Ανοιχτή πόρτα Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Κώνωψ ο κολιτσίδας, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Spread the love

Έπιασε βροχή. Πράγμα κακό για καλοκαίρι. Εκτός κι αν έχει πιάσει κάπου φωτιά. Αρκεί να βρέχει εκεί που είναι η φωτιά, όχι…πέρα βρέχει. Εγώ πάντως χάρηκα που βρέχει. Τώρα βέβαια, αν ήμουν σε θερινό σινεμαδάκι και έβλεπα ωραία ωραία την ταινιούλα μου και έπιανε βροχή δεν θα χαιρόμουν καθόλου. Κάποτε είδα το Matrix  μισό στην Μπομπονιέρα κι ακόμα το θυμάμαι με νεύρα.

Λίγο πριν πιάσει βροχή είχα βγει να ποτίσω κάτι γλαστράκια στην βεράντα. Και με το που ανοίγω την μπαλκονόπορτα τσουπ, μιά κατσαριδάρα ΝΑ! Πρόλαβα και είπα ένα ¨Παναγίτσα μου!¨ και όπου φύγει φύγει.  Ένα βήμα που βγήκα κι ένα που ξαναμπήκα μέσα.

Ζήτησα συγνώμη από τις γλάστρες μου, τις παρακάλεσα να κάνουν υπομονή μέχρι να ξημερώσει, ή μέχρι να βρέξει.  Αυτό το τελευταίο ήταν λίγο σαν να τις κορόϊδευα,  αλλά τί να έκανα, μου ήταν αδύνατον να ξαναβγώ ΕΚΕΙ ΕΞΩ.

Τους εξήγησα πως αυτό με τις κατσαρίδες με ξεπερνάει.(Στις γλάστρες το εξήγησα)

΄Εχω γράψει και ολόκληρο «έπος» επί του θέματος. «Το Φάντασμα της κατσαρίδας». Όποιος με διαβάζει θα το ξέρει. ΄Εχω εξηγηθεί ντόμπρα και σταράτα. Με τις κατσαρίδες έχω ΘΕ-ΜΑ.

Και τότε, ω, του θαύματος, άρχισε να βρέχει! Δεν ζήταγα ένα τσουβάλι λίρες!  Αισθάνθηκα σαν Ινδιάνος μάγος!  Τί καλά! Αυτόματο και free πότισμα και μάλιστα την στιγμή που το ήθελα!

Μαζί με το πότισμα γλίτωσα και την επαφή με την γιγαντιαία μισητή, εφτάψυχη, απαίσια, σιχαμερή κατσαρίδα…αλλάααα μέσα στο σπίτι με περίμενε υπομονετικά ένας άλλος μισητός εχθρός.

Μιλάμε για μεγάλο πέφτουλα!  Μιλάμε για κόλλημα επικό, για έναν ακούραστο τύπο που αν σε βάλει στο μάτι τον έχεις όλη την ώρα στο αυτί σου να σου λέει και να σου λέει…ακόμα και στον ύπνο σου. Είναι, ξέρεις, από εκείνους τους τύπους που σε κοιτάζουν όταν εσύ κοιμάσαι! Τρομαχτικό;!

Ποτέ δεν ξέρεις από πού έρχεται. Σαν τον παράξενο ταξιδιώτη με την βαλίτσα! Ποτέ δεν μπορείς να καταλάβεις αν είναι μόνος ή αν έχει φέρει και παρέα να σου την πέσουνε μαζί. Ανώμαλος!

Ποτέ δεν μπορείς να καταλάβεις πού κρύβεται όταν τον ψάχνεις. Ποτέ δεν θα καταλάβεις γιατί διάλεξε εσένα και όχι την διπλανή σου. Ποτέ δεν θα σου εξηγήσει κανείς τί ήταν εκείνο που τον τράβηξε σε σένα και τί τον κάνει να επιμένει τόσο πολύ, παρ΄όλο που του κάνεις ξεκάθαρο με χίλιους τρόπους πως δεν τον αντέχεις! Θέλει όλο να σε ακουμπάει και να κολλάει στο δέρμα σου. Ίου.  Γλίτσας!

Τον διώχνεις με τα χέρια σου, με τα πόδια, τον κλωτσάς, του πετάς περιοδικά, τον ψεκάζεις κι αυτός επιμένει. Ηλίθιος. Του κλείνεις τα παράθυρα, τις πόρτες, βάζεις εμπόδια αδιαπέραστα,  μηχανήματα να σε φυλάνε κι αυτός πάντα βρίσκει έναν τρόπο να μπαίνει στο δωμάτιό σου. Χαμπάρι. Κολιτσίδας ολκής.

Αισθάνεσαι εκτεθειμένη, ανυπεράσπιστη, εκνευρισμένη, άυπνη. Δεν ξέρεις τί άλλο να κάνεις για να τον ξεφορτωθείς.  Αποφεύγεις κάθε επαφή. Κάνεις ψέματα πως κοιμάσαι για να τον ξεγελάσεις και εκείνη ακριβώς είναι η στιγμή που περιμένεις να σε πλησιάσει για να τον πιάσεις  και να τον πετάξεις έξω δια παντώς. Το ξέρεις πως κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή. Εχει και κάτι συγγενείς από τον Νείλο. Εγκληματίες…Φονιάδες. Φοβάσαι μην στους στείλει καμιά φορά  για να σε εκδικηθεί. Του Δυτικού Νείλου, γιατί του Ανατολικού είναι καλά παιδιά.

Είναι τρελός για σένα και συ τον σιχαίνεσαι. Είναι δε κακάσχημος! Μιά μύτη σαν σουβλί, κάτι μάτια…εντελώς αλλήθωρα.  Μιά κατάσταση αίσχος. Ένα τέρας της φύσης! Δηλαδή όλη του η οικογένεια τα ίδια χάλια είναι…Πού πας ρε κακομοίρη; Όχι πως σε νοιάζει και πολύ η εμφάνιση αλλά όχι να έχει ο άλλος και έξι πόδια! Είπαμε!

Ξέρεις πως αυτό που σκέφτεσαι να κάνεις είναι επικίνδυνο. Άλλωστε ένας  φόνος είναι πάντα ένας φόνος. Αλλά δεν αντέχεις άλλο. Όποιος και να ήταν στην θέση σου το ίδιο θα έκανε.  Χωρίς τύψεις και δεύτερες σκέψεις. Αφού δεν καταλαβαίνει λοιπόν με το καλό θα δει και το άλλο πρόσωπό σου. Αφού δεν φεύγεις λοιπόν, μείνε, μείνε αλλά εδώ θα γίνει ο τάφος σου.

Βγάζεις από το κουτί  το μηχάνημα που αγόρασες από το πολυκατάστημα ηλεκτρικών συσκευών το πρωί ότααν αυτός έλειπε.  Ο πωλητής σου είπε πως με αυτό το πρόβλημά σου θα λυθεί άπαξ και δια παντός.  Σου εξήγησε πώς λειτουργεί και σου τόνισε πως είναι μια λύση λίγο βίαιη και πως στην αρχή θα με τρομάξει  αλλά είναι θέμα χρόνου να το συνηθίσεις. Τον εμπιστεύτηκες.

Το βάζεις στην μπρίζα και αυτό βγάζει ένα γαλαζωπό φως που κάτι σου φέρνει στο νου, κάτι από την παιδική σου ηλικία. Προσπαθείς να θυμηθείς πού το έχεις ξαναδεί και σου  έρχεται στο μυαλό ο κύριος Θανάσης, όρθιος μπροστά σου, χαμογελαστός και θηριώδης, να φοράει μιά λευκή ποδιά και να κρατάει κάτι κοφτερό. Εσύ μικρούλα να κρατάς το χέρι του μπαμπά σου και να κρύβεσαι πίσω του, φοβισμένη από τον καλοκάγαθο γίγαντα. Τυλίγει κάτι σε ένα χαρτί και το δίνει στον μπαμπά σου. Αυτός το παίρνει το βάζει σε μιά σακούλα, δίνει μερικά χρήματα στον κύριο Θανάση και του λέει με νόημα: «Την άλλη εβδομάδα τα ξαναλέμε».

Μάλλον ήταν γιατρός και έδινε στον μπαμπά σου φάρμακα, αλλά δεν είσαι και σίγουρη.  Θυμάσαι όμως πως κάπου εκεί ο κύριος Θανάσης είχε ένα παρόμοιο μηχάνημα που έβγαζε αυτό το μαγικό, υπνωτιστικό, μπλε φως, πάνω από μιά παλιά ξύλινη τάβλα που ήταν γεμάτη αίματα! Θυμήθηκες και τον θόρυβο που έκανε κάθε λίγο. Ένα ανατριχιαστικό…τσρρρρρ…τσσσς….τσιρρρρρ…τσικ τσικ τσιιιιικ που στοίχειωνε τα αθώα παιδικά σου όνειρα.

Τώρα το δικό σου μηχάνημα, ολόιδιο με του κύριου Θανάση, η λύση στο πρόβλημά σου, όπως σου είπε ο πωλητής, βγάζει το ίδιο υπνωτιστικό μπλε φως και εσύ περιμένεις την μεγάλη στιγμή. Την στιγμή της λύτρωσης σου. Την απαλλαγής σου από αυτό το μαρτύριο που σε έχει κάνει άλλον άνθρωπο. Είσαι μέσα στα νεύρα όλη την μέρα, γεμάτη καντίλες και τα βράδια ξέρεις πως αυτός θα είναι πάλι εκεί για να σε βασανίσει κι άλλο. Αρκετά ως εδώ.  Ε, λοιπόν, δεν έχεις κανέναν ενδοιασμό γι΄αυτό που πρόκειται να κάνεις. Μάλιστα σκέφτεσαι να το ευχαριστηθείς κιόλας! Να κάνεις ένα πάρτυ. Να το γιορτάσεις.

Δεν έχεις παρά να περιμένεις.

Και νάτος ο κύριος. Πιστός στο ραντεβού του, αρχίζει να σε περιτριγυρίζει και να σε μουρμουράει στα αυτιά σου όπως κάθε βράδυ.   Δεν ακούς παρά αυτόν τον ενοχλητικό βόμβο στα αυτιά σου και κουκουλώνεσαι κάτω από τα σκεπάσματα. Ο εφιάλτης άρχισε, μόνο που τώρα κάτι έχει αλλάξει στο σκηνικό.

Τελευταίες σκέψεις του λίγο πριν το τέλος:

«Κάποια αόρατη απειλή πλανιέται στον αέρα του δωματίου σου που μυρίζει, όπως πάντα,  σιτρονέλα. Όχι, δεν με ενοχλεί πια. Την συνήθισα. Κι αυτή όπως και τα φιδάκια και τις ταμπλέτες και ό,τι άλλο σατανικό κι έκανες για να με διώξεις. Τα έχω όλα συνηθίσει. Δεν με τρομάζει  τίποτα. Όμως, να, τί είναι αυτό το  παράξενο φως που με τραβάει μακριά σου;  Δεν το θέλω, αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Είναι αδύνατον να αντισταθώ.  Είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. Είναι απίστευτο το πόσο με έλκει. Ακόμα πιο απίστευτο πως αντί να πάω σε σένα  πάω προς αυτή την μπλε μαγική αντανάκλαση.  Μη, μην πλησιάσεις, μην αφεθείς στην θανατηφόρα έλξη της, θυμήσου τα λόγια  του παππού «…και ό,τι κι αν κάνεις, μείνε μακριά από το μπλε φώωωωωωωωως». Μπορώ να κάνω ό,τι θέλω. Είμαι δυνατός.  Δεν φοβάμαι. Μόνο να το κοιτάξω από κοντά έστω για μια στιγμή και μετά θα φύγω. Είμαι δυνατός. Μπορώ να πετάξω…Ω, όχι, όχι δεν μπορώ. Είναι πια πολύ αργά. Πολ…αργγγγ…Εσύυυ εσύ..’Ατιμη…ατιμμμ….Θα μου το πληρώσειςςςςςςς»

Ένα ανατριχιαστικό τσσσς…τσιιιιρ…τσακ…τσικ…τσικ…τσσσσσσσς ήταν ο τελευταίος ήχος που άκουσε ο επίμονος κώνωψ, και  μιά γυναικεία θριαμβευτική κραυγή που έσκισε την νύχτα σαν μαχαιριά.

«ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΦΑΕ ΤΗ ΣΚΟΝΗ ΜΟΥ ΠΑΛΙΟΚΟΥΝΟΥΠΟ, ΑΠΑΙΣΙΑ ΑΙΜΑΤΟΡΟΥΦΗΧΤΡΑ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ, ΕΚΝΕΥΡΙΣΤΙΚΟ ΣΙΧΑΜΑ,  ΜΟΥ ΗΠΙΕΣ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΣΟ ΚΑΙΡΟ…ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΛΑ…DIE DIE mother@@@@@@»

Μετά σιγή. Μιά νεκρική σιγή που όμως έκρυβε μέσα της ένα αίσθημα πληρότητας και ευτυχίας για κείνη.

Και για κείνον το Τέλος.

The end.

Ματίνα Ράπτη -Μιληλή

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Αγγελίες χαμένων ψυχών, του Γιώργου Αρκουλή
Το αδόκιμον της φράσεως : “Χρόνια πολλά”, του Κωστή Λεβογιάννη
Όταν αυξάνονται οι διαφορές… , του Ηλία Καραβόλια

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.