Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Στο παρά τρίχα γλιτώσαμε!, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

 

Πλησιάζουν γιορτές Χριστουγέννων κι εμείς στις εκδόσεις ‘Hellenews Ε.Π.Ε.’ και ειδικά στα ‘ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ’ επειγόμεθα να κυκλοφορήσουν πριν την αυγή του νέου έτους. Μακέτες, διαφάνειες, φιλμς και κείμενα μεταφέρονται με το φορτηγάκι της εταιρίας από την Πλατεία Καρύτση στα κεντρικά γραφεία στον Παράδεισο Αμαρουσίου,  όπου και τα τυπογραφεία. Εν τω μεταξύ, αρκετούς μήνες πριν εκεί προς το μέσον του Φθινοπώρου έχω ξοδέψει όλο μου τον μισθό – όχι ασκόπως – αλλά σε ανάγκες οι οποίες έπρεπε ούτως ή άλλως να ‘καλυφτούν’. Τα χρήματα ήσαν μετρημένα, περί τις δυο χιλιάδες επτακόσιες δραχμές με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να μείνω χωρίς δραχμή στην τσέπη κυριολεκτικά (ούτε για τα εισιτήρια, έμενα τότε στην Νέα Ζωή Περιστερίου) επινοώντας όλη τη μέρα τον τρόπο με τον οποίο θα πλησίαζα την γιαγιά μου (μητριά της μητέρας μου που έμενε στην Αθήνα, στο σπίτι του γιου της ο οποίος της το είχε παραχωρήσει να διαμένει για όσο διάστημα αυτός θα έλειπε στον Καναδά), να με δάνειζε έστω τα εισιτήρια για την επομένη το πρωί που θα έπρεπε να μετακινηθώ με το λεωφορείο για την εργασία μου, πράγμα που τελικώς το απέφυγα και το ‘έκοψα’ ποδαράτα από τα ξημερώματα υπολογίζοντας να φθάσω στην Πλατεία Καρύτση (Χρήστου Λαδά 3) περί τις 7.30΄. Και το κατόρθωσα, όπως ακριβώς είχα διαγράψει τη διαδρομή στο μυαλό μου.

Σήμερα θα ερχόταν στο γραφείο ξανά κάποια κυρία Θάλεια για να ‘καταθέσει’ τις ιδέες της όσον αφορά στην έκδοση του άλλου περιοδικού Business Book, για την έκδοση του οποίου είχαμε αρκετά περιθώρια χρόνου μπροστά μας. Η Θάλεια – έτσι ήθελε να την αποκαλώ (όχι κυρία Θάλεια), αν και είχαμε μια διαφορά ηλικίας 17 έτη – αραιά και που με πείραζε με τα αστεία της όπως : ‘Εσένα μικρέ θα σε παντρευτώ εδώ δίπλα στον Άη Γιώργη τον Καρύτση, για να μη σε βάλω ξανά σε πεζοπορίες και θα κάνουμε το τραπέζι στις ταβέρνες που είναι επί της Παρνασσού χορεύοντας στην πλατεία Κλαυθμώνος’. Εγώ έσκυβα το κεφάλι από την ντροπή μου, λέγοντας της μόνο ότι θα πρέπει να έχει υπομονή μέχρι να επιστρέψει ο άντρας της ο καπετάνιος από τα φορτηγά καράβια. Μέσα από αυτόν τον πολυσχιδή χαρακτήρα της διείδα ότι ήταν γυναίκα η οποία όντως θαύμαζε τον άντρα της αλλά  αυτό το έκανε για να ικανοποιήσει το δικό της ‘εγώ’ θαυμάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον εαυτό της που είναι ‘δικός της και μόνο ο καπετάνιος’. Δεν ήσαν και ολίγες οι φορές που είχαμε παρακολουθήσει παραστάσεις στο θέατρο ‘Μουσούρη’ επί της πλατείας Καρύτση καθώς και μουσικές συναυλίες στον ‘Παρνασσό’, επίσης επί της πλατείας. Κατά τα άλλα ήταν τύπος μποέμ, θηλυκός μάγκας που το έλεγε η ψυχούλα της, χαδιάρα όμως και κολπατζού όταν βρισκόμασταν στο ξενοδοχείο αραιά και που. Πλούσια τα συναισθήματά της όπως πλούσιο και το στήθος της με την αγκαλιά της όταν με γράπωνε ανάμεσα στα χέρια της ενώ εγώ έκανα αμέριμνος το τσιγάρο μου στο παράθυρο αγναντεύοντας τις περισσότερες φορές την Ακρόπολη, ως νέος που είχα καταφθάσει στην Αθήνα για σπουδές κι επαγγελματική σταδιοδρομία  μη έχοντας και τόσο χρόνο στη διάθεσή μου για επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους και σύναψη σχέσεων. Προείχε το διάβασμα κι άντε το πολύ και καμιά επίσκεψη σε ελάχιστους φίλους, αναζητώντας λίγη ξεκούραση και ανταλλαγή απόψεων.

Κολιτσίδα λοιπόν η Θάλεια προτάσσοντάς μου κάθε λίγο και λιγάκι εκείνο το γνωστό: ‘ξέρεις, τον καπετάνιο τον άντρα μου τον αγαπάω από παλιά ενώ εσένα σ’ αγαπάω πιο πολύ, και να μη μου μιλήσεις άλλη φορά για τα χρόνια, εντάξει;…’. Αμαρτία δεν ήταν ούτε πρόκληση οσάκις την παρότρυνα να κρύβεται κάτω από το σεντόνι, ίσα- ίσα που πολύ της άρεσε η ιδέα και το έπαιρνε μαζί της ολόγυμνη όπως ήταν, τυλιγόταν με αυτό, καθόταν σε μια γωνία του δωματίου αναπαριστώντας το άγαλμα, παρέμενε λίγο σε στάση ακινησίας και μετά ερχόμενη προς το κρεβάτι άρχισε να το ξετυλίγει αργά αργά ‘θαυμάζοντας τα έργα της’ αφού προηγουμένως με είχε ‘τρελάνει’ στα σκέρτσα της. Ήταν τελικά η Θάλεια εκείνη η οποία δεν μπορούσε να περάσει ούτε στιγμή χωρίς να αυτοθαυμάζεται κι αν δεν ασχολιόμουν  εγώ μαζί της πάντα κάτι  θα έβρισκε – αλλά ποτέ το ανιαρό και το φθηνό – για να ασχολείται μόνη της.

Μία εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα μου έκανε την πρόταση να πάμε σε κάποιο χωριό της επαρχίας για να γιορτάσουμε εκεί τις άγιες ημέρες και συγκεκριμένα στον Κολινδρό Πιερίας. Θυμάμαι ότι διαφώνησα προβάλλοντας ως λόγο δεν θυμάμαι τι. Προς το απόγευμα κατέφθασε με το όχημά της στη Νέα Ζωή Περιστερίου, στο σπίτι που έμενα με την γιαγιά κάνοντάς μου σινιάλο να μπω σε αυτό. Ήταν πολύ ήρεμη, χαμογελαστή και ειδικά με το κόκκινο jockey στο κεφάλι, σκέτη τρέλα. Το πότε πιάσαμε παραλιακή με προορισμό το Σούνιο, ούτε που το αντελήφθην. Σε λίγα χιλιόμετρα φτάναμε στον αρχαίο ναό του Ποσειδώνα όπου το φανάρι εμπρός μας άναψε κόκκινο. Η Θάλεια χωρίς να το έχει αντιληφθεί σιγοτραγουδώντας μάλιστα, σηκώνει το δεξί της χέρι καθώς οδηγούσε προς το σκιάδιο του αυτοκινήτου ανασηκώνοντας το καθρεφτάκι για να ελέγξει το κραγιόν στα χείλη της. Πού πάς, της φώναξα. Κόκκινο! Θες θαύμα, θες ήταν η ώρα, στο τσακ και παρά τρίχα σωθήκαμε γλιτώνοντας τις τούμπες στα διπλανά χωράφια.

Μετά από κάτι μήνες κι όταν πλησίαζε η έκδοση του Business Book, πέρασε ξανά από την πλατεία Καρύτση αποχαιρετώντας μας. Εάν ‘διορθώθηκε’ μετά την λαχτάρα του Σουνίου; ‘Αδιόρθω αναρχί’, η απάντησή της. Καμία διαφορά με το σήμερα (και τότε αγώνες και αγωνίες για ένα κομμάτι ψωμί τίμιο και με ιδρώτα σκάβοντας πεζοδρόμια η εργατιά στις πορείες),παρά μόνο τα αυτοκίνητα σήμερα έγιναν μιλιούνια και το φλερτ με τον έρωτα δεν συντελούνται ούτε συνυπάρχουν, αλλά διαφημίζονται με τις πιο πρόστυχες μεθοδεύσεις μέσα από τα (ηλεκτρονικά) ΜΕΣΑ.

… Ένας σημαδιακός Δεκέμβρης του 1973, που επιζήσαμε Θάλεια!

      https://www.youtube.com/watch?v=md91HIxNFEg

SHARE
RELATED POSTS
Αγουροξυπνημένος κι άκεφος, του Δημήτρη Κατσούλα
Εικασίες, του Δημήτρη Κατσούλα
Οι δίπλες της μανούλας, της Ωραιοζήλης-Τζίνας Δαβιλά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.