Ανοιχτή πόρτα Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

“Κάπου υπάρχει Θεός…”, του Γιώργου Χατζηδιάκου

Spread the love

Και κάπου εκεί  μέσα από τις βαριές κλειδαμπαρωμένες πόρτες του ουρανού, μια χαραμάδα  μια σχισμή ψάχνεις,  κάτι σαν θαύμα να σου θυμίσει πως δεν χάθηκε ο δρόμος για τη κατοικία των θεών.

Τρομάζεις με την ιδέα πως ακόμα και  ο μέγας ορίζοντας, πασχίζει να διακρίνει τα αόρατα απ’  τη μπόρα πλεούμενα.

Έχεις ένα προαίσθημα, πως η τόση μανία, αυτό το ξέσπασμα έχει να κάμει με τις αμαρτίες που κουβαλά ο κόσμος, αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι δικαιολογία, μιας και οι αμαρτίες, είναι ίδιες και απαράλλαχτες  ανά τους αιώνες, όπως και  οι μπόρες της φύσης και της ζωής.

Αν γινόταν να φτάσει  στα αυτιά σου,  η φωνή του παππού,  ως  μακρινός αντικατοπτρισμός από την εποχή που ακόμα η λάμπα έκαιγε το φυτίλι…: θα την άκουγες, μέσα στη ηρεμία που έβγαζε η αγιοσύνη του να λέει:

Ξεδίψασαν και σήμερα τα στερεμένα πηγάδια, σε λίγο θα γαληνέψει η γη.

Ποσό διαφορετικά τα έβλεπε.

Στον αντίποδα,  θα έλεγες πως αντικρίζεις  τον  βοριά ως  σκιά της θάλασσας που σκεπάζει το σπίτι.

Το λυκόφως  απαλύνει κάπως την ένταση, προβάλλοντας  στα σύννεφα αόριστες ακατάληπτες μορφές.

Γυρνάς το βλέμμα,   και νιώθεις  πως τα  λίγα τετραγωνικά   μέτρα,  είναι στην ολότητα του ολόκληρος ο  δικός  σου  όμορφος κόσμος.

Μικρός, που  φαντάζει μεγάλος.

Μια πολυθρόνα δυο καναπέδες, ένα τραπέζι.. κάτι απ’ όλα

Ένα προαύλιο ανοίγεται  μπροστά

Τρυπάς τις αναμνήσεις, και χάνεσαι.

Αν σβήσεις το φως, ο χώρος θα φαντάζει απέραντος

Αν τα ανάψεις  γίνεται  βιβλίο που πρέπει να  ξεφυλλίσεις.

Παιδί δεν φοβόσουν, ούτε τώρα.

Μπαντάρεις μόνο λίγο περισσότερο προς το συναίσθημα.

Σκληρή η ζωή μα τη χαίρεσαι.

Τη παλεύεις δεν τη λυπάσαι, γιατί αν τη λυπηθείς τότε θα σε λυπηθεί και κείνη, και δεν το θέλεις.

Ο χρόνος όπως και η νύχτα,  φίλος,  αν και  το πανωφόρι του λίγο στενάχωρο σου είναι.

Οι σκιές  του κόσμου, νερό που σε παρασέρνει από σκέψη σε σκέψη

Αψηφάς αυτούς που πατούν πάνω σε ότι έχτισες.

Ακόμα και ένα μικρό καντηλέρι να ανάβει αυτό σου δίνει ελπίδα.

Θυμάσαι κάποιες σκηνές, κάποια όμορφα απογεύματα .. όταν έμενες  μετέωρος στη σκάλα της εξόδου,  μετά από στάλες ευτυχίας και χαράς που μοιράστηκες,

να ρωτάς , εγώ τώρα που είμαι;

Σίγουρα κάπου.

Ας είσαι μια ανάμνηση, τσιγάρο που κάηκε στα χείλη.

Δεν πειράζει.

Ένα κομμάτι βράχο ζητάς, αυτό σου φτάνει πάνω του να σταθείς, , έτσι παίρνεις τα πάνω σου και πας παντού.

Η ανάσα σου δοκιμή της ζωής.

Την υπερασπίζεσαι, ξέρεις πως το πρωί που θα ξυπνήσεις αν είναι μαζί σου είσαι ζωντανός κρεμιέσαι πάνω της  όπως και αυτή από σένα  και οι δυο μαζί με τη ψυχή.

Και κει που έλεγα πως απόψε θα μιλήσω, νοιώθω πως σας κόβω την ελευθερία.

Να με συμπαθάτε   αν ώρες, ώρες γίνομαι σκιά,  θα μου περάσει.

Μονάχη περνάει η φθορά,  τα μουδιασμένα αστέρια ως να πεθάνουν πάντα θα λαμποκοπούν, ο χρόνος δεν τα φθείρει, πεθαίνουν για να ξαναγεννηθούν.

Για όλα έχει ο Θεός.

ΥΓ: ακολουθούν δυο σπουδαίες μουσικές στιγμές, Χατζηδάκις και Καραϊνδρου με την Αρλέτα. Μιας και μιλάμε για βοριά…

Ο Γιώργος Χατζηδιάκος είναι Σύμβουλος Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης Εταιρειών

11227393_10207576627398879_6912498847121696328_n.jpg

SHARE
RELATED POSTS
Μείναμε μόνοι με τις εκλογές, του Νίκου Βασιλειάδη
Τσιτσιπάς, πετσέτα και διαφήμιση, του Νίκου Βασιλειάδη
Μήπως εννοεί “φτύστε μας” ο Μητροπολίτης Αμβρόσιος; Δευτερολογία, του Χρήστου Μαγγούτα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.