Δύσκολη λέξη η επίταξη. Ακόμη και στο λεξικό φαντάζει αποκρουστική: ” Η οριστική ή προσωρινή αφαίρεση κινητής ή ακίνητης περιουσίας καθώς και προσωπικών υπηρεσιών, που γίνεται από το κράτος για στρατιωτικούς σκοπούς σε καιρό πολέμου ή επιστράτευσης ή για δημόσια ωφέλεια”. Φέρνει μνήμες άλλων σκληρών απάνθρωπων εποχών για την Ελλάδα, τότε που τα γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα σηματοδοτώντας την έναρξη της Κατοχής και όλων των δεινών που τη συνόδευσαν, αφού οι Ναζί από την πρώτη στιγμή εφάρμοσαν την πολιτική της κατάσχεσης και της λεηλασίας των προϊόντων για τις δικές τους ανάγκες. Παράλληλα με τις επιτάξεις των προϊόντων ήρθαν και οι επιτάξεις των σπιτιών και εγκαταστάσεων που τους ήταν χρήσιμες (αποθήκες, στάβλους κ.α.).
Μια λέξη λοιπόν που έχει συνδεθεί άρρηκτα με αυτές τις ζοφερές μνήμες του παρελθόντος είναι πολύ δύσκολο να χρησιμοποιηθεί, και μάλιστα σε μια χώρα που μόλις πριν μία μέρα είχε γιορτάσει – για όσους το πήραν είδηση – την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας . Γιατί πώς να το κάνουμε, η γλώσσα είναι αυτή που ορίζει όλη η μνήμη του κόσμου. Γιατί όταν αναμειγνύεται με την γλώσσα, τότε αυτή αρχίζει να λέει τα πράγματα όπως όπως είναι. Με όλο τους το βάθος και όλη τους την προοπτική. Λάθος θα μου πείτε, επικοινωνιακό λάθος που έφερε όλη αυτή την αναστάτωση, έναν αισθητικό σεισμό. Ναι θα το δεχθώ. Αλλά θα πρέπει να έχουμε στο νου πως η πολιτική κατά κάποιον τρόπο έχει χάσει την γλώσσα της. Η μιλιά της υπαγορεύεται από την παρακμή του σκοπού της, αλλά νοθεύεται κι από έναν επιλεκτικό ανθρωπισμό. Όμως οι υπόλοιποι, οι απλοί άνθρωποι έχουν ωστόσο και μια άλλη γλώσσα. Τη σάρκα τους. Τη σάρκα που επειδή σωπαίνει μιλάει. Αγωνιά. Και θα περίμενε κανείς πως αυτή η γλώσσα θα αποκάλυπτε επτασφράγιστα μυστικά, τρομερές πλεκτάνες και ίντριγκες του παρελθόντος. Όχι. Αυτή η γλώσσα αποκαλύπτει το μόνο που μένει διαχρονικά αδιάρρηκτο: την ανθρώπινη σύγχυση. Την σύγχυση απέναντι σε πράξεις που επιβάλλονται παρά την θέλησή της ως θέλησή της. Και αυτό είναι τραγικό και επικίνδυνο αφού υποδουλωνόμαστε σε κάτι έξω από εμάς, υπακούοντας σε κάτι που κάποιοι άλλοι θεώρησαν αναγκαίο, κι αυτή η τάση καταργεί την ελευθερία μας, μας διασπά.
Δεν ξέρω πώς θα το διαχειριστεί η Κυβέρνηση αυτό το γλωσσικό ατόπημα, αυτή τη χυδαία γλώσσα, το σκληρό ρήμα που διχάζει για μια ακόμη φορά την κοινωνία αλλά με λύπη βλέπω πως η νέα κυβέρνηση – εκούσια ή ακούσια, δημιούργησε τις δικές τις “Πρέσπες” στα ελληνικά νησιά.
Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr