Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Οι μοσχοβολιές των πασχαλιών μου, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

 

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Θες το ότι γεννήθηκα στην επαρχία όπου έζησα έως και τα του Λυκείου χρόνια μου και συνεχίζω να ζω ακόμη, θες το ότι δαπάνησα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου στην πρωτεύουσα Αθήνα λόγω σπουδών και εργασίας μου υποχρεωτικώς, ένα έχω να πω: ανέκαθεν από όλους τους μήνες του χρόνου προτιμούσα τον Απρίλιο. Αναφερόμενος δε στα παιδικά μου χρόνια, να προσθέσω ότι ήταν και η εποχή όπου είχαμε τις διακοπές των σχολείων λόγω Πάσχα, πολλές αγροτικές δουλειές δεν είχαμε ακόμη, κι αν είχαμε κάποιες επείγουσες κι αυτές τις μεταθέταμε για μετά το Πάσχα – εκεί προς τις αρχές Μαϊου – αρχόμενοι με το σκάψιμο της σταφίδας και των αμπελιών σε κουτρούλια, το θειάφισμά τους και το χαράκωμα των κορμών των κλημάτων λίγο αργότερα (με σκοπό να καρπίσουν έτι περισσότερο και να μεγεθύνουν τους καρπούς τους) ή ακόμη και το φύτεμα των ζαρζαβατικών μας τα οποία διατηρούσαμε μέχρι το μέσον του Φθινοπώρου.

Απρίλης μήνας κι έξω η φύση οργίαζε με τις φορεσιές, τα άνθια και τις μυρωδιές της. Πλημμύρα το χωριό από νιες και νιους που κατέβαιναν από την Αθήνα για να γιορτάσουν το Πάσχα. Ολημερίς βγαίναμε στους δρόμους με τα καινούργια μας ρούχα και τα παπούτσια μας τα απάτητα, τα δε βράδια συγκεντρωνόμασταν στα σπίτια κι αρχίζαμε ξεχασμένα μας παιχνίδια και τραγούδια καθώς επίσης τρώγαμε και τα νηστίσιμά μας τουρσιά με τις κουλούρες και τα ξεροτήγανα στους ξυλόφουρνους των μανάδων μας όπως ακόμη και κριθαράκι με χταπόδι το οποίο είχε φέρει ο θείος Αντώνης από την Καλαμάτα, καθότι φτωχοί άνθρωποι που ήμασταν δεν είχαμε τέτοιες «πολυτέλειες» επιλογής θαλασσινών.

Από την Μ. Πέμπτη το πρωί ξαμολιόμασταν στα χωράφια μαζεύοντας λουλούδια για τον στολισμό του Επιταφίου. Θυμάμαι μάλιστα μία Μ. Παρασκευή (την πιο θλιμμένη ημέρα του χρόνου) όπου μετά την περιφορά του επέλεξα να παραμείνω όλη τη νύχτα στην εκκλησία. Όπως τώρα στριφογυρίζουν στον νου μου οι σκέψεις,  αυτό το έκανα διότι κάποιο κοριτσάκι που έμενε στην Αθήνα και είχε κατέβει στο χωριό για τις μέρες εκείνες το είχα βάλει στο μάτι, αλλά όσο και να το στύψω το μυαλό μου δεν μπορώ να θυμηθώ ποιο τελικά ήταν. Τέλος πάντων, σημασία έχει ότι τα τριαντάφυλλα, τα χρυσάνθεμα, οι βιολέτες, οι λεβάντες, τα χρυσάνθεμα, οι παπαρούνες καθώς και οι γαζίες με τα αγκαθωτά τους φύλλα για να αναπαριστούν το στεφάνι του Κυρίου και ειδικά στην κορυφή του Επιταφίου οι πασχαλιές με το μεθυστικό τους άρωμα, κάλυπταν τον Εσταυρωμένο.

Μετά από τόσες δεκαετίες που πέρασαν κρατώ ακόμη τις μοσχοβολιές αυτών των πασχαλιών μου έχοντας στη μύτη μου τη γύρη τους ζωντανή να γαργαλάει τα ρουθούνια μου. Ποδήλατο σταμάτησα να καβαλάω, στην εκκλησία έχω πολλά χρόνια να πατήσω τι κι αν η μάνα μου με ανεβοκατεβάζει πότε άθεο και πότε αντίχριστο, εγώ όμως οσάκις διέρχομαι έξωθεν ναών θέτω εαυτόν σε στάση προσοχής κάνοντας το σταυρό μου τρις επικαλούμενος τη βοήθεια του Θεανθρώπου περατώνοντας με επίκυψη προς τα σκαλοπάτια και τις θύρες τους εκπληρώνοντας θαρρώ έστω και με αυτόν τον τρόπο τα θρησκευτικά μου καθήκοντα.

Φθάσαμε πλέον στις εποχές όπου μπερδεύτηκαν μεταξύ τους, η Άνοιξη εξ άλλου εδώ που τα λέμε διαρκεί πια λίγο. Εν τω μεταξύ τα κορίτσια της ηλικίας μου κοντεύουν να γεράσουν κιόλας. Κι εγώ κάθομαι περασμένα μεσάνυχτα εδώ ψηλά από το ησυχαστήριό  μου ατενίζοντας τη θάλασσα όπου στο κορμί της χίλια δυο τεχνάσματα σκαρφίζεται το φεγγάρι που την λούζει, και γράφω. Ναι, το κάνω αυτό διότι κάποιες μυρωδιές πασχαλιών μου νοιώθω την ανάγκη πάση θυσία να τις περισώσω ακόμη και σε καιρούς χαλεπούς, σε καιρούς όπου η ανθρωπότητα βρίσκεται είτε πανικόβλητη εν μέσω κορονοϊού, περισσότερο όμως μουδιασμένη και αναμένουσα το τι μέλλει γενέσθαι με την επιστήμη η οποία έχει αρχίσει να κάνει τα πρώτα της δειλά «νηπιακά» βήματα – άραγε και ελπιδοφόρα – ότι σύντομα το «μωρό» εμβόλιο θα «περπατήσει», καθώς και για το πού θα ευρισκόμεθα «εξοστρακισμένοι» οικονομικώς την επομένη της σημάνσεως λήξεως της πανδημίας, δευτερευόντως.

Πάντως, όπως κι αν πορεύονται τα πράγματα, υπό όποια μορφή κι αν τα φέρει η ζωή, ας μη μας διαφεύγει ότι ο Απρίλης είναι ο μήνας των λουλουδιών και της ευαισθησίας, ο μήνας των δακρύων, της νιότης και της χαρμολύπης, ο πλανευτής, αυτός ο οποίος ξελογιάζει ερωτευμένους και ποιητές, ο αφυπνίζων κάθε ζώντα οργανισμό βγάζοντάς τον από την αδράνεια καθ’ ον χρόνον είχε περιέλθει, ο μήνας της απλοχεριάς της φύσης εντός του οποίου συντελούνται τα πάντα,  συμπεριλαμβανομένων των Χαιρετισμών και της Ανάστασης, του ιδίου δηλαδή του θανάτου και της ζωής κι εκείνος κατά τον οποίο εξυμνείται ο θεός Έρωτας κατά τον μεγάλο μας ποιητή Ελύτη.

«…Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωθα πρώτη φορά το ανθρώπινο βάρος σου

Το ανθρώπινο σώμα σου πηλό κι αμαρτία

Όπως την πρώτη μέρα μας στη γη

Γιόρταζαν τις αμαρυλλίδες – Μα θυμάμαι πόνεσες

Ήτανε μία βαθιά δαγκωματιά στα χείλια

Μία βαθιά νυχιά στο δέρμα κατά κει που χαράζεται παντοτινά του ο χρόνος…».

Καλό σας Πάσχα, Υγιή Χρόνια Πολλά σε όλους!

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. 

  The article expresses the views of the author  

 iPorta.gr

 

SHARE
RELATED POSTS
Αμαρτωλή γυναίκα, της Μαρίας Σκαμπαρδώνη
Μόνος στο σπίτι, του Νότη Μαυρουδή
Υπ’ όψιν του ΕΣΡ, του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.