκι” χωρίς εξάτμιση, πλαγιάζει στη στροφή, χάνει τον έλεγχο στο ”σαμαράκι”  γλιστράει στις ντομάτες, καρφώνεται στο χαμηλό στηθαίο, πέφτει αναίσθητος στο κανάλι και το επόμενο πρωί η καμπάνα της εκκλησιάς χτυπούσε πένθιμα…

Δεν θέλω να δω και να ακούσω χαροκαμμένες μαυροφορεμένες μανάδες να ξεσκίζουν τα ρούχα τους, τεθλιμμένους πατεράδες αξύριστους, πρωθυπουργούς, υπουργούς, υφυπουργούς και γενικούς γραμματείς, περιφερειάρχες, δημάρχους, αντιδημάρχους και δημοτικούς συμβούλους, αστυνομικούς διευθυντές, χωροφυλάκους και πυροσβέστες, δασκάλους, καθηγητές και παπάδες, δημοσιογράφους και δημοσιογραφούντες, πρωινατζούδες, μεσημεριανούδες και πανελίστες(sic) ή διάφορους άλλους φαρισαίους και φαρισαϊζοντες να μιλούν για ”κακιά ώρα” και Μόλωχ της ασφάλτου που πήραν το αμούστακο αγγελούδι, γιατί θα τα πάρω άγρια στο κρανίο.

Όταν για όλη αυτή την δικαιολογημένη υστερία από της συνέπειες της πρόσφατης πανδημίας, υπερήφανοι διαφημίζουμε ότι είχαμε τόσο λίγα θύματα, ενώ περιμέναμε με αγωνία να μάθουμε αν αυξήθηκαν οι νεκροί, αδιαφορούμε εδώ και δεκαετίες ότι κάθε χρόνο σκοτώνεται στους δρόμους μια κωμόπολη, τραυματίζονται δεκάδες χιλιάδες άλλοι και όλα αυτά με ανυπολόγιστο κόστος για τον προϋπολογισμό της χώρας, είναι ανευθυνότητα και φαρισαϊσμός να μιλάμε για ”κακιές ώρες” στα τροχαία δυστυχήματα και ένδειξη απόλυτης και ιδιοπαθούς σχιζοφρένιας.

Τέλος, δεν θέλω να δικαιολογηθώ, να απολογηθώ ή να ντραπώ αλλά να ζητήσω συγγνώμη που χρησιμοποίησα για παράδειγμα και με εμφατικά απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς ως πρώτο-αν και τελευταίος- ένοχο τον ντοματοπώλη που αγωνίζεται για το μεροκάματο.

Το έκανα για να αναδείξω τις τεράστιες ευθύνες των υπολοίπων σχιζοφρενών.

Αυτός στο κάτω της γραφής δεν ευθύνεται για τη σχιζοφρένεια του. Αν αφήνεις κάποιον να ζει στραβά, δεν διορθώνεται από μόνος του.

Όταν μάλιστα το ”ντεν γκαμείς” το λέμε και όλοι οι υπόλοιποι.

Μάταια, εδώ και πολλά χρόνια προσπαθούν κάποιοι να μας ταρακουνήσουν και να μας αφυπνίσουν για τα τροχαία δυστυχήματα που η χώρα μας, σε αντίθεση με την πανδημία, κατέχει θλιβερή πρωτιά στην Ευρώπη.

Όπως ο πρωταθλητής των αγώνων αυτοκινήτου Ιαβέρης-κατά κόσμον Τάσος Μαρκουίζος- αλλά απευθύνεται σε ώτα μη ακουόντων.

Σιγά τώρα. Τι να μας πει κι’ αυτός ο ραλλιτζής, όλο μαγκιά κλανιά κι’ εξάτμιση.

Δεν έχω ιδίαν αντίληψη πώς πέρδεται ο Τάσος. Αυτό που ξέρω είναι ότι τη μαγκιά και την εξάτμιση τα κρατούσε μόνο για τους αγώνες στις κλειστές πίστες και τις ειδικές διαδρομές των αγώνων ραλί όπου διέπρεψε.

Υ.Γ. Αφιερωμένο στον αγαπητό δάσκαλο Κώστα Καββαθά (4 ΤΡΟΧΟΙ κ.α.), που μας ”αρρώστησε” να μη σταματούμε την προσπάθεια να διορθώσουμε αυτή τη χώρα. Οι αγώνες και οι αγωνίες δεν μένουν εσαεί αόρατοι. Κάποτε δικαιώνονται.

(*) κατσίβελος : η αρχική χρήση του επιθέτου αφορούσε στους μελαψούς ανθρώπους. Στο διάβα του χρόνου το ταυτίσαμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι και με ρατσιστικά ως υβριστικά χαρακτηριστικά με τους γύφτους ή τσιγγάνους ή αθίγγανους ή τις τελευταίες δεκαετίες με το ραφιναρισμένο ”ρομά” παραλληλίζοντας το μελαψός με το βρόμικος. Από υποκρισία σε υποκρισία. Από σχιζοφρένεια σε σχιζοφρένεια.

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Το λίγο είναι φάρμακο και το πολύ φαρμάκι, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή
Δε θέλω να κολλήσεις, να με αγαπήσεις θέλω, της Μαρίας Σκαμπαρδώνη
Το τάμα της Παρασκευής, της Αναστασίας Φωκά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.