Θωμάς Μελετέας: “Αυτό που ορίζω εγώ ως τέχνη είναι η δημιουργική αλληλεπίδραση με μια ανθρώπινη πνευματική παρακαταθήκη”
Κεντρική Φωτογραφία άρθρου : Κωνσταντίνος Μουτζουρέας
Ο Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος ασχολείται με την δημοσιογραφία, την κριτική λογοτεχνίας και την ποίηση
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Καραγιαννόπουλο
Συναντηθήκαμε έξω από τον σταθμό του ηλεκτρικού, στο Μαρούσι. Η κουβέντα μας ξεκίνησε πριν ακόμη φτάσουμε στην καφετέρια -που ο ίδιος επέλεξε- και αφορούσε την σύγχρονη φυσική, το Πανεπιστήμιο και τους παλιούς του καθηγητές. Αν και δεν γνωριζόμασταν καλά, από την πρώτη στιγμή, αναπτύχθηκε μεταξύ μας μιαν ιδιαίτερη οικειότητα.
Πήγαμε σ’ ένα -μάλλον- φοιτητικό στέκι, με υπέροχη αυλή. Καθίσαμε σ’ ένα μικρό τραπεζάκι -κάπου- στο κέντρο και συνεχίσαμε την συζήτηση, που είχαμε διακόψει με την είσοδό μας στο μαγαζί. Το ένα θέμα διαδέχονταν το άλλο. Από την φυσική στην λογοτεχνία κι από εκεί στην μουσική. Για μιαν ολόκληρη ώρα συζητούσαμε, δίχως να βγάλω από την τσάντα το μαγνητοφωνάκι.
Τυπικά, η συνέντευξή μας άρχισε με το που πατήθηκε το Rec. Εκείνος απαντούσε στις ερωτήσεις μου με χαμόγελο, και στιγμές- στιγμές κουνώντας απαλά τα χέρια του (θέλοντας να τονίσει τα λεγόμενά του) λες και διηύθυνε μιαν αόρατη ορχήστρα ή μάλλον σαν να χάιδευε τρυφερά τις νότες μιας μελωδίας, που γεννιόταν εκείνη την ώρα στο μυαλό του.
Συναντήσαμε τον μουσικοσυνθέτη Θωμά Μελετέα και συζητήσαμε μαζί του εφ’ όλης της ύλης.
Πού εντάσεις μουσικά τον εαυτό σου; Τι είδος μουσικής γράφεις;
Δεν μπορώ να το κρίνω αυτό. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι με το ούτι (αλλά και με άλλα μουσικά όργανα…), που μπορείς να το βρεις στον ελλαδικό χώρο, στον χώρο της ανατολικής μεσογείου και στην ανατολή. Επομένως, όταν έχεις αυτό το όργανο ως σημείο αναφοράς, μπορείς να μελετήσεις όλη την κουλτούρα και την καλλιτεχνική γνώση που έχει συσσωρευτεί ανά τους αιώνες.
Παρ’ όλα αυτά δεν παίζεις παραδοσιακή μουσική.
Παίζω και παραδοσιακή μουσική. Αλλά, ως συνθέτης, προσπαθώ να πάρω έμπνευση απ’ όλη αυτή την πληθώρα πληροφορίας που υπάρχει διαθέσιμη, αλλά, παράλληλα, έχω και τα αυτιά μου ανοιχτά σε πιο σύγχρονα ακούσματα…
Τι μουσική ακούς;
Στο σπίτι οι γονείς μου με έφεραν σε επαφή με το rock και το progressive rock της δεκαετίας του ’70· βινύλια και δίσκους των Pink Floyd, Genesis, Jethro Tull, Yes… Αλλά, παράλληλα, ο πατέρας μου, άκουγε πολύ Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, αυτή την πιο έντεχνη -με την παλιά ετοιμολογία- μουσική, οπότε είχαμε κάπως αυτά τα βιώματα στο σπίτι. Κι επειδή, οι γονείς μου, είναι ερασιτέχνες μουσικοί, ο πατέρας μου παίζει κιθάρα και μπουζούκι και η μητέρα μου τραγουδάει, μεγαλώσαμε σ’ ένα μουσικό περιβάλλον, γεμάτο δίσκους, όργανα, τραγούδια… οπότε είχαμε αυτό σαν πρότυπο.
Άρα αυτό που σε οδήγησε στην μουσική ήταν τα ακούσματα των παιδικών σου χρόνων. Σωστά;
Όχι μόνο…
Για τον Ross Daly, η μουσική είναι ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνεί με το ιερό των πραγμάτων. Για σένα; Τι σε οδήγησε σ’ αυτό το είδος τέχνης;
Νομίζω μια πολύ βαθιά ανάγκη για δημιουργία. Όταν είσαι σ’ αυτό το ντελίριο και σ’ αυτό το διονυσιακό μεθύσι του να ανακατασκευάσεις και να μετασχηματίσεις τις πληροφορίες που έχεις συσσωρεύσει για να τις εξωτερικεύσεις -έπειτα- με έναν διαφορετικό τρόπο… αυτή η διαδικασία με ιντριγκάρει πάρα πολύ. Σε δεύτερο επίπεδο, είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον κι όμορφο -είτε είσαι συνθέτης είτε είσαι ερμηνευτής- να επικοινωνείς με τους συμπαίκτες σου.
Άρα για σένα είναι κι ένας τρόπος επικοινωνίας με τους συνεργάτες σου και κατ’ επέκταση με το κοινό σου.
Θα σου πω. Βασικά, το χωρίζω σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά το ντελίριο, για το οποίο σου μίλησα πιο πριν, κι έχει να κάνει με το προσωπικό κομμάτι. Το δεύτερο επίπεδο, έχει να κάνει με το κοινωνικό. Αλλά με το κοινωνικό εννοώ τους συμπαίκτες. Δηλαδή, όταν συμπράττεις μ’ έναν μουσικό ή και με περισσότερους, είναι σαν να γίνεται ένας διάλογος. Επομένως, είναι πάρα πολύ όμορφο να γίνεται ένας όμορφος διάλογος. Είναι σαν να πίνεις ρακές με την παρέα σου κι έχετε πιάσει μια έντονη και παθιασμένη κουβέντα κι ενθουσιάζεσαι! Και το τρίτο επίπεδο, είναι το επικοινωνιακό μεταξύ μουσικών και κοινού. Όπου είσαι πλέον ο πομπός, που εκπέμπεις κάποια σήματα και είναι θαυμάσιο όταν ο δέκτης έχει μια κάπως κουρδισμένη συχνότητα κοντά σου ή όταν προσπαθεί να κουρδιστεί ή πάλι όταν εσύ προσπαθείς να κουρδιστείς με την συχνότητα του δέκτη. Οπότε όλο αυτό το διαλεκτικό πράγμα είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Ποιες είναι οι επιρροές σου εκτός από τα ακούσματα της παιδική ηλικίας, για τα οποία μιλήσαμε προηγουμένως;
Καταρχάς, τα πρώτα μου βιώματα σαν ακροατής, για τα οποία συζητήσαμε, ήταν πάρα πολύ σημαντικά. Όταν μπήκα στην εφηβεία άρχισα να ασχολούμαι -και ως μουσικός και ως ακροατής- με την σκληρή μουσική: heavy metal, punk και post-punk… που με ιντρίγκαραν πάρα πολύ. Μετά, τελειώνοντας το σχολείο, ανακάλυψα τον κόσμο του ρεμπέτικου και όλη την κουλτούρα την κάπως άναρχη, τουλάχιστον, όπως την αντιλαμβανόμουν εγώ· διότι σίγουρα δεν υπήρχε αν το σκεφτείς… μιας και υπήρχαν δισκογραφικές, δικαιώματα και ίντριγκες. Όμως, κάπως το είχα ρομαντικοποιήσει στο νου μου… την ελευθεριότητα στην μουσική και το “παίρνω ένα μπουζούκι και παίζω όπου μου λάχει”. Μετά από όλα αυτά τα πράγματα, το ρεμπέτικο με οδήγησε στο σμυρνέικο τραγούδι και στον κόσμο της τροπικής μουσικής (modal music) και σιγά σιγά αυτό μου έδωσε ένα πιο διαυγές βλέμμα στο τι συμβαίνει σήμερα στην μουσική της ανατολικής μεσογείου. Όπως ο Ross Daly -που ανέφερες πριν- και όσοι έχουν μαθητεύσει δίπλα του ή κάνουν κάτι παρόμοιο μ’ εκείνον. Δηλαδή, που προσπαθούν να αναδομήσουν τις κουλτούρες που τους έχουν επηρεάσει, παράγοντας κάτι καινούριο. Δεν σου λέω ότι το κάνω με τον τρόπο του Ross Daly κι ούτε το θέλω. Απλά είναι πολύ βασική επιρροή για μένα, ίσως όχι τόσο ο ίδιος ο τρόπος όσο το intention του Ross και του κύκλου του Λαβύρινθου. Το να μπλέξουν, δηλαδή, την κουλτούρα των μουσικών σκοπών της ανατολικής μεσογείου με την σύγχρονη δυτική μουσική και με τον αυτοσχεδιασμό και την νοοτροπία της Jazz. Αλλά είναι πάρα πολύ όμορφο να κοιτάς 50% πίσω στο τι έχει υπάρξει και 50% στο τι συμβαίνει τώρα και στο τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον.
Θα σου διαβάσω κάτι και θέλω να μου πεις τι σου θυμίζει. Λοιπόν: “Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως αν δεν υπήρχε δεν θα είχα ανακαλύψει τον θαυμαστό κόσμο της μουσικής, ή τουλάχιστον δεν θα είχα βιώσει όλες αυτές τις μουσικές εμπειρίες που έχουν χαραχθεί μες στο μυαλό μου. Και τον ευχαριστώ γι’ αυτό”.
Εγώ το έχω γράψει αυτό; (Γέλια) Αλήθεια; Έχω την εντύπωση ότι το έγραψα για ένα φιλαράκι μου, ο οποίος είναι μαρουσιώτης, από κάπου εδώ, που μου έμαθε κάποιες μπάντες που ήταν μεν σκληρού ήχου αλλά με ανοιχτόμυαλη προσέγγιση. Για παράδειγμα, μια μπάντα λέγεται Tool. Τους έμαθα, λοιπόν, όταν ήμουν Α’ Γυμνασίου και κάπως στο μυαλό μου αυτή η μπάντα μου ένωσε το πειραματικό περιπετειώδες prog rock των ’60s και ’70s με τον σκληρό ήχο.
Υπήρξαν άνθρωποι που στάθηκαν για σένα σημαντικοί για την καλλιτεχνική σου πορεία;
Καταρχάς, αυτό που μπορώ να σκεφτώ, είναι παιδιά και φίλοι μου που μεγαλώσαμε μαζί στην γειτονιά μου στο Μενίδι, με τους οποίους -μάλιστα- δραστηριοποιούμασταν σ’ έναν καλλιτεχνικό- ακτιβιστικό χώρο που λεγότανε “Καλλιτεχνείο των Αχαρνών”. Εκεί κάναμε τα πρώτα μας live. Εκεί είχε δημιουργηθεί μια κοινότητα καλλιτεχνών, που μπορούσε να μας δώσει πάτημα να παίξουμε. Οπότε σίγουρα υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι, (15- 20 άτομα) απ’ αυτή την συνέλευση, που μπορούσα να τους πω “Θέλω να παίξω την μουσική μου σ’ αυτό το stage, μπορώ να το κάνω;” και να μου λέγανε, φυσικά.
Άρα η παρέα ήταν το σημαντικότερο κομμάτι.
Όχι μόνο… αυτό ήταν στα πρώτα βήματα. Μετά, άνθρωποι με τους οποίους συνεργάστηκα και συνεχίζω να συνεργάζομαι μουσικά, άσκησαν επάνω μου τεράστια επιρροή. Δεν ξέρω αν έχει νόημα να σου πω ποιους ξεχωρίζω… Ο κάθε μουσικός -με τον τρόπο του- είναι μια φωνή η οποία σου δίνει κι άλλες ιδέες κι άλλες σκέψεις… Σε μεταβάλλει, κάπως, σε μετασχηματίζει και σε ζυμώνει σαν καλλιτέχνη. Το να παρατηρείς πως παίζει ο συμπαίκτης σου μουσική και πως αντιμετωπίζει το αντικείμενο και την τέχνη, σου δίνει τρομερή έμπνευση. Θα σε κάνει να σκεφτείς και να το βάλλεις σαν κομμάτι παζλ μαζί με το υπόλοιπο.
Θα ήθελες να μας εισαγάγεις στο μουσικό σου εργαστήρι; Πως γράφεις μουσική;
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι… Ο καθένας έχει διαφορετικούς μηχανισμούς. Ο δικός μου μηχανισμός -συνήθως- προκύπτει όταν έχω ένα input, είτε μουσικό είτε ο,τιδήποτε, κι υπάρχει και το εσωτερικό πάθος, για να κάτσω να εργαστώ με το όργανο. Παρατηρώ ότι μερικές φορές αυτοσχεδιάζοντας στην στιγμή εμφανίζονται κάποια μοτίβα και κάποιες φράσεις που λέω “ώπ! Αυτά έχουν λίγο περισσότερο ενδιαφέρον από τα χθεσινά”. Γιατί προσπαθώ κάθε μέρα να αυτοσχεδιάζω εκτός από την μελέτη.
Η δουλειά σου βασίζεται στην έμπνευση ή στην δουλειά και τον προγραμματισμό;
Είναι και τα δύο… Είναι κι αυτό μια διαλεκτική σχέση. Δηλαδή, κάπως, αλληλοεπηρεάζονται, με την έννοια του ότι πρέπει να έχεις το input· δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη… Δεν μπορείς να γράψεις, για παράδειγμα, ένα ποίημα χωρίς να ξέρεις καλά μια γλώσσα. Αλλά, επίσης, δεν μπορείς να γράψεις ένα ποίημα αν δεν έχεις ερωτευτεί ή αν δεν έχεις πάει ένα ταξίδι ή αν δεν έχεις κλάψει ή αν δεν έχεις φάει ένα όμορφο φαγητό. Οπότε, σίγουρα, το αισθητηριακό input είναι πάρα πολύ σημαντικό. Σε δεύτερο επίπεδο, τώρα, είναι πάρα πολύ σημαντικό να υπάρχει αυτή η στιγμιαία έμπνευση του “ωπ! Κάτι ήρθε εδώ”… Όμως, όλα αυτά, οφείλουν να περιβάλλονται από ένα τρίτο επίπεδο, που είναι η σκληρή δουλειά και η πειθαρχία. Τα δύο πρώτα βήματα είναι σαν να αποκτάς ένα κομμάτι μάρμαρο, καλό μάρμαρο, και το υπόλοιπο είναι να το σκαλίζεις με τα εργαλεία σου, με το σφυρί και το καλέμι, που εν προκειμένω είναι η τεχνική. Επομένως, η τεχνική δεν είναι αυτοσκοπός. Η τεχνική είναι το εργαλείο το οποίο θα σφυρηλατήσει το μάρμαρο για να βγει το γλυπτό κι αυτό που θα βγει έχει να κάνει πολύ με την αισθητική σου· δεν έχει να κάνει μόνο με την τεχνική σου, έχει να κάνει με το τι έχεις φανταστεί να κάνεις το μάρμαρο.
Ποιο είναι το σημαντικότερο για σένα: ο έρωτας, η φιλία, το πάθος ή η τέχνη;
Μα δεν είναι κάπως πτυχές του ίδιου πράγματος όλα αυτά; Δεν ξέρω… Για μένα θα έλεγα αυτό. Είναι πτυχές του ίδιου πράγματος … το βλέπω λίγο πιο ολιστικά. Αυτό που ορίζω εγώ ως τέχνη είναι η δημιουργική αλληλεπίδραση με μια ανθρώπινη πνευματική παρακαταθήκη. Δηλαδή, τι σημαίνει αυτό; Μπορείς να κάνεις τέχνη κάνοντας μαθηματικά, γιατί αξιοποιώντας την μαθηματική γλώσσα και αυτοσχεδιάζοντας ελεύθερα, αξιοποιείς μιαν ανθρώπινη παρακαταθήκη μ’ έναν δημιουργικό τρόπο. Άρα, τα μαθηματικά δεν είναι ακριβώς τέχνη, αλλά, ίσως, μ’ αυτή την προσέγγιση, μπορεί τελικά και να είναι. Έτσι κι η μουσική. Είσαι σ’ ένα περιβόλι, ας πούμε, μ’ όλα αυτά τα ωραία φρούτα κι εσύ τα μαζεύεις για να φτιάξεις μια δικιά σου πολύ ωραία φρουτοσαλάτα, που στο τέλος μπορεί να την φάει κάποιος και να γουστάρει.
Ο ρόλος του φυσικού πως επηρεάζει τον ρόλο του μουσικού;
Εμένα τουλάχιστον πάρα πολύ. Σε πρώτη ανάγνωση, με το γεγονός ότι έχεις έρθει σε επαφή με πράγματα τα οποία φαντάζουν εξωτικά. Αφού μιλούσαμε πριν για κοσμολογία και κβαντομηχανική, που είναι οι πιο εξωτικές πλευρές της φυσικής, για κάποιους μπορεί να φαίνονται αλαμπουρνέζικες κι εξωγήινες και πολύ πιπεράτες, ας πούμε… Είναι πάρα πολύ όμορφο να αναλογίζεσαι ότι στον μικρόκοσμο δεν υπάρχει αιτιότητα κι όλα είναι τυχαία κι ότι όλα υφίστανται σε υπερθέσεις καταστάσεων πριν παρατηρηθούν. Στην ουσία είναι σαν να διαβάζεις ποιήματα ή μυθιστορήματα ή σαν να βλέπεις άλλους τόπους. Είναι, δηλαδή, input δημιουργικό κι αυτό. Σε δεύτερο επίπεδο, νομίζω ότι, χτίζοντας με οξυδέρκεια σε μια γλώσσα -είτε αυτή η γλώσσα είναι ελληνικά είτε αγγλικά είτε είναι μαθηματικά είτε φυσική- γίνεσαι λίγο πιο ευαίσθητος και στις υπόλοιπες γλώσσες που μιλάς. Θεωρώ, ας πούμε, ότι αναπτύσσοντας τις γλώσσες με τις οποίες ασχολείται κάθε άνθρωπος, αναπόφευκτα, παίρνουν ερεθίσματα και οι άλλες γλώσσες με τις οποίες ασχολείται. Οπότε, διαβάζοντας λέξεις, ακούγοντας μουσική, διαβάζοντας φυσική και μαθηματικά, οξύνονται κάπως όλες αυτές οι πτυχές. Στο δικό μου μυαλό, τουλάχιστον…
Ο ένας ρόλος -δηλαδή- οδηγεί κι εμπνέει τον άλλο.
Σίγουρα. Επαναλαμβάνω την λέξη ολιστικό, γιατί πραγματικά πιστεύω ότι όλα αυτά τα πράγματα, άμα τα εξετάσεις δημιουργικά, είναι στο μυαλό σου, μ’ έναν τρόπο ολιστικό, αλληλεπιδρώντα.
Εκτός από την μουσική ασχολείσαι και με την ποίηση. Στην ποίησή σου κάνεις συχνή αναφορά στο χαώδες που επανέλαβες και προηγουμένως. Θεωρείς πως το χάος είναι συστατικό της πραγματικότητάς μας; Και τι είναι -τελικά- πραγματικότητα;
Μα δεν είναι; Καταρχάς, αφού μιλήσαμε πριν για φυσική του μικρόκοσμου, όπως όλα δείχνουν, τίποτα δεν είναι αξιωματικά παραγόμενο από κάτι προηγούμενο. Όλα ενέχουν μια απροσδιοριστία, οπότε με αυτή την έννοια μιλάω για το χάος. Εγώ στα ποιήματα το χρησιμοποιώ με την έννοια του απροσδιόριστου και του ανεξέλεγκτου. Αυτό είναι που με συγκινεί, σαν τον Τρόμο του Λάβκραφτ. (Γέλια) Δεν ξέρεις τι είναι, ρε παιδί μου, αλλά σε τρομάζει πάρα πολύ… γιατί ακριβώς δεν ξέρεις την ακριβή μορφή του· επομένως, το μυαλό σου οργιάζει …
Άρα σε τρομάζει…
Με συγκινεί. Εν προκειμένω, μιας και μιλάμε γι’ αυτή την λέξη στα ποιήματα, δεν με τρομάζει.
Κάνεις, επίσης, συχνή αναφορά στα ποιήματά σου και στον θάνατο. Σε φοβίζει ο θάνατος;
Όχι. Όχι. Τουλάχιστον, όχι τώρα…
Υπάρχει κάτι που σε τρομάζει;
Το να μην αυτοβελτιώνομαι σε κάποια πράγματα με παραγωγικό τρόπο. Αλλά, αυτοβελτίωση όχι απλά σε κάποιο skill, κυρίως στις κοινωνικές συναναστροφές, σε ανθρώπινο επίπεδο, όχι -δηλαδή- να παίξω πιο γρήγορα… κατάλαβες;
Τι είναι αυτό που σου προσέφερε η γραφή και δεν το βρήκες στην μουσική;
Όπως έχω πει 100 φορές σήμερα (Γέλια), είναι και τα δύο στο μυαλό μου σαν δύο διαφορετικές γλώσσες. Οπότε, στην ουσία, από την μία προσπαθώ να συνθέσω και να αυτοσχεδιάσω με την ελληνική γλώσσα κι από την άλλη μεριά προσπαθώ το ίδιο να κάνω με την μουσική. Παράλληλα… Η αλήθεια είναι πως από την στιγμή που τα διαχώρισα στο μυαλό μου, γιατί μέχρι πριν από τρία χρόνια περίπου προσπαθούσα να φτιάξω τραγούδια, δηλαδή, να ενώσω την σύνθεση με τον ποιητικό στίχο, αλλά από την στιγμή που το απελευθέρωσα αυτό το πράγμα και είχα δύο ξεχωριστές γλώσσες… που μπορεί κάποια στιγμή να ξαναενωθούν στο μέλλον… δεν ξέρω…
Πάντως, ελάχιστα τραγούδια έχεις γράψει. Τα περισσότερα είναι ορχηστρικά κομμάτια.
Στον δίσκο Nestinari δεν υπάρχει καμία σύνθεση με στίχο. Είναι, σκόπιμα, όλες οι συνθέσεις οργανικές. Στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή μ’ έχει απελευθερώσει αυτό… σε κάποιο δεύτερο χρόνο που θα υπάρχει με φυσικό και ακούσιο τρόπο ο συγκερασμός στίχου και μουσικής… τότε… γιατί όχι…
*Τον δίσκο Nestinari μπορείτε να τον βρείτε εδώ:
Ποιες είναι οι αιωνόβιες επιταγές μας στην Μαγεία και τι σημαίνει για σένα Μαγεία;
(Γέλια) Αυτό το έχει γράψει η Μαριαννίνα…
Παρ’ όλα αυτά, γίνεται και στην εισαγωγή αναφορά σ’ αυτό. Όπως, επίσης, είναι και στοιχείο του τίτλου…
Θα σου μιλήσω για την αφορμή αυτής της ποιητικής συλλογής (Hex). Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχα εκδώσει τα 3 πρώτα φανζιν Πουκ (το τέταρτο δεν έχει βγει ακόμα…) και τα μοίρασα χέρι με χέρι σε φίλους και σε ανθρώπους που ήξερα πως θα ενδιαφερθούν να τα διαβάσουν. Κι επίσης, κάτι ακόμα πιο όμορφο, τα αντάλλαξα με φανζιν άλλων φίλων… κάτι που είναι πολύ δημιουργικό…
Το φανζιν δεν είναι τόσο γνωστό στην Ελλάδα. Πώς προέκυψε;
Θεωρώ ότι είναι σε συγκεκριμένους κύκλους. Κύκλους -δηλαδή- που είναι πιο εναλλακτικής κουλτούρας. Σε ομάδες οι οποίες τρέχουνε σε οργανωμένους χώρους και σε πολιτικούς χώρους. Η κουλτούρα του φανζιν ξεκίνησε την δεκαετία του ’70 στην Αγγλία, από ανθρώπους που ήταν κάπως περιθωριακοί και ασχολούνταν κυρίως με το punk. Που το punk είναι η ηθική του D.I.Y (do it yourself)… του τύπου: “γάμησε τις δισκογραφικές γάμησε τους μανατζαρέους, ας πούμε, και τα κάνουμε όλα μόνοι μας”. Και πράγματι, μόνοι τους έκαναν συναυλίες και ηχογραφούσανε. Και παράλληλα, κάποιοι αφοσιωμένοι φανς ξεκίνησαν να καλύπτουν πρωτο-δημοσιογραφικά, ας πούμε, αυτά τα γεγονότα της εναλλακτικής κουλτούρας, δημιουργώντας έτσι τα πρώτα φανζίν. Οπότε, φαντάζομαι, στην Ελλάδα (και σ’ ολόκληρο τον κόσμο) η έννοια του φανζίν είναι συνδεδεμένη με την εναλλακτική κουλτούρα είτε είναι πολιτική είτε όχι…
Είμαστε οι Έλληνες -όμως- εξοικειωμένοι μ’ αυτά τα είδη; Ποια η ανταπόκριση μέχρι τώρα; Εκτός από τους συγκεκριμένους κύκλους, έχεις προσπαθήσει να πλησιάσεις ένα ευρύτερο κοινό;
Η αλήθεια είναι ότι συγκεκριμένα με τα ποιήματα, επειδή το κάνω καθαρά από μεράκι -σ’ αυτό τον χρόνο τουλάχιστον-, δεν έχω κάνει αυτό που λες. Αλλά στους ανθρώπους με τους οποίους αλληλεπίδρασα, οι περισσότεροι απ’ αυτούς, έχεις δίκιο, ήταν λίγο- πολύ σε εναλλακτικούς χώρους. Το αγκάλιασαν -πάντως- το εγχείρημα.
Τι μπορεί να προσφέρει ένας τέτοιος εναλλακτικός τρόπος σε αντίθεση με τους πιο τυπικούς;
Νομίζω ότι ενώ η κλίμακα εύρους που έχεις είναι πολύ περιορισμένη, δηλαδή, δίνεις σε φίλους και γνωστούς που θα έρθεις σε επαφή μαζί τους και θα τους το δώσεις χέρι με χέρι· νομίζω ότι δημιουργεί πολύ πιο άμεσες κοινωνικές σχέσεις με ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με το έργο σου. Οπότε σίγουρα χάνεις στο εύρος, δηλαδή, μπορεί να μην το διαβάσει κάποιος που είναι στην Θεσσαλονίκη για παράδειγμα… αλλά σίγουρα οι 20 άνθρωποι που θα σε διαβάσουν στην Αθήνα θα το’ χουν πάρει από τα χέρια σου κι αυτό για μένα είναι -εν προκειμένω- πολύ σημαντικό. Γιατί έχει προσωπική επαφή ο πομπός με τον δέκτη. Οπότε το σήμα είναι πολύ πιο ισχυρό…
Κάνατε προσπάθειες, πάντως, να ανοιχτείτε. Π. χ. μέσω του σλίτζι…
Το σλίτζι το έχουν κάποιοι φίλοι… Δεν το τρέχουμε εμείς…
Ναι, αλλά, ήταν ένα μέσο με το οποίο προσπάθησες να προωθήσεις το έργο σου.
Ναι… ακριβώς… αλλά… αυτή η χρονιά διαφέρει σε σχέση με τις προηγούμενες… Ήθελα με κάποιους δικούς μου όρους και με φίλων μου, που έχουν πολύ πάθος γι’ αυτό που κάνουν, να συνεργαστούμε στο επίπεδο ναι μεν εναλλακτικό και κάπως από τα κάτω, αλλά και πιο συγκεντρωτικό. Για παράδειγμα, το Nestinari βγήκε από την Polyscope, που είναι μια μικρή δισκογραφική την οποία έχουν δυο φίλοι, που εκτιμώ βαθύτατα και σαν ανθρώπους και σαν καλλιτέχνες. Το σλίτζι, πάλι, είναι μια μίνι συλλογικότητα ανθρώπων, που τους αρέσει να γράφουν ποιήματα και κείμενα, οι οποίοι ναι μεν είναι στην ηλικία μου και τώρα ξεκινάνε, αλλά έχουν αρχίσει να το παίρνουν επάνω τους οργανωτικά με blogs και με τυπώματα πραγμάτων. Επομένως, είναι όμορφο να υπάρχουν κάποιες οικογένειες -αν θες- στις οποίες μπορείς να εναποθέσεις το έργο σου και να το προχωρήσεις…
Ένας νέος μουσικός τι δυσκολίες συναντά σήμερα στην προώθηση του έργου του;
Καταρχάς, πλέον το περιβάλλον στην μουσική, τουλάχιστον, έχει αλλάξει ριζικά μέχρι πριν από 6-7 χρόνια· δεδομένου ότι πλέον το digital distribution της μουσικής, είτε μέσω streamming είτε μέσω αγοράς ψηφιακών δίσκων, έχει υπερκαλύψει το physical format, με εξαίρεση το βινύλιο και ίσως και την κασέτα, που κάποιοι μερακλήδες ψήνονται να το αναβιώσουν και γαμάει που ψήνονται… αλλά θέλει budget… Οπότε τι έχεις; Πλέον, υπάρχουν πλατφόρμες που δίνουν την δυνατότητα σχεδόν σε όλους τους καλλιτέχνες να παρουσιάσουν το έργο τους. Δηλαδή, εγώ ηχογραφώ αύριο έναν δίσκο και μπορώ να τον ανεβάσω στο youtube, στο spotify ή το bandcamp, όχι απλά για ελεύθερη ακρόαση, αλλά όποιος θέλει να συνεισφέρει οικονομικά να μπορεί να το πληρώσει. Οπότε μπορώ να πάρω και χρήματα απ’ αυτό. Αυτή είναι η θετική πλευρά. Η αρνητική πλευρά είναι, ότι από την στιγμή που είναι τόσο εύκολα προσβάσιμο medium το internet, ξαφνικά, υπάρχει ένας ωκεανός από πληροφορία, όπως και σ’ όλα τα πράγματα κι όχι μόνο στην τέχνη, και μέσα σ’ έναν τέτοιο ωκεανό πληροφορίας -άμα ο ακροατής δεν έχει ήθος, αισθητική, άμα δεν προσπαθεί να χτίσει σιγά σιγά γνώση- είναι πάρα πολύ εύκολο και να χαθεί αλλά και η κατεύθυνσή του να χειραγωγηθεί, από ανθρώπους που χρησιμοποιούν τα μέσα μ’ έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο…
Το ελληνικό κοινό πως είναι;
Αυτό δεν μπορώ να το γνωρίζω, γιατί πλέον, στην δικιά μας την γενιά και στις μικρότερες, δεν ξέρω αν μπορούμε να χωρίσουμε το ελληνικό κοινό από το κοινό μιας άλλης χώρας. Δηλαδή, νομίζω πως σε κάθε κοινωνία υπάρχει φάσμα μικροκοινωνιών κι αισθητικής…
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν βοηθάνε στην αποσαφήνιση των διαφόρων τάσεων;
Άρα τώρα μιλάμε για το δικό μου κοινό… γιατί πριν λέγαμε για το ελληνικό κοινό… κι έχει μεγάλη διαφορά το δικό μου κοινό από το ελληνικό κοινό… Διότι, πλέον, ο καθένας μπορεί να είναι μέρος του κοινού και του community οποιασδήποτε μουσικής δραστηριότητας και γενικότερα οποιασδήποτε καλλιτεχνικής δραστηριότητας…
Αυτό -πιστεύεις- πως περιπλέκει τα πράγματα ή είναι μια πρόκληση;
Είναι πολύ όμορφο! Γιατί νοιώθω κάπως ότι υπάρχει στοιχείο κι από τους δύο κόσμους. Δηλαδή, υπάρχει το στοιχείο του ότι παίζεις κάποιο live κι έρχονται κάποιοι άνθρωποι και σε βλέπουνε ή έχουν έρθει πολλές φορές κι εκτιμάνε αυτό που κάνεις και μιλάτε κι έρχεστε σε επαφή. Αλλά, παράλληλα, υπάρχει και το είμαι στην Ολλανδία ή είμαι στην Αμερική κι ακούω τον δίσκο σου χωρίς να σε ξέρω και πιθανόν χωρίς να σε γνωρίσω ποτέ προσωπικά· όμως, μου αρέσει αυτό που κάνεις κι έρχομαι σε επαφή με την δουλειά σου πολύ εύκολα μέσω του internet και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης…
Έχεις συνεργαστεί με ξένους καλλιτέχνες. Πως ήταν αυτή η εμπειρία; Και πως λειτούργησε η διαφορά κουλτούρας;
Δεν έχω παίξει στο εξωτερικό. Όμως, έχω συνεργαστεί με ανθρώπους από άλλες χώρες. Ήταν πολύ όμορφα και γενικά είναι πολύ όμορφο να βλέπεις τα κοινά που έχεις με άλλους ανθρώπους από άλλες χώρες και κουλτούρες. Αλλά και τις διαφορές, και να προσπαθείς να τις γεφυρώσεις δημιουργικά. Καταρχάς, από την στιγμή που παίζουμε μαζί με όλους αυτούς τους ανθρώπους, είτε λίγο είτε πολύ, έχουμε κάποια αισθητικά κοινά… έτσι; Δηλαδή δεν έχουμε κοινές αφετηρίες, αλλά έχουμε κάπως κοινές πορείες στα όργανα που παίζουμε και στις επιρροές που έχουμε…
Εσύ παίζεις κάποια ιδιαίτερα όργανα, τι κοινό μπορεί να έχεις με μουσικούς άλλων χωρών;
Μα αυτό σου λέω… Έχει τύχει να παίξω με ανθρώπους από άλλες χώρες που παίζουν παρεμφερή όργανα κι ασχολούνται περίπου μ’ αυτό το αντικείμενο. Οπότε αυτό είναι το κοινό και είναι πολύ όμορφο να το βλέπεις αυτό. Με ανθρώπους που γεννηθήκανε εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, σας συνδέει κάπως ένα νήμα πάρα πολύ έντονο, το οποίο πηγάζει από την παγκοσμιότητα της τέχνης.
Άρα, ως ένα σημείο, τουλάχιστον, όλοι έχουμε μια κοινή μυστική γλώσσα.
Σίγουρα. Η άλλη πτυχή, βέβαια, είναι ότι μπορείς να αντιμετωπίσεις τις διαφορές κουλτούρας με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο. Δηλαδή, όντως, κατά μέσω όρο οι άνθρωποι που γεννηθήκανε και μεγαλώσανε π.χ. στην Αθήνα, έχουν αρκετές διαφορές από έναν Αμερικάνο. Όμως, το να προσπαθήσεις να παρατηρήσεις αυτές τις διαφορές και να γεφυρώσεις την επικοινωνία, είναι φοβερό challenge και παράλληλα είναι ωραία διαδικασία…
Ποια είναι η επαφή σου με το κοινό;
Νομίζω είναι μοιρασμένο 50- 50. Από την μια είναι οι φίλοι, οι γνωστοί ή άνθρωποι που δεν γνωρίζω και που έρχονται στα live που κάνω ή στα διάφορα project και μου μιλάνε -κι είναι πάρα πολύ όμορφη αυτή η αλληλεπίδραση σε προσωπικό επίπεδο. Αλλά, παράλληλα, έχει τύχει να μου στείλουν και γνωστοί μου και άγνωστοι ότι τους άρεσε πάρα πολύ ο δίσκος μου και τους ενέπνευσε, που είναι εξίσου όμορφο. Οπότε, εμένα, προσωπικά, μ’ αρέσει πάρα πολύ να αλληλεπιδρώ με τους ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν κριτικά για την μουσική μου… όχι μόνο καλά λόγια…
Η κριτική βοηθάει;
Φυσικά και βοηθάει…
Η επίσημη και η ανεπίσημη;
Δεν γνωρίζω… Ξέρω σίγουρα την ανεπίσημη. Την επίσημη… οι μουσικές μου δραστηριότητες δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο να έχω επίσημη κριτική. Σίγουρα, όμως, η κριτική, σε επίπεδο συζήτησης κι επικοινωνίας, βοηθάει πάρα πολύ. Είναι πολύ γόνιμη γιατί αν δεν υπάρχει αυτό και κλειστείς στην φούσκα σου, είναι πάρα πολύ εύκολο -σε οποιονδήποτε τομέα, όχι μόνο στην μουσική- να πεις “το κάνω καλά” και “μ’ αρέσει αυτό που κάνω”· δίχως, όμως, να υπάρξει η ζύμωση από εξωτερικούς παράγοντες- δηλαδή, η κοινωνικοποίηση της τέχνης και το να μιλάς ενεργά γι’ αυτό: μου άρεσε αυτό ή δεν μου άρεσε εκείνο ή στην θέση σου θα έκανα το άλλο ή άκου κι αυτό… Είναι το μοναδικό πράγμα που μεγαλώνει τα όρια του μουσικού χωραφιού του κάθε καλλιτέχνη.
Κι όλη αυτή η αλληλεπίδραση μπορεί να φτάσει στα όρια του πολιτικού;
Για μένα η μουσική είναι αισθητική πράξη, άρα είναι και ηθική και κοινωνική και πολιτική.
Άρα ο στόχος σου δεν είναι μόνο αισθητικός…
Αναπόφευκτα… Θα ήταν, πάντως, χαρά μου αν με έναν απειροελάχιστο τρόπο ενέπνεα κάποιον να κάνει κάτι δημιουργικό για τον εαυτό του ή για τους γύρω του ή (ακόμα καλύτερα) με τους γύρω του. Ο, τιδήποτε κι αν είναι αυτό. Δηλαδή, να μπορέσω, κάπως, να δώσω ένα ερέθισμα δημιουργικότητας. Κι αυτό για μένα είναι πολύ μεγάλο πράγμα…
Μιλήσαμε πολύ, μέχρι τώρα, για το θέμα της επικοινωνίας διαμέσω της τέχνης. Στην εισαγωγή από το Hex, όμως, γίνεται αναφορά στο υπερβατικό και στο μη ορίσιμο με την γλώσσα.
Αυτό έχει να κάνει με κάτι που δεν κατάφερα να πω, γιατί είπαμε άλλα πράγματα. Έχει να κάνει με την αφορμή της δημιουργίας του Hex, που ήταν μια συζήτηση με την φίλη μου την Μαριαννίνα -που το γράψαμε μαζί-, για το ότι -κι ερχόμαστε πάλι στην έννοια της γλώσσας- πέρα από την αναλυτική σκέψη και τη λογική σκέψη, το αξίωμα, το θεώρημα και το πόρισμα, που είναι κι αυτά μια γλώσσα· παράλληλα, υπάρχει το μυσταγωγικό και το μη εξηγήσιμο. Που είναι κι αυτό μιαν άλλη γλώσσα. Οπότε είναι πάρα πολύ όμορφο να είμαστε rational άνθρωποι και να αγκαλιάζουμε επάνω στην αιτιότητα, αλλά είναι, επίσης, πάρα πολύ όμορφο να έχουμε και μια γλώσσα του τύπου “αφήνω τα πράγματα ως έχουν” και κάπως μια αόρατη και υπερβατική δύναμη ίσως να τα ορίσει ή ίσως και να μην τα ορίσει. Δεν ξέρω τι δύναμη μπορεί να είναι αυτή… δεν προσπαθώ να την εξηγήσω…
Μπορεί μια γλώσσα να είναι μη ορίσιμη;
Εν προκειμένω, το μήνυμα μεταφέρεται φοβερά αλλοιωμένο… Όμως, αυτό είναι το intention του συγκεκριμένου φανζιν. Δηλαδή, είναι πάρα πολύ ωραίο να παρουσιάζεις κάτι και αυτό το κάτι να μπορεί ο αναγνώστης να το λαμβάνει με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο. Κι ενώ εσύ ξεκινάς με ένα άλφα αυτού να ερεθίζονται κάποιες βήτα χορδές. Είναι πολύ ενδιαφέρον…
Στόχος σου, δηλαδή, δεν είναι να μεταφέρεις κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα, αλλά, να ερεθίσεις τον αναγνώστη, ώστε να γίνει μια δευτερογενής πηγή…
Ακριβώς αυτό… Αυτός είναι κι ο λόγος που με ιντριγκάρει πολύ η ορχηστρική μουσική. Επειδή η γλώσσα της μουσική είναι πολύ θολή, θα σου βγάλει κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που βγάζει σε μένα. Κι αυτή είναι η μαγεία του πράγματος… Το ότι ναι μεν θα σε εμπνεύσει, θα σε κινητοποιήσει, θα σου δώσει ένα input δημιουργικό, έναν παλμό σε κάποιες συναισθηματικές χορδές, αλλά το ποιες χορδές θα πάλλονται είναι κάτι που δεν μπορώ να το ορίσω εγώ. Ή μάλλον δεν μπορώ να το καθορίσω κι αυτό είναι πάρα πολύ όμορφο.
Πώς βλέπεις τον εαυτό σου; Σαν μουσικό; Σαν ποιητή; Σαν φυσικό; Όλα αυτά μαζί; Όλα αυτά μπερδεμένα;
Θα έλεγα έναν μπερδεμένο άνθρωπο που προσπαθεί να είναι δημιουργικός. Αυτό. Το κάθε χωρίο και το κάθε αντικείμενο συσσωρευμένης ανθρώπινης παρακαταθήκης, σου δίνει κάτι εντελώς διαφορετικό κι εντελώς ξεχωριστό, μια γεύση δική του. Οπότε το να συνδυάσεις αυτές τις γεύσεις για να φτιάξεις ένα πιάτο δικής σου έμπνευσης, ας πούμε, είναι πολύ όμορφο. Ο καθένας με τα δικά του υλικά… έτσι; Δηλαδή, κι η μαγειρική έχει πολύ μεγάλη σχέση με την μουσική και με την δημιουργική διαδικασία γενικότερα…
Γενικά, τι σε οδήγησε σε έναν πιο εναλλακτικό τρόπο δράσης και δημιουργίας;
Θεωρώ πως τα πάντα είναι ζήτημα αισθητικής. Και το ότι δεν μου αρέσει αυτός ο κόσμος κι ονειρεύομαι έναν διαφορετικό…ε… υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι να τον διαμορφώσεις, οι οποίοι αλληλοσυνδέονται, είτε κάνεις πολιτική είτε ακτιβισμό είτε κάνεις τέχνη· με κάποιον τρόπο όλα αυτά είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους. Σε μένα -έχει τύχει- όλα τα πράγματα να με οδηγούν σ’ αυτή την στάση ζωής.
Πώς σου φαίνεται ο κόσμος σήμερα και τι ήχο θα του έδινες;
Δεν μπορώ να μιλήσω για τον κόσμο. Μπορώ να μιλήσω για την μικροκοινωνία που βιώνω ως άνθρωπος. Ε… παρά το γεγονός ότι βρίσκομαι στην Αθήνα, η οποία είναι μια μεγαλούπολη και στην οποία η ζωή είναι δύσκολη -λόγω του ότι οι ρυθμοί είναι πάρα πολύ γρήγοροι, εξαιτίας της κυριαρχίας του τσιμένου, της ανυπαρξίας πάρκων, καθώς και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, που ξέρεις πάρα πολύ καλά πως είναι- μέσα σ’ αυτή την τσιμεντένια ζούγκλα, νοιώθω πάρα πολύ όμορφα, γιατί βλέπω ανθρώπους που με διάφορους τρόπους προσπαθούν να κρατήσουν προμαχώνες ενάντια σ’ αυτό το τσιμεντένιο κύμα και στο κύμα της μικροπολιτικής παρακμής. Είτε πολιτικά είτε ακτιβιστικά… αλλά κυρίως καλλιτεχνικά… είναι μια ενδιαφέρουσα πόλη για να ζήσει κανείς σήμερα.
Λοιπόν, στην Αθήνα, σήμερα, θα έδινα έναν ήχο κάποιου τρίχορδου που έχει περάσει από πολλά πετάλια κι έχει έναν ενισχυτή σ’ ένα περίεργο και χωμένο υπόγειο μπαρ…
Ξεχωρίζεις κάποιες συνεργασίες;
Έχω την τύχη να παίζω με μουσικούς και σε project που συνήθως ερμηνεύουμε δικιά μας μουσική… Σ’ αυτή την πόλη υπάρχει ένας πολύ όμορφος και πολύχρωμος ιστός. Προσπαθώ να εστιάσω στο ιστό καθαυτό, συνεπώς δεν ξεχωρίζω κάποια συνεργασία από τις υπόλοιπες.
Τι διαβάζεις αυτή την περίοδο;
Έχω βαλθεί να διαβάζω βιβλιογραφία Ραφαηλίδη. Μ’ αρέσει πάρα πολύ το χιούμορ του κι ο συνδυασμός κυνικότητας κι ευαισθησίας που έχει. Μ’ αρέσει, επίσης, πάρα πολύ ο Ηλίας Πετρόπουλος. Παλιότερα διάβαζα αρκετά Καζαντζάκη… Αλλά και εκλαϊκευμένη επιστήμη και πάρα πολύ ιστορία της τέχνης. Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ η γέννηση της μοντέρνας τέχνης στις αρχές του ’20 αιώνα στο Παρίσι, που συνδυάζονταν πολύ και με την επιστημονική δραστηριότητα.
Ετοιμάζεις κάτι αυτή την περίοδο;
Ναι… κι έχω πέσει με τα μούτρα… Καταρχάς, με την φίλη μου την Μαριαννίνα Καλοκαιρινού θα βγάλουμε το φθινόπωρο σε τυπωμένη μορφή και θα παρουσιάσουμε την ποιητική συλλογή “Hex”. Αυτό στο κομμάτι το ποιητικό. Αν κι έχω μια ιδέα… να συγκεντρώσω όλα τα Πουκ σε μια συλλογή- να μην είναι δηλαδή πια φανζιν. Στο μουσικό, από την άλλη κομμάτι, έχω σχεδόν ετοιμάσει συνθετικά, απλώς δεν ξέρω με ποιους μουσικούς θα το παίξω ακόμα κι αν θα ηχογραφηθεί τώρα ή αργότερα, έναν κύκλο συνθέσεων που είναι αφιερωμένες στο εξής. Έχω διαβάσει λίγο για μεσοαμερικάνικο φολκλορ, όπου στην μεσοαμερικάνικη παράδοση υπάρχει κάτι το οποίο συνδυάζει καθολικισμό και κουλτούρα των Αζτέκων. Είναι το λεγόμενο ναγουάλ και είναι κάτι παρόμοιο με τον σαμανισμό. Δηλαδή, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που θεωρούνται άγιοι ή κάτι τέτοιο και πιστεύεται ότι μπορούν να μεταμορφωθούν σε ζώα κι αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Με ιντρίγκαρε καθώς το διάβαζα, οπότε προσπαθώ να συνθέσω -κι έχω σχεδόν τελειώσει- συνθέσεις για τα ζώα στα οποία μεταμορφώνονται οι σαμάνοι (λύκος, ιαγουάρος, αετός…) κι όπου το κάθε ζώο εμπνέει και την σύνθεση ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του κι αυτά τα πράγματα που έχουν αποτυπώσει οι κοινωνίες γι’ αυτά. Π.χ ο ιαγουάρος είναι γενναίος -ας πούμε- ενώ παράλληλα είναι και θηρευτής, ο αετός πετάει και παράλληλα είναι πολύ κοντά στην επιφάνεια του νερού όταν θέλει να κυνηγήσει. Όλες αυτές οι κινήσεις -κάπως- εμπνέουν και την σύνθεση… Επίσης, ετοιμάζω άλλες δύο συνθέσεις. Η μία αφορά στην Κυρά του Βυθού, που είναι εμπνευσμένο από το βιβλίο Παγανιστικές Δοξασίες της Θεσσαλικής Επαρχίας, αλλά και από το Lady In The Water του αρθουριανού μύθου. Και το άλλο είναι η Δράκαινα, όπου, ουσιαστικά, είναι η μουσική ενός ποιήματός μου στο Hex.
Πού μπορούμε να σε βρούμε;
Στις 20 Σεπτέμβρη θα παίξουμε στο Θέατρο Ρεματιάς στο Χαλάνδρι, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ρεματιάς, με την Κατερίνα Τζιβίλογλου και τον Μύρωνα Γρεβετζάκη. Ένα τρίο που είναι με κρουστά, λύρα κρητική, ούτι και τις φωνές μας και προσπαθούμε κάπως να διαμορφώσουμε το ρεπερτόριο είτε της Σμύρνης είτε του Πειραιά είτε το πιο ρεμπέτικο και το μικρασιάτικο τραγούδι. Μαζί μας εκείνη την βραδιά θα βρίσκεται το τρίο του Ταξιάρχη Γεωργούλη, του Παύλου Πούλιου και του Βαγγέλη Καρίπη.
Από εκεί και πέρα, τα υπόλοιπα θα γίνουν σιγά σιγά. Θα παίξω και με το σόλο project μου, ίσως με άλλους μουσικούς, ώστε να παίξουμε αυτά τα κομμάτια που σου είπα προηγουμένως. Προς το παρόν είναι αρχή της σεζόν, οπότε δεν μπορώ να σου πω κάτι περισσότερο.
Τι μήνυμα θα ήθελες να στείλεις στους αναγνώστες μας;
Να προσπαθήσουν να είναι δημιουργικοί με οποιαδήποτε πρώτη ύλη υπάρχει στα χέρια τους και να την χρησιμοποιήσουν με ανοιχτό μυαλό.
Με ποιο τραγούδι θα ήθελες να κλείσουμε την συνέντευξη;
Με το κομμάτι “Καρδιά γυροβόλα” από τον δίσκο Nestinari.