Βιβλίο

Διαβάζοντας:”Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης” της Μαρίζας Κωχ , του Άγγελου Κουτσούκη

Spread the love

Ο  Άγγελος Κουτσούκης είναι Ραδιοφωνικός Παραγωγός και Δημοσιογράφος.

“Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης” της Μαρίζας Κωχ εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

“Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης”  είναι βέβαια η Μαρίζα Κωχ, μια τραγουδίστρια αλλά και δημιουργός που δεν χρειάζεται συστάσεις.

Αυτή τη φορά έγραψε ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, που μας μεταφέρει ουσιαστικά στο 1952. Είναι η χρονιά πού,μαζί με την αδελφή της την Ειρήνη, βγαίνουν από το “Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής”, στο Δαφνί, όπου μπήκαν για πέντε χρόνια και νοσηλεύτηκαν ως “τραχωματικά” παιδιά.

Το τράχωμα είναι μια ασθένεια των ματιών που μπορεί να οδηγήσει και στην τύφλωση,

και προέρχεται από την κακή υγιεινή, τις συνωστισμένες συνθήκες διαβίωσης και την έλλειψη καθαρού νερού και αποχωρητηρίων.

Οι συνθήκες ζωής στην Ελλάδα στα πρώτα χρόνια μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο προφανώς μόνο ευχάριστες δεν ήταν, οπότε τέτοιου είδους μεταδοτικές ασθένειες κάθε άλλο παρά σπάνιες ήταν σε μεγάλα μέρη του πληθυσμού.

Με το που ξεκινάει το βιβλίο,από την πρώτη γραμμή, η Μαρίζα Κωχ μας μεταφέρει στο φθινόπωρο του 1952. Και όταν λέω  “μεταφέρει”  κυριολεκτώ. Καταφέρνει από τις πρώτες λέξεις να “βρει” την ματιά του μικρού κοριτσιού που, έκπληκτο, μετά από πέντε χρόνια εγκλεισμού στο Ίδρυμα, ανεβαίνει, παρέα με την αδελφή της, στον “Γλάρο”, το καράβι της άγονης γραμμής που έκανε το δρομολόγιο Σύρο, Πάρο, Νάξο, Ιο, Οία, Θήρα, Ανάφη.

Η περιγραφή του ταξιδιού είναι καταπληκτική, γιατί έχει το ταλέντο να μας γυρίσει στην Ελλάδα του 1952 με τις περιγραφές της. Νομίζεις ότι βγαίνει το φως της παιδικής ηλικίας και της αθωότητας που περικλείει μέσα από τις λέξεις που βάζει στη σειρά.

“Σιγά σιγά μας πήρε και μας ο ύπνος. Το πρωί μας ξύπνησε το φου-φου του μεγαφώνου και η φωνή του καπετάνιου : Προσοχή, προσοχή!” Δεν άκουσα τίποτα άλλο γιατί – ω, Παναγιά μου! – τί είδαν τα μάτια μας! Ένα τσούρμο από ασπροντυμένους πωλητές με καλάθια που τα ακουμπούσαν στη μέση τους, χίμηξαν στο πλοίο φωνάζοντας: “Έλα , τα φρέσκα λουκούμια κι οι χαλβαδόπιτες!” Ένας παραδεισένιος κόσμος απλώθηκε μπροστά μας. Ξεχάσαμε και το κρύο και τα κύματα στο Κάβο Ντόρο!

Ο κυρ- Φώτης φώναξε έναν κοντόχοντρο πωλητή, ασπροντυμένο σαν νοσοκόμο, που με δυσκολία σήκωνε το βαρύ καλάθι στον γοφό του.” Έξι κουτιά λουκούμια και δέκα χαλβαδόπιτες”,του είπε.Τα μάτια μου είδαν αστράκια! Η αδελφή μου συγκρατούσε τη χαρά της,αλλά της έτρεχαν τα σάλια! Ο κυρ Φώτης μας έδωσε από μία χαλβαδόπιτα και ένα κουτί λουκούμια για τις δυο μας. Τα υπόλοιπα δεν θα τα πειράζαμε,γιατί θα τα πηγαίναμε στο χωριό.Εκεί θα τα προσφέραμε στα ξαδέλφια μας που θα μας επισκέπτονταν. Η αδελφή μου είχε γράψει τα ονόματά τους και άρχισε να ξεχωρίζει τα κουτιά και να τα υπολογίζει από εκείνη τη στιγμή.

“Προσοχή, προσοχή” ξανακούστηκε από τα μεγάφωνα. “Οι μικροπωλητές να κατέλθουν του πλοίου. Το πλοίο είναι έτοιμο προς αναχώρηση!”

Ακούστηκαν τρία σφυρίγματα του καραβιού, όπως κι όταν φεύγαμε από τον Πειραιά. Μέσα στη φασαρία ένας βροντόφωνος ναύτης φώναξε: “Αμόλα κάβο!”

Εγώ γυρόφερνα τώρα στη γλώσσα μου τη λαστιχωτή γέμιση της χαλβαδόπιτας με τα καβουρδισμένα αμυγδαλάκια! ; Έτσι όπως κολλούσε στα μπροστινά μου δόντια, μοσχοβολούσε μαστίχα σαν το γλυκό “υποβρύχιο” -βυθισμένο το γεμάτο κουταλάκι μέσα σε ποτήρι με παγωμένο νερό!”

Η ματιά και η αίσθηση ενός εννιάχρονου κοριτσιού, που ουσιαστικά ανακαλύπτει για πρώτη φορά τον κόσμο. Στο ΄Ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης” η Μαρίζα Κvχ μας μεταφέρει στο νησί εκείνης της εποχής. Μιας εποχής που,ακόμα,η Σαντορίνη δεν είχε ανακαλυφθεί από τους τουρίστες. Μιας εποχής που κουβαλούσε φτώχεια,ακραία τις περισσότερες φορές, αλλά κουβαλούσε και μια καθαρότητα στις σχέσεις των ανθρώπων,της οικογένειας αλλά και των γειτόνων. Τα περιγράφει έξοχα,σαν να βλέπεις παλιά ασπρόμαυρη ταινία. Σε κάποια σημεία οι περιγραφές της ζωντανεύουν σκηνές ξεχασμένες τώρα πια.

“Όλες οι ελεύθερες κοπέλες του χωριού φύτευαν βασιλικά σε τενεκέδες του λαδιού και την Παραμονή του Χριστού τα παλικάρια του χωριού έκλεβαν τα βασιλικά και στόλιζαν την αυλή της εκκλησίας μας μέχρι απάνω στα καμπαναριά. Ήταν σαν ολόκληρη η εκκλησία να ήταν χτισμένη από βασιλικά. Λέγανε ότι η μεθυστική μυρωδιά από τα βασιλικά έφτανε μέχρι το Απάνω Χωριό”.

Και η ζωή στην μαγική Σαντορίνη της δεκαετίας του 50 συνεχίζεται, μόνο που δεν έχει μόνο μια όψη.Οι πρώτοι θάνατοι,της γιαγιάς,του παππού,του θείου της, αρχίζουν και σκοτεινιάζουν το άπλετο Αιγαιοπελαγίτικο φως. Και μετά έρχεται ο μεγάλος σεισμός που ουσιαστικά ισοπεδώνει τα χωριά του νησιού. Κάπου κοντά στο τέλος του βιβλίου, παραμονεύει και ο πρώτος έρωτας. Αλλά αυτά θα τα ανακαλύψετε μόνοι σας διαβάζοντας το βιβλίο.

Η Μαρίζα Κωχ κατάφερε να γράψει ένα υπέροχα  “καθαρό” βιβλίο. Ζωντανεύει αυτή την δύσκολη εποχή μέσα από τη ματιά του κοριτσιού που ήταν τότε. Πού ανακάλυπτε τον κόσμο από την αρχή.

Το έγραψα και πιο πάνω, αλλά μου έφερε στο μυαλό παλιές ασπρόμαυρες ταινίες εκείνης της εποχής που περικλείουν μια Ελλάδα που λίγη σχέση έχει με αυτή που ζούμε σήμερα. Μια Ελλάδα της φτώχειας αλλά και της εντιμότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Μιας Ελλάδας που οι άνθρωποι μπορεί να μην είχαν δεύτερο ρούχο, αλλά αυτό που είχαν φρόντιζαν να είναι καθαρό.

Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
kosta_hatziantoniou.jpg
“Γλαύκας εις Αθήνας” – Ημερολόγιο 2018, του Κώστα Χατζηαντωνίου
“Κόκκινο γράφουμε” του Γιάννη Παπαϊωάννου-Βιβλιοπαρουσίαση στο Polis Art Cafe
“Τα χειροποίητα” της Έλενας Ακρίτα, του Άγγελου Κουτσούκη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.